tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Η διαφορά στις εισφορές παραβιάζει την συνταγματική αρχή της ισότητας

Ενστάσεις διατυπώνει η επιστημονική επιτροπή της Βουλής στην έκθεσή της για το ασφαλιστικό-φορολογικό νομοσχέδιο

Ενστάσεις διατυπώνει η επιστημονική επιτροπή της Βουλής στην έκθεσή της για το ασφαλιστικό-φορολογικό νομοσχέδιο που συζητείται στην Βουλή.

 

Ιδιαίτερης σημασίας είναι οι παρατηρήσεις της σχετικά με την διαφορά ανάμεσα στις εισφορές των μισθωτών και ελεύθερων επαγγελματιών.

—–

7. Επί του άρθρου 39 (σε συνδυασμό με το άρθρο 38 παρ. 1 έως 3)
………..

Συμφώνως προς την Αιτιολογική Έκθεση επί του εν λόγω άρθρου, «κατ' αυτόν τον τρόπο, εξασφαλίζονται ενιαίοι (…) κανόνες για όλες τις κατηγορίες των ασφαλισμένων του Ε.Φ.Κ.Α. και τα βάρη κατανέμονται κατά δίκαιο τρόπο ανάλογα με τις δυνάμεις του εκάστοτε ασφαλισμένου».

 

Παρατηρείται, εν προκειμένω, ότι για τους μισθωτούς εργαζομένους, η ασφαλιστική εισφορά (20%) που αναλογεί στις αποδοχές τους βαρύνει αυτούς μόνο κατά το 1/3, και συγκεκριμένως σε ποσοστό 6,67%, δεδομένου ότι η, σε ποσοστό 13,33% επί των καταβαλλόμενων αποδοχών, εισφορά του εργοδότη δεν αποτελεί μέρος των αποδοχών/εισοδημάτων του εργαζομένου, δεν βαρύνει τον εργαζόμενο, και μόνος υπόχρεος για την καταβολή της είναι ο εργοδότης, δηλαδή πρόσωπο διαφορετικό από τον ασφαλισμένο. Αντιθέτως, για τους αυτοαπασχολουμένους και τους ελεύθερους επαγ γελματίες δεν έχει περιληφθεί αντίστοιχη ρύθμιση, η οποία θα προέβλεπε, αναλόγως, ότι τα 2/3 των ασφαλιστικών εισφορών τους βαρύνουν κατά νόμο τους πελάτες/αντισυμβαλλομένους τους.

 

Κατά συνέπεια, η επιβολή εισφοράς κύριας σύνταξης με συντελεστή 20% επί του εισοδήματος της ανωτέρω κατηγορίας ασφαλισμένων εισάγει, κατά παράβαση της συνταγματικώς κατοχυρωμένης αρχής της ισότητας [αλλά, κατ’ αποτέλεσμα, και της αρχής ανταποδοτικότητας των εισφορών], δυσμενή διάκριση σε βάρος τους, εν σχέσει προς την εισφορά που καταβάλλουν οι μισθωτοί εργαζόμενοι η οποία, κατά τα προαναφερθέντα, ανέρχεται σε ποσοστό 6,67% επί του εισοδήματος (αποδοχών) τους, καθότι άγει σε τριπλάσια επιβάρυνση του εισοδήματος των αυτοαπασχολουμένων και ελεύθερων επαγγελματιών για την καταβολή της ίδιας συνταξιοδοτικής παροχής.

 

Περαιτέρω, ενόψει της διατύπωσης της παραγράφου 2, η οποία αναφέρει ότι η ασφαλιστική εισφορά «καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, από την άσκηση [της] δραστηριότητά[ς] τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος», επισημαίνεται ότι δεν είναι σαφές αν η ασφαλιστική εισφορά θα εκπίπτει από το ακαθάριστο εισόδημα των αυτοαπασχολουμένων και ελεύθερων επαγγελματιών κατά τον προσδιορισμό του αναλογούντος φόρου εισοδήματος.