tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

“Ευέλικτα τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία για τις ΜμΕ”

Επισημάνσεις σε εκδήλωση στο ΕΒΕΧ

Χρηματοδοτήσεις ύψους 1 δισ. ευρώ διατίθενται από το Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης (ΕΤΕΑΝ) στις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις προκειμένου αυτές να τα αξιοποιήσουν, είπε ο πρόεδρος του ΔΣ του ΕΤΕΑΝ Κώστας Γαλιάτσος μιλώντας σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στις 26 Ιουνίου στο Επιμελητήριο Χανίων.

Παρουσιάζοντας τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία ο κ. Γαλιάτσος ανέφερε -όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του Επιμελητηρίου Χανίων, ότι κατά τα τελευταία χρόνια ένας καινούργιος όρος έχει εισαχθεί στη συζήτηση που αφορά τα χρηματοοικονομικά θέματα και ιδιαίτερα τους πόρους που προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο όρος αυτός είναι: «Τα νέα χρηματοοικονομικά εργαλεία» και η  πραγματικότητα με τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία υπογράμμισε, είναι αρκετά πιο σύνθετη και αρκετά πιο ενδιαφέρουσα από χρηματοοικονομική άποψη.

Έτσι τα δάνεια που δίνει το  ΕΤΕΑΝ, είναι επιχειρηματικής ανάπτυξης ειδικού σκοπού (κεφαλαίου κίνησης) από 10.000 έως 300.000 ευρώ ανάλογα με τις λειτουργικές ανάγκες κάθε επιχείρησης με αποπληρωμή εντός 48 μηνών. Αναφορικά με τα δάνεια επενδυτικού σκοπού αυτά είπε, κυμαίνονται από 10.000 έως 800.000 ευρώ με διάρκεια αποπληρωμής 5-12 χρόνια.

Στόχος του ΕΤΕΑΝ, υπογράμμισε ο κ. Γαλιάτσος, είναι να καλύψει τις αστοχίες που παρατηρούνται στην ελεύθερη αγορά με τη στήριξη της Ευρωπαϊκής Επενδυτικής Τράπεζας που δίνει ρευστότητα. Παράλληλα ενισχύεται από εθνικούς πόρους και πόρους της ΕΕ αναζητώντας παράλληλα εάν χρειαστεί και πόρους από αναπτυξιακές Τράπεζες.

Ο κ. Γαλιάτσος αναφέρθηκε και στο πρόγραμμα «Εξοικονόμηση κατ’ οίκον», επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι αυτό δίνει οικονομικά κίνητρα στα νοικοκυριά για να αναβαθμίσουν ενεργειακά το ακίνητο τους.

ΟΜΙΛΙΑ ΓΑΛΙΑΤΣΟΥ

Όπως είπε αναλυτικά ο κ. Γαλιάτσος:

“Κατά τα τελευταία χρόνια ένας καινούργιος όρος έχει εισαχθεί στη συζήτηση που αφορά τα χρηματοοικονομικά θέματα και ιδιαίτερα τους πόρους που προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο όρος αυτός είναι: «Τα νέα χρηματοοικονομικά εργαλεία».

Τι είναι όμως αυτά τα νέα εργαλεία; Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά τους; Και επίσης: Αφού είναι νέα, ποια ήταν τα παλαιά και ποια είναι η διαφορά των νέων από αυτά;

Με πολύ απλά λόγια, τα παλαιά χρηματοδοτικά εργαλεία ήταν οι επιδοτήσεις (ή οι επιχορηγήσεις, ή οι μη επιστρεπτέες ενισχύσεις για να χρησιμοποιήσουμε κάποιους εναλλακτικούς όρους). Το βασικό χαρακτηριστικό των παλαιών χρηματοδοτικών εργαλείων, ήταν ότι πέραν των κεφαλαίων που χρησιμοποιούνταν αρχικά, δεν υπήρχε κάποιο πρόσθετο μετρήσιμο οικονομικό όφελος ή μετρήσιμη οικονομική ώθηση για την οικονομία. Για παράδειγμα εάν διατεθούν 400 εκατ. € για επιδοτήσεις, αυτό είναι το μέγιστο όφελος για την οικονομία. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο μόνος δείκτης που είχε νόημα σε σχέση με τα παλαιά εργαλεία, ήταν το ποσοστό απορροφητικότητας. Γιατί όσο πιο υψηλό ήταν το ποσοστό απορροφητικότητας, τόσο περισσότερο θα μπορούσε το πραγματικό όφελος, να προσεγγίσει το μέγιστο. Για παράδειγμα με 80% ποσοστό απορροφητικότητας, το πραγματικό όφελος είναι 320 εκατ. €, με 90% 360 εκατ. € κλπ. Για να επιτευχθεί το μέγιστο όφελος των 400 εκατ. € θα πρέπει να επιτευχθεί 100% απορροφητικότητα. Σε κάθε περίπτωση, δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί όφελος μεγαλύτερο των 400 εκατ. €, δηλαδή των αρχικών κεφαλαίων.

ΤΑ ΝΕΑ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ

Η πραγματικότητα με τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία, συνέχισε, είναι αρκετά πιο σύνθετη και αρκετά πιο ενδιαφέρουσα από χρηματοοικονομική άποψη. Για να κατανοήσουμε τον τρόπο λειτουργίας των νέων χρηματοδοτικών εργαλείων ας πάρουμε ως παράδειγμα τα νέα Ταμεία του ΕΤΕΑΝ, το Ταμείο Επιχειρηματικότητας ΙΙ (ΤΕΠΙΧ ΙΙ) και το Ταμείο Εξοικονομώ κατ’ Οίκον ΙΙ (ΤΕΞΟΙΚ ΙΙ). Το πρώτο από αυτά είναι ένα αμιγώς νέο χρηματοδοτικό εργαλείο, ενώ το δεύτερο είναι ένας συνδυασμός νέου και παλαιού.

Το ΤΕΠΙΧ ΙΙ, όπως και το ΤΕΠΙΧ Ι, αλλά όπως και όλα τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία, παίρνει τη μορφή ενός Ταμείου (Fund) στο οποίο εισφέρονται οι διαθέσιμοι πόροι (για παράδειγμα 400 εκατ. €). Από εδώ και πέρα όμως αρχίζουν οι διαφορές σε σχέση με τα παλαιά εργαλεία: Στο Ταμείο συνεπενδύονται και άλλοι πρόσθετοι πόροι (για παράδειγμα από τις τράπεζες). Ας υποθέσουμε ότι οι τράπεζες εισφέρουν ισόποσα κεφάλαια. Στην περίπτωση αυτή, το Ταμείο διαθέτει διπλάσια κεφάλαια σε σχέση με ένα αντίστοιχο παλαιό χρηματοδοτικό μέσο. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα η σχέση συνεπένδυσης είναι 1:1 και ο συντελεστής μόχλευσης είναι 2 (δηλαδή τα κεφάλαια που τελικά φτάνουν στις επιχειρήσεις είναι διπλάσια σε σχέση με τα αρχικά). Αυτό σημαίνει ότι θα ήταν δυνατόν για την οικονομία να επιτευχθεί το μέγιστο ή ακόμα και μεγαλύτερο όφελος από αυτό που θα επετύγχανε το παλαιό χρηματοδοτικό μέσον, ακόμα και με ποσοστό απορροφητικότητας μικρότερο του 100%. Για παράδειγμα εάν το ποσοστό απορροφητικότητας των αρχικών κεφαλαίων είναι 80% (δηλαδή 320 εκατ. €), επειδή σε αυτούς προστίθενται και οι πόροι των τραπεζών (άλλα 320 εκατ. €) οι πόροι που τελικά φτάνουν στην οικονομία είναι 640 εκατ., δηλαδή ποσό πολύ υψηλότερο του μέγιστου ποσού που θα ήταν δυνατόν να επιτευχθεί με το παλαιό χρηματοδοτικό εργαλείο. Πώς επετεύχθη αυτό; Στο νέο χρηματοδοτικό εργαλείο ο συντελεστής μόχλευσης λειτουργεί πολλαπλασιαστικά στο ποσοστό απορροφητικότας. Οπότε: 80% (ποσοστό απορροφητικότητας) X 2 (συντελεστής μόχλευσης) = 160%. Με αυτόν τον τρόπο τελικά διατέθηκαν στην οικονομία το 160% των αρχικών κεφαλαίων. Αυτό σημαίνει ότι με τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία το ποσοστό απορροφητικότητας δεν παίζει κανένα ρόλο; Όχι. Απλώς σημαίνει ότι δεν παίζει τον μοναδικό ρόλο. Γιατί εάν στο προηγούμενο παράδειγμα το ποσοστό απορροφητικότητας ήταν 100%, τα κεφάλαια που θα κατέληγαν στην οικονομία θα ήταν τα διπλάσια σε σχέση με τα αρχικά, δηλαδή 800 εκατ. €, γιατί ο συντελεστής μόχλευσης (2) θα πολλαπλασιαζόταν με 100% και όχι με 80%.

ΔΑΝΕΙΑΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ

Μήπως όμως αυτό, είπε ο κ.  Γαλιάτσος, σημαίνει ότι το μέγιστο όφελος από τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία είναι αυτό που προκύπτει από το συντελεστή μόχλευσης; Δηλαδή στο παράδειγμά μας το μέγιστο όφελος δεν μπορεί να υπερβεί το ποσόν των 800 εκατ. €; Όχι. Γιατί η δεύτερη μεγάλη διαφορά των νέων χρηματοδοτικών εργαλείων σε σχέση με τα παλαιά, είναι ότι αποτελούν δανειακά κεφάλαια και όχι επιδοτήσεις. Αυτό σημαίνει ότι τα κεφάλαια είναι επιστρεπτέα και κατά συνέπεια υπάρχει η δυνατότητα να ξαναδανειστούν, δηλαδή να ανακυκλωθούν. Εάν λοιπόν η χρονική διάρκεια του Ταμείου είναι 4 έτη και η χρονική διάρκεια των δανείων είναι ετήσια, ο συντελεστής ανακύκλωσης είναι 4, δηλαδή τα αρχικά κεφάλαια δανείζονται 4 φορές. Για να ευρεθεί το συνολικό όφελος για την οικονομία, θα πρέπει λοιπόν να πολλαπλασιαστούν το ποσοστό απορροφητικότητας, επί τον συντελεστή μόχλευσης, επί τον συντελεστή ανακύκλωσης, επί τα αρχικά κεφάλαια. Στο τελευταίο μας δηλαδή παράδειγμα: 100% X 2 X 4 = 800%. Κατά συνέπεια το συνολικό όφελος για την οικονομία θα είναι το οκταπλάσιο των αρχικών κεφαλαίων, δηλαδή 3,2 δισ. €.

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Το τελικό συμπέρασμα για τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία είναι ότι η αποτελεσματικότητά τους,  είναι συνάρτηση τριών παραμέτρων και όχι μόνο μίας όπως στα παλαιά. Αυτή η διαφορά έχει δύο συνέπειες:

1.            Η αποτελεσματικότητα των νέων εργαλείων, δυνητικά είναι πολλαπλάσια σε σχέση με τα παλαιά.

2.            Η ευελιξία των νέων εργαλείων είναι πολύ μεγαλύτερη.

Για την πρώτη συνέπεια αναφέρθηκαν αρκετά προηγουμένως. Όσον αφορά δτη δεύτερη, θα πρέπει να σημειωθεί ότι επειδή υπάρχουν περισσότερες από μία παράμετροι που καθορίζουν το τελικό αποτέλεσμα, υπάρχει η δυνατότητα επηρεασμού του με διάφορους τρόπους. Συγκεκριμένα, με την αυξομείωση των παραμέτρων, μπορούν να επιτυγχάνονται τα επιθυμητά αποτελέσματα. Για παράδειγμα εάν το τραπεζικό σύστημα έχει μειωμένη ρευστότητα, μπορεί να μειώνεται ο συντελεστής μόχλευσης (δηλαδή τα κεφάλαια που συνεισφέρουν οι τράπεζες) και να αυξάνεται ο συντελεστής ανακύκλωσης. Όταν αποκαθίστανται οι συνθήκες ρευστότητας, οι παράμετροι μπορούν να αυξομειώνονται  στην αντίθετη κατεύθυνση. Τελικά όπως προκύπτει, οι παράμετροι αποτελούν εργαλεία πολιτικής επηρεασμού του τελικού αποτελέσματος, στη διάθεση της Επενδυτικής Επιτροπής του Ταμείου. Η Επενδυτική Επιτροπή δηλαδή, μπορεί να καθορίζει τις επιθυμητές τιμές των παραμέτρων κατά την αρχή της περιόδου και να τις μεταβάλλει κάθε εξάμηνο, ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες και την εμπειρία του προηγούμενου εξαμήνου.

ΔΥΝΑΜΗ

Ένας ακόμα τρόπος για να κατανοηθεί η δύναμη των νέων χρηματοδοτικών εργαλείων,υπογράμμισε, είναι με την εξέταση της εμπειρίας του προγράμματος ΤΕΞΟΙΚ Ι. Το ΤΕΞΟΙΚ Ι ήταν ένα πρόγραμμα που αποτελούσε συνδυασμό παλαιών και νέων εργαλείων, δηλαδή επιδότησης και δανείου. Επειδή κατά τη διάρκεια του προγράμματος τα κεφάλαια που ήταν διαθέσιμα για επιδοτήσεις εξαντλήθηκαν, το Ταμείο απώλεσε τη δυνατότητα να εξυπηρετεί άλλους δικαιούχους, παρόλο που το Ταμείο Δανείων εξακολουθούσε να έχει διαθέσιμα. Το παλαιό δηλαδή χρηματοδοτικό μέσο έφτασε στα όρια του, όταν το ποσοστό απορροφητικότητας έφτασε στο 100%. Τελικά τη λύση έδωσε το νέο χρηματοδοτικό μέσο: Η επιστροφή των πόρων από τα δάνεια δημιούργησε τη δυνατότητα χρησιμοποίησής τους για νέες επιδοτήσεις, καλύπτοντας έτσι ένα μέρος της υπερβάλλουσας ζήτησης.

Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι στην προηγούμενη ανάλυση, δεν συμπεριλάβαμε άλλες μορφές επηρεασμού του τελικού αποτελέσματος, μέσω των νέων χρηματοδοτικών εργαλείων. Για παράδειγμα εάν τα αρχικά κεφάλαια (ή ένα μέρος τους) χρησιμοποιηθεί για την παροχή εγγυήσεων για τη χορήγηση δανείων και όχι άμεσα για δάνεια, το τελικό αποτέλεσμα για την οικονομία αυξάνεται ακόμα περισσότερο. Αυτό συμβαίνει γιατί προστίθεται μία νέα παράμετρος, ο συντελεστής μόχλευσης των εγγυήσεων. Συγκεκριμένα, 1  € από τα αρχικά κεφάλαια που χρησιμοποιείται για την παροχή δανείων, μπορεί να υποστηρίξει δάνεια ποσού μεγαλύτερου του 1 €. Τέλος στο συνολικό αποτέλεσμα δεν λήφθηκε υπόψη η κινητοποίηση και άλλων πρόσθετων κεφαλαίων που πραγματοποιείται μέσω της ενεργοποίησης των νέων χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως για παράδειγμα τα πρόσθετα κεφάλαια που θα επενδύσουν οι ίδιες οι επιχειρήσεις ή άλλοι επενδυτές, μέσω της ίδιας συμμετοχής στα επενδυτικά σχέδια. Η τελευταία παρατήρηση, μας οδηγεί στην αποκάλυψη μιας νέας γενιάς χρηματοδοτικών εργαλείων που δημιουργείται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, των επενδυτικών πλατφορμών.

Το τελικό συμπέρασμα κατέληξε ο ομιλητής είναι ότι τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία έχουν πολύ μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και παρουσιάζουν πολύ μεγαλύτερο βαθμό ευελιξίας σε σχέση με τα παλαιά. Εάν χρησιμοποιηθούν σωστά, μπορούν να προσφέρουν ανεκτίμηστη βοήθεια στην ελληνική οικονομία, η οποία τα έχει πολύ μεγάλη ανάγκη”.