tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Απόφαση ΣτΕ 1445/2016 για τους έγγαμους κατοίκους εξωτερικού

Του Παναγιώτη Παντελή, με τη συνεργασία του Ηλία Χατζηγεωργίου, φοροτεχνικών

Του Παναγιώτη Παντελή,
με τη συνεργασία του Ηλία Χατζηγεωργίου, φοροτεχνικών

Ο Αύγουστος πλησιάζει με τα θετικά του και τα αρνητικά του. Πριν κάποια χρόνια ήταν περίοδος που όλοι οι συνάδελφοι έριχναν ρυθμούς, αφού είχαν τελειώσει όλες τις υποχρεώσεις τους τον Ιούλιο. Τα χρόνια αυτά έχουν περάσει ανεπιστρεπτί και ο Αύγουστος έχει μετατραπεί σε μήνα που υπάρχουν φορολογικές υποχρεώσεις, πληρωμές, δόσεις ρυθμίσεων, φορολογικά νομοσχέδια και, γενικότερα, είναι άλλος ένας «καυτός» μήνας, όπως και όλοι οι υπόλοιποι.

Στο πρόσφατο ψηφισθέν φορολογικό νομοσχέδιο είχαμε τις αλλαγές τελευταίας στιγμής στον ΕΝΦΙΑ, όπου εξαιρούν τα αγροτεμάχια από τον συμπληρωματικό φόρο και αυξάνουν τις δόσεις σε πέντε , είχαμε τις αλλαγές στα πρόστιμα μη έκδοσης αποδείξεων καθώς και μία σειρά άλλων αλλαγών που περιλαμβάνονται μέσα στο νομοσχέδιο.

Περιμένουμε, επίσης, άλλα δύο νομοσχέδια, βάση των δηλώσεων του κ. αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών, μέχρι τις 5 Αυγούστου, που θα κλείσει η βουλή, τα οποία θα περιλαμβάνουν ρυθμίσεις για τα αδήλωτα κεφάλαια, ρυθμίσεις για την χρήση αποδείξεων με «πλαστικό» χρήμα προκειμένου να χτίζεται το αφορολόγητο από μισθωτούς και συνταξιούχους, ρυθμίσεις για τις ταμειακές μηχανές και την σύνδεση τους με το διαδίκτυο, καθώς και μία σειρά άλλων ρυθμίσεων.

Με λίγα λόγια, για άλλη μία χρονιά, ο Αύγουστος μόνο ήσυχος δεν θα είναι φορολογικά και έτσι αναμένεται να είναι πάλι μήνας μελέτης.

Όλα τα ανωτέρω είναι τα τρέχοντα που μας απασχολούν όλους και λίγο πολύ τα γνωρίζουμε. Εκτός όμως από όλα αυτά, υπήρξε μία πάρα πολύ σημαντική απόφαση του Σ.τ.Ε, η υπαριθμόν 1445/2016.  Έχει να κάνει με τους έγγαμους κατοίκους εξωτερικού και παίρνει θέση σε ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα, που αντιμετωπίζουν πολλά ζευγάρια, που ο ένας από τους δύο ζει και εργάζεται στο εξωτερικό.

Η περίληψη της απόφασης αναφέρει τα εξής :  

Kατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 3 και 4 παρ. 1 του Ν. 4172/2013, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην απόφαση, «σε φόρο εισοδήματος στην Ελλάδα για το παγκόσμιο εισόδημά του, ήτοι για εκείνο που προκύπτει τόσο στην ημεδαπή όσο και στην αλλοδαπή, υπόκειται, μεταξύ άλλων, το φυσικό πρόσωπο το οποίο έχει την κατοικία του στην Ελλάδα, έχει δηλαδή σ’ αυτήν μόνιμη και κύρια πραγματική εγκατάσταση, την οποία έχει καταστήσει, σύμφωνα με τη βούληση του, το κέντρο των εν γένει βιοτικών του σχέσεων και ζωτικών συμφερόντων (πρβλ. καθ’ ερμηνεία του άρθρου 51 ΑΚ, ΣτΕ 259, 3254/2011, 1113/2008 κ.ά., ΑΠ 660/2015, 1730/2009 κ.ά.), το οποίο αποτελεί στοιχείο προσδιοριστικό της έννοιας της κατοικίας. Ως τέτοιο δε (δηλαδή ως στοιχείο προσδιοριστικό της έννοιας της κατοικίας) νοούμενο στην παρ. 1 του άρθρου 4 του Ν. 4172/2013 και όχι ως αυτοτελές κριτήριο προσδιορισμού της φορολογικής κατοικίας, το κέντρο των βιοτικών σχέσεων και ζωτικών συμφερόντων ενός φυσικού προσώπου υφίσταται εκεί όπου το πρόσωπο αυτό αναπτύσσει τους προσωπικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς δεσμούς του (βλ. άλλωστε τα διαλαμβανόμενα στην αιτιολογική έκθεση για το «κέντρο των προσωπικών, οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων» -δίχως τη διάζευξη που έχει τεθεί στο κείμενο του νόμου- καθώς και για την κατά τα διεθνή πρότυπα και κατευθυντήριες οδηγίες του ΟΟΣΑ, συμπεριλαμβανομένων των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έννοια αυτού). Εξάλλου, προκειμένου να κριθεί εάν ένα φυσικό πρόσωπο έχει (ή πολλώ μάλλον μεταβάλλει την επί μακρόν διατηρούμενη από αυτό) κατοικία, πρέπει να συνεκτιμώνται όλα τα πρόσφορα στοιχεία (πρβλ. ΣτΕ 1948/1956, 3870/2002, 3973/2005, 1113/2008, 259/2011 κ.ά.), όπως ιδίως η ύπαρξη στέγης, η φυσική παρουσία του ίδιου, των μελών της οικογένειάς του (στην οποία δεν περιλαμβάνονται μόνον ο ή η σύζυγος και τα τέκνα αυτού), ο τόπος άσκησης των επαγγελματικών δραστηριοτήτων, ο τόπος των περιουσιακών συμφερόντων, ο τόπος των διοικητικών δεσμών με τις δημόσιες αρχές και φορείς (ασφαλιστικούς, επαγγελματικούς, κοινωνικούς), ο τόπος ανάπτυξης πολιτικών, πολιτισμικών ή άλλων δραστηριοτήτων. Συνεπώς, για τη θεμελίωση της προαναφερόμενης φορολογικής υποχρέωσης ενός φυσικού προσώπου, η φορολογική αρχή πρέπει να προβαίνει σε ειδικώς αιτιολογημένη κρίση αναφορικά με το εάν το πρόσωπο αυτό έχει κατοικία στην Ελλάδα, φέρουσα κατ’ αρχήν και το βάρος απόδειξης των πραγματικών περιστατικών που τεκμηριώνουν, επαρκώς, ενόψει των συνθηκών, την ύπαρξή της. Συναφώς, το δικαστήριο της ουσίας, όταν εκδικάζει προσφυγή κατά πράξης περί της εν λόγω φορολογικής υποχρέωσης φυσικού προσώπου, οφείλει να ερευνήσει το ίδιο, κατ’ ενάσκηση πλήρους δικαιοδοσίας, αν συντρέχει η αμφισβητούμενη πραγματική βάση της, δηλαδή η ύπαρξη ή μη κατοικίας αυτού στην Ελλάδα, και να κρίνει το ζήτημα, στο πλαίσιο δε αυτό, έχει την εξουσία, κατ’ άρθρο 152 επ. του Κ.Δ.Δ., να διατάξει συμπλήρωση των αποδείξεων και, τελικώς, αν δεν βεβαιώνεται στον αναγκαίο βαθμό για τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά, να αποφανθεί, αφού κατανείμει το βάρος αποδείξεως μεταξύ των διαδίκων. Περαιτέρω, και ενόψει του ότι, βάσει των γενικότερων κοινωνικών και ηθικών αντιλήψεων της εποχής αλλά και ανάλογα με τα κοινωνικοοικονομικά δεδομένα των συζύγων, είναι νοητή η χωριστή κατοικία αυτών (πρβλ. ήδη πριν από την κατάργηση με το άρθρο 2 του Ν. 1329/1983, Α’ 25, της κατ' άρθρο 55 ΑΚ νόμιμης κατοικίας της συζύγου, ΑΠ 163/1975 ΝοΒ11,1056, 229/1964, ΝοΒ 12,803, 835/1978, ΝοΒ 27,737, πρβλ. ομοίως ΔΕΚ, αποφάσεις της 16-5-2000, C-87/99, Zurstrassen, σκ. 19, 25-1-2007, C-329/05, Gerold Meindl, σκ. 28), σε περίπτωση που έγγαμο φυσικό πρόσωπο δεν είναι υπόχρεο σε υποβολή δήλωσης φόρου εισοδήματος στην Ελλάδα, για τον λόγο ότι το ίδιο δεν έχει τη φορολογική κατοικία του σ' αυτήν, δεν τίθεται εν πάση περιπτώσει ζήτημα υποβολής κοινής δήλωσης φόρου εισοδήματος, κατ’ άρθρο 67 παρ. 4 του Ν. 4172/2013, με τον ή τη σύζυγό του, αποκλειστικώς και μόνον επειδή ο ή η σύζυγος πληροί τα κατά το άρθρο 4 παρ. 1 του εν λόγω νόμου κριτήρια για να χαρακτηρισθεί φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, και τούτο ανεξαρτήτως αν η υποχρέωση υποβολής κοινής δήλωσης είναι ή όχι σύμφωνη με διατάξεις υπερνομοθετικής ισχύος. Εξάλλου, από την εξεταζόμενη άποψη δεν ασκούν επιρροή -υπό την έννοια ότι δεν συνεπάγονται υποχρέωση υποβολής κοινής δήλωσης- περιορισμοί τυχόν ανακύπτοντες από τις τεχνικές ρυθμίσεις και δυνατότητες του συστήματος της κατά την παρ. 1 του ίδιου άρθρου 67 ηλεκτρονικής υποβολής των δηλώσεων φόρου εισοδήματος (μη πρόβλεψη στο εν λόγω σύστημα της δυνατότητας υποβολής δήλωσης από τον ένα μόνο σύζυγο, όταν ο άλλος δεν είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας), διότι το σύστημα αυτό θα πρέπει αντιθέτως να προσαρμόζεται στους κανόνες της φορολογικής νομοθεσίας και να εξυπηρετεί τις ανάγκες της ορθής εφαρμογής της και όχι η εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας να προσαρμόζεται στις δυνατότητες του συστήματος. Εξάλλου, δεν ασκεί επιρροή από την ανωτέρω άποψη η στην αυτή παρ. 1 του άρθρου 67 πρόβλεψη της δυνατότητας υποβολής έγχαρτης δήλωσης σε εξαιρετικές περιπτώσεις οριζόμενες κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 7 του ίδιου άρθρου (βλ., για το κρίσιμο φορολογικό έτος, άρθρο 1 παρ. 3 της ΠΟΛ 1088/2015 απόφασης της Γενικής Γραμματέως Δημοσίων Εσόδων, Β’ 763), εφόσον εν πάση περιπτώσει δεν έχει θεσπισθεί εξαίρεση από την υποχρέωση υποβολής ηλεκτρονικής δηλώσεως στην επίμαχη περίπτωση. Τέλος, σε περίπτωση που φυσικό πρόσωπο δεν θεωρείται, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες διατάξεις του Ν. 4172/2013, φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, δεν ανακύπτει ανάγκη διευθέτησης περίπτωσης διπλής κατοικίας και άρσης σύγκρουσης της φορολογικής εξουσίας της Ελλάδας και εκείνης άλλου κράτους, όπως εν προκειμένω της Γερμανίας, ώστε να βρίσκει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου ΙΙ παρ. 1 περ. 4 υποπερ. β της Σύμβασης αποφυγής διπλής φορολογίας μεταξύ αυτών (α.ν. 52/1967).»  

Μέχρι τώρα, ο γενικός κανόνας που εφάρμοζαν, και ακόμα εφαρμόζουν, οι αρχές ήταν ότι, όταν ο ένας από τους δύο του ζευγαριού παραμένει και εργάζεται στην Ελλάδα, τότε ο έτερος του ζευγαριού που ζει και εργάζεται στο εξωτερικό παρέμενε κάτοικος Ελλάδας, λόγω οικογενειακών συμφερόντων και έτσι φορολογούνταν στην Ελλάδα για το παγκόσμιο εισόδημα του. Η φορολόγηση, βέβαια, γίνεται επί του καθαρού μισθού, χωρίς να συνυπολογίζεται κόστος ζωής και έτσι ο φόρος που θα πρέπει να πληρωθεί σε πολλές περιπτώσεις είναι υπέρογκος.

Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν τα εισοδήματα να μην δηλώνονται καθόλου και τα χρήματα να μην έρχονται στην Ελλάδα ποτέ ή ακόμα χειρότερα τα ζευγάρια να μπαίνουν σε μία διαδικασία εικονικού διαζυγίου προκειμένου να μπορούν να δηλωθούν ως κάτοικοι εξωτερικού.  Το πρόβλημα το έχουμε επισημάνει εδώ και πολλά χρόνια μέσω σχετικής αρθρογραφίας, αλλά και σε δημόσιες συζητήσεις-προβληματισμούς.

Στην σχετική απόφαση, λοιπόν, βλέπουμε ότι γίνεται μνεία για πρώτη φορά στην δυνατότητα ζευγαριών να υποβάλουν χωριστές δηλώσεις ως κάτοικος εξωτερικού ο ένας και ως κάτοικος Ελλάδας ο άλλος, όταν όμως ο σύζυγος που είναι στο εξωτερικό δεν έχει υποχρέωση για υποβολή δήλωσης στην Ελλάδα.

Πότε κάποιος δεν έχει υποχρέωση υποβολής στην Ελλάδα;
 

  • Όταν δεν έχει πραγματικά εισοδήματα στην Ελλάδα (μισθό, ενοίκια, συμμετοχή σε εταιρεία, ατομική επιχείρηση, τόκοι καταθέσεων στην Ελλάδα ,σύνταξη, άλλα εισοδήματα κλπ)
  • Όταν δεν έχει περιουσιακά στοιχεία στην Ελλάδα, άρα κατ’ επέκταση τεκμαρτό εισόδημα.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, πριν αρχίσουμε τις δικές μας ερμηνείες για την απόφαση του ΣτΕ είναι απαραίτητο το υπουργείο  να λάβει θέση επί του θέματος εκδίδοντας σχετική εγκύκλιο πριν την 9η Σεπτεμβρίου, προκειμένου οι φορολογούμενοι να προλάβουν να κάνουν τις σχετικές αιτήσεις. Επιπλέον, αυτό είναι αναγκαίο και για τις υπηρεσίες, πριν αποφασίσουν για την αποδοχή της αίτησης ή την απόρριψη της.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα πρέπει να βρεθεί μία λύση μόνιμη σε αυτά τα ζητήματα γιατί υπάρχουν πολλοί Έλληνες του εξωτερικού οι οποίοι θέλουν να κάνουν επιχειρηματικές κινήσεις στην χώρα μας και δεν κάνουν καμία κίνηση φοβούμενοι όλη αυτή την διαδικασία περί φορολογικής κατοικίας. 

Καλό Αύγουστο σε όλους μας…