tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

ΙΝΕ – ΓΣΕΕ Συμπεράσματα για την αδήλωτη εργασία

ΙΝΈ – ΓΣΈΈ: ΑΠΟΤΈΛΈΣΜΑΤΑ – ΣΥΜΠΈΡΑΣΜΑΤΑ ΠΑΝΈΛΛΑΔΙΚΗΣ ΔΙΑΚΛΑΔΙΚΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ ΈΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΔΗΛΏΤΗ ΈΡΓΑΣΙΑ

ΙΝΈ – ΓΣΈΈ: ΑΠΟΤΈΛΈΣΜΑΤΑ – ΣΥΜΠΈΡΑΣΜΑΤΑ ΠΑΝΈΛΛΑΔΙΚΗΣ ΔΙΑΚΛΑΔΙΚΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗΣ ΈΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΔΗΛΏΤΗ ΈΡΓΑΣΙΑ
 

Α. Εισαγωγή

 

Η αδήλωτη εργασία έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις πρώτα από όλα στην ποιότητα της εργασίας, στις συνθήκες εργασίας και στα δικαιώματα των εργαζομένων. Για αυτό η αδήλωτη εργασία ήταν, είναι και θα είναι στο επίκεντρο της πολιτικής ατζέντας και της δράσης των συνδικάτων. Ωστόσο, η αδήλωτη εργασία έχει και σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία, καθώς συντηρεί και τροφοδοτεί την παραοικονομία και την εισφοριαδιαφυγή, ενώ χαρακτηρίζεται διαχρονικά από έλλειμμα πολιτικής βούλησης για την αποτελεσματική αντιμετώπισή της με στόχευση και διάρκεια. Η αδήλωτη εργασία είναι επιλογή υπονόμευσης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, του συστήματος υγείας και γενικότερα του κοινωνικού κράτους που έχει απομείνει από την εφαρμογή των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής.
 

Η πανελλαδική διακλαδική συνάντηση εργασίας για την αδήλωτη εργασία υλοποιήθηκε στο πλαίσιο διαδικασίας επίσημης τεχνικής βοήθειας από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας για τη χαρτογράφηση και αντιμετώπιση του φαινομένου της αδήλωτης και της μερικά αδήλωτης εργασίας στην Ελλάδα και τη διαμόρφωση προτάσεων αντιμετώπισής του. Η δράση αυτή γίνεται υπό την αιγίδα και ευθύνη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO) και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με σκοπό τη διαμόρφωση προτάσεων, αφού λάβουν υπόψη τις θέσεις/προτάσεις της ΓΣΕΕ και των εθνικών εργοδοτικών οργανώσεων (ΣΕΒ, ΓΣΕΒΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΤΕ).

Η συζήτηση συντονίστηκε από τον Επιστημονικό Διευθυντή του ΙΝΕ ΓΣΕΕ Γ. Αργείτη, ενώ τη διαδικασία παρακολούθησε η Νομική Υπηρεσία της ΓΣΕΕ και εξειδικευμένοι επιστημονικοί συνεργάτες του ΙΝΕ ΓΣΕΕ.

Η διαδικασία της 14ης/4/2016 κατέληξε με τη διαμόρφωση της παρούσας έκθεσης σύνθεσης των απόψεων των συμμετεχόντων εκπροσώπων των εργαζομένων, οι οποίοι με την εμπειρία τους, τα βιώματά τους και τις γνώσεις τους, έδωσαν μια ολοκληρωμένη εικόνα του φαινομένου, ενώ οι προτάσεις τους για την αντιμετώπιση του θα αποτελέσει το πλαίσιο της συμβολής των Συνδικάτων στο πρόγραμμα του ILO.

Το φαινόμενο της αδήλωτης και της μερικά αδήλωτης εργασίας στην Ελλάδα – σύντομες εισαγωγικές παρατηρήσεις

1. Στην προσπάθεια προσδιορισμού του μεγέθους της αδήλωτης εργασίας στην Ελλάδα διαπιστώνονται ορισμένες μεθοδολογικές δυσκολίες, ενώ, ταυτόχρονα, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη ορισμένοι παράγοντες που αφορούν στον ορισμό του φαινομένου. Κατ’ αρχήν, πρέπει να διευκρινιστεί ότι ελλείψει σαφούς και εμπεριστατωμένου ορισμού για την αδήλωτη εργασία στην ελληνική έννομη τάξη, το μέγεθος εκείνο το οποίο καταγράφεται είναι αποκλειστικά αυτό της πλήρως αδήλωτης, δηλαδή της ανασφάλιστης εργασίας.

2. Η σποραδικότητα των ελέγχων ανά επιχείρηση και το περιορισμένο ύψος των προστίμων μέχρι το 2013, είχε ως αποτέλεσμα μεγάλος αριθμός εργοδοτών, ιδίως στο περιβάλλον της ύφεσης και της κρίσης, να επιλέγει συνειδητά την πλήρως αδήλωτη εργασία (IMF, 2013).Ως εκ τούτου οι αρμόδιες ελεγκτικές αρχές του Υπουργείου Εργασίας (ΕΥΠΕΑ, ΙΚΑ) κατά την διάρκεια των ελέγχων τους καταγράφουν ποσοστά πλήρως αδήλωτης εργασίας που αυξάνουν από το 29,7% στα τέλη του 2009, στο πρωτοφανές 40,5% στα τέλη του 2013.

3. Από το Φθινόπωρο του 2013 τίθεται σε εφαρμογή το αυξημένο πρόστιμο των 10.550 ευρώ ανά αδήλωτο εργαζόμενο (ή
9.200 ευρώ για τους κάτω των 25 ετών) ως αντικίνητρο για την ανασφάλιστη εργασία. Μία από τις συνέπειες αυτής της επιλογής (Καψάλης, 2015) είναι η καταφυγή των εργοδοτών σε πλασματική, εικονική ή ελάχιστη δήλωση των αδήλωτα εργαζομένων προκειμένου, σε περίπτωση ελέγχου από το ΣΕΠΕ και την ΕΥΠΕΑ/ΙΚΑ, να τιμωρηθούν με πρόστιμα πολύ ηπιότερα, τα οποία προβλέπονται για άλλες παραβάσεις της εργατικής νομοθεσίας (ωράριο εργασίας, επαγγελματική ειδικότητα, παράνομη υπερωρία) που αφορούν στην πραγματικότητα στην μερικώς ή στην πλημμελώς δηλωμένη εργασία (Kikilias, Karatzoyannis and Kapsalis, 2008; Καψάλης, 2012).

4. Αυτή η εξέλιξη αποτυπώνεται και επηρεάζει προφανώς και την πορεία της καταγραφής των ποσοστών πλήρως αδήλωτης εργασίας από τις αρμόδιες ελεγκτικές υπηρεσίες. Από 40,5% στα τέλη του 2013, το ποσοστό αυτό περιορίζεται στο 25% το 2014 (ILO, 2014) και ακολουθεί διαρκώς φθίνουσα πορεία, έτσι ώστε στο σύνολο των ελέγχων της περιόδου 15/09/2013 – 30/11/2015 (Ενημερωτικό Δελτίο Επιχειρησιακού Σχεδίου Άρτεμις, Νοέμβριος 2015), το ποσοστό αυτό είναι μόλις 5,32% ή (13,6% για την ειδική κατηγορία των αλλοδαπών εργαζομένων). Τέλος, τα μεγαλύτερα ποσοστά αδήλωτης εργασίας κατά το ίδιο διάστημα καταγράφονται στους κλάδους των υπηρεσιών εστίασης και του λιανικού εμπορίου.

5. Επιπλέον, σε ό,τι αφορά στις έρευνες εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ (Β΄ Τρίμηνα), καταγράφονται επίσης πολύ χαμηλά ποσοστά ανασφάλιστης (πλήρως αδήλωτης) εργασίας της τάξης του 3,8%, τόσο για το 2008, όσο και για το 2015 στο σύνολο των απασχολουμένων. Το σύνολο της επιστημονικής κοινότητας συγκλίνει στην άποψη ότι οι αδήλωτα εργαζόμενοι κατά κανόνα αποφεύγουν να συμμετάσχουν στις έρευνες εργατικού δυναμικού και κυρίως οι μετανάστες χωρίς άδεια διαμονής, οι οποίοι εκφεύγουν σε πολύ μεγάλο βαθμό ακόμη και της δεκαετούς απογραφής πληθυσμού (Κοτζαμάνης και Ντυκέν, 2012). Σύμφωνα με εκτιμήσεις ο αριθμός των μεταναστών χωρίς χαρτιά στην Ελλάδα δεν μπορεί να είναι μικρότερος των 500.000 και αφορά κατά κανόνα σε εργαζόμενους που είναι θεσμικά εγκλωβισμένοι στην μαύρη εργασία ελλείψει άδειας διαμονής (για εργασία) σε ισχύ. Παρόλα αυτά, ανάμεσα στα έτη 2008 και 2015 παρατηρούνται οι εξής τάσεις από τις έρευνες εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ (Καψάλης και Κρητικίδης, 2016):

• πρώτον, το ποσοστό ανασφάλιστης εργασίας των γηγενών μένει σταθερό (2,8%), των αλλοδαπών αυξάνει από το 13,7% στο 17% ενώ ιδίως των κοινοτικών αλλοδαπών αυξάνει από το 17,6% στο 23,3%,

• δεύτερον, αυξάνει το ποσοστό των εργαζομένων που δεν συμπληρώνουν τον απαραίτητο αριθμό ενσήμων για την έκδοση βιβλιαρίου υγείας από το 2,0% στο 2,9% για τους γηγενείς και από το 12,3% στο 16,6% για το σύνολο των αλλοδαπών,

• τρίτον, διαπιστώνεται ότι η αδήλωτη εργασία έχει διογκούμενες δυσμενείς αρνητικές επιπτώσεις και στην έλλειψη ασφάλισης υγείας, εφόσον για το 2015 το 90% των αδήλωτα εργαζόμενων μεταναστών δεν έχει ασφάλεια υγείας (75,2% για το 2008), ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για τους γηγενείς είναι αντίστοιχα 59,3% (2015) και 48,3% (2008).

7. Κατόπιν όσων προηγήθηκαν, συμπεραίνονται τα εξής:

• πρώτον, τα διαθέσιμα στατιστικά δεδομένα στερούνται αξιοπιστίας, δεν αφορούν παρά στα απολύτως ελάχιστα ποσοστά της πλήρως αδήλωτης εργασίας και θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με σύνεση και επιφύλαξη,

• δεύτερον, απαιτείται η αναπροσαρμογή και η συμπλήρωση των οικείων πεδίων στα δελτία/ ερωτηματολόγια των στατιστικών καταγραφών που συμπληρώνονται από την ΕΛΣΤΑΤ και από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς της αγοράς εργασίας (ΣΕΠΕ, ΙΚΑ) στην βάση, ασφαλώς, ενώ εμπεριστατωμένου και διευρυμένου νομικού ορισμού της αδήλωτης εργασίας που να περιλαμβάνει διακριτά όλες τις πιθανές υπο-κατηγορίες ή διαφορετικές εκφάνσεις της αδήλωτης εργασίας (πλήρως/ μερικώς/ πλημμελώς δηλωμένη εργασία κοκ),

τρίτον, το ύψος των προστίμων και η έκταση γενικότερα των κυρώσεων για την παραβατικότητα στην αγορά εργασίας και την αδήλωτη εργασία ειδικότερα, θα πρέπει να μην λαμβάνονται ως μέτρα με αποσπασματικό τρόπο, αλλά να τελούν σε συνάρτηση με το σύνολο των διατάξεων και των πρωτοβουλιών που υιοθετούνται για τον περιορισμό του φαινομένου και κυρίως να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος ενός συνολικότερου πλαισίου στρατηγικής που περιλαμβάνει πλήθος κινήτρων και αντικινήτρων άρτια συναρθρωμένων μεταξύ τους.

8. Σε αυτή την κατεύθυνση απαιτείται να ληφθεί, επιπλέον, ειδική μέριμνα για πέντε ζητήματα-δομικούς παράγοντες διατήρησης ή ενίσχυσης της αδήλωτης εργασίας στην περίπτωση της Ελλάδας(Καψάλης, 2015α).

9. Το πρώτο αφορά στην αναγκαιότητα πλήρους ρύθμισης του καθεστώτος της πολύ-απασχόλησης στον χώρο της υπαίθρου και ειδικότερα της μισθωτής εργασίας στον κλάδο της αγροτικής οικονομίας, το 75% της οποίας αφορά σε αλλοδαπούς εργάτες γης, σε πολύ μεγάλο ποσοστό χωρίς άδεια διαμονής. Η πιστή εφαρμογή των διατάξεων για την καταναγκαστική εργασία θα μπορούσε να αποτελέσει μια αφετηρία για την αποτροπή φαινομένων παραβατικότητας στον χώρο της γεωργίας-κτηνοτροφίας.

10. Το δεύτερο ζήτημα, έχει να κάνει με την εν γένει μεταναστευτική πολιτική της χώρας και της διατήρησης ενός θεσμικού πλαισίου, το οποίο λειτουργεί ως μηχανισμός «από-νομιμοποίησης» των μεταναστών και διαρκούς τροφοδότησης της μαύρης εργασίας (ILO, 2014 – Kapsalis, 2009) από τις τάξεις των αλλοδαπών εργαζομένων, συχνά μόνιμα και επί μακρόν εγκατεστημένων στην χώρα.

11. Το τρίτο ζήτημα σχετίζεται με το σύνολο των ρυθμίσεων στο πλαίσιο της προωθούμενης μεταρρύθμισης του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, οι οποίες για ορισμένες κατηγορίες νέων κυρίως εργαζομένων υψηλής ειδίκευσης και αυτοαπασχολούμενων λειτουργούν αποτρεπτικά σε ό,τι αφορά στην προσδοκία αξιοπρεπούς συνταξιοδότησης, ενώ συνεπάγονται αντικειμενικές δυσκολίες οικονομικής ανταπόκρισης στις αυξημένες απαιτήσεις των ασφαλιστικών εισφορών.

12. Το τέταρτο ζήτημα αφορά στην ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων σε ένα ακόμη «άβατο», στην οικία του εργοδότη,οι οποίες καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα ειδικοτήτων και επαγγελμάτων, από την φύλαξη/ φροντίδα ανηλίκων ή ασθενών μέχρι την εκπαίδευση σε όλα τα επίπεδα και τις βαθμίδες. Εκτός από την αναζήτηση τρόπων διεξαγωγής ελέγχων για την νομιμότητα αυτών των εργασιακών σχέσεων, είναι απαραίτητο να διαμορφωθεί ένα ισχυρό πλέγμα κινήτρων και αντικινήτρων και για τα δύο μέρη της σχέσης, ώστε αυτές οι δραστηριότητες να αποκτήσουν, έστω, σε πρώτη φάση, «διοικητικά ίχνη».

13. Τέλος, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η απορρύθμιση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και κυρίως η κατάργηση της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, έχουν κατ’ έμμεσο τρόπο, σημαντικές συνέπειες στις τάσεις διόγκωσης όλων των εκδοχών αδήλωτης εργασίας, επιβαρύνοντας πρόσθετα τους εργαζόμενους όχι μόνο με την πίεση αποδοχής δυσμενέστερων όρων εργασίας, αλλά και με την ανοχή τους στη δήλωση ψευδών στοιχείων από τους εργοδότες και στις δύο περιπτώσεις με την απειλή της απόλυσης ή της περαιτέρω υποβάθμισης των όρων εργασίας τους. Αυτή η εξέλιξη παρατηρείται λόγω της έξαρσης του φαινομένου της ατομικής διαπραγμάτευσης για ένα μεγάλο αριθμό εργαζομένων που δεν καλύπτονται πλέον από κάποια κλαδική/ ομοιο-επαγγελματική ή επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας, όπως επίσης και από την αδυναμία να διαπιστώσουν εάν ο εργοδότης τους είναι μέλος της οικείας εργοδοτικής οργάνωσης που δεσμεύεται από κλαδική ή ομοιοεπαγγελματική σύμβαση. Οι εργαζόμενοι αυτοί, με συρρικνωμένες κατά κανόνα αποδοχές, λαμβανομένων υπόψη των επιπρόσθετων φορολογικών επιβαρύνσεων που επιβάλλονται με άξονα το εισόδημα και τη μισθωτή σχέση εργασίας στο πλαίσιο των πολιτικών λιτότητας, οδηγούνται σε ανοχή της υπαγωγής τους σε καθεστώς ολικής ή μερικής αδήλωτης εργασίας, προκειμένου να διασφαλίσουν τη θέση εργασίας τους και την ικανοποίηση καθημερινών βιοτικών ατομικών και οικογενειακών υποχρεώσεων.

 

Γ. Βασικό πλαίσιο προτάσεων ΓΣΕΕ από τη σύνθεση των θέσεων των δευτεροβάθμιων οργανώσεων μελών της.

Όπως ήδη αναφέρθηκε, η ΓΣΕΕ και το οργανωμένο συνδικαλιστικό Κίνημα της χώρας με την τεχνική και επιστημονική υποστήριξη του ΙΝΕ ΓΣΕΕ έχουν δηλώσει την παρουσία και τη συμβολή τους σε κάθε προσπάθεια ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων, ελπίζοντας στην επίτευξη του στόχου να σχεδιασθεί και να υλοποιηθεί ένα αποτελεσματικό πρόγραμμα όχι μόνο για την αντιμετώπιση του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας στην Ελλάδα, αλλά και για την πρόληψή του.
Η Συνομοσπονδία ωστόσο οφείλει να επισημάνει ότι και αυτή η τεχνική βοήθεια του ILO, αυτού του διεθνούς οργανισμού που έχει την τριμερή διάσταση της εκπροσώπησης στην καρδιά της λειτουργίας του, βρίσκει την Ελλάδα όχι μόνο με ποσοτική και ποιοτική υποβάθμιση, αλλά με πλήρες πια έλλειμμα θεσμικού τριμερούς κοινωνικού διαλόγου.
Στο πλαίσιο αυτό, βασική θέση της ΓΣΕΕ είναι η άμεση ενεργοποίηση του δομημένου θεσμικού κοινωνικού διαλόγου με σεβασμό στη συλλογική αυτονομία και τη συμμετοχή των μερών, η οργάνωση των κατακερματισμένων δομών του με σαφείς αρμοδιότητες, η τακτικότητα στη λειτουργία τους και η αξιολόγησή τους με βάση προσδιορισμένες αρχές και κριτήρια για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της αξιοπιστίας τους.

Ενδεικτικό παράδειγμα υπολειτουργούντων ή ανενεργών δομών τριμερούς κοινωνικού διαλόγου για το ζήτημα εν προκειμένω της αδήλωτης εργασίας είναι ότι η ύλη του εμπίπτει στην αρμοδιότητα πολλών τριμερών δομών κοινωνικού διαλόγου όπως πχ στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Απασχόλησης (ανενεργό), στην Εθνική Επιτροπή Απασχόλησης (ανενεργή), στην Εθνική Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας (ανενεργή), σε όλα τα τμήματα του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας (ανενεργά τα περισσότερα), στο Συμβούλιο Κοινωνικού Ελέγχου της Επιθεώρησης Εργασίας (υπολειτουργεί), στο Συμβούλιο Κοινωνικής Ασφάλισης (δεν έχει τεθεί το ζήτημα) κλπ.

Παρακάτω ακολουθεί το βασικό πλαίσιο των προτάσεων της ΓΣΕΕ από τη σύνθεση των θέσεων των δευτεροβάθμιων οργανώσεων μελών της κατά τη πανελλαδική διακλαδική συνάντηση εργασίας της 14ης Απριλίου 2016, με την επιφύλαξη ότι το πλαίσιο αυτό είναι ενδεικτικό και μπορεί να συμπληρωθεί αφενός με περαιτέρω θέσεις και προτάσεις που θα προκύψουν και από τις αποφάσεις των οργάνων της Συνομοσπονδίας, αφετέρου από τις ίδιες τις δευτεροβάθμιες Οργανώσεις μέλη της στο πλαίσιο των δικών τους αυτοτελών προτάσεων και θέσεων.

Σημειώνεται επίσης ότι η αρίθμηση των προτάσεων εξυπηρετεί τις ανάγκες παρουσίασης του κειμένου και δεν αντιστοιχεί σε προτεραιοποίησή τους, καθώς όλες έχουν ισάξια βαρύτητα και χρήζουν άμεσης υλοποίησης.

1. Ενίσχυση και αναβάθμιση ΣΕΠΕ πανελλαδικά σε επίπεδο ανθρωπίνων και υλικοτεχνικών πόρων, με σκοπό τη θωράκιση της ανεξαρτησίας και της αποτελεσματικής λειτουργίας του. Σύσταση ειδικής ομάδας Κοινωνικών και Τεχνικών Επιθεωρητών με δυνατότητα άμεσων ελέγχων. Αξιοποίηση της τεχνικής βοήθειας από τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας, υπό το φως των προβλέψεων και εγγυήσεων της ΔΣΕ 81 (1947) .

2. Στελέχωση του ΣΕΠΕ με επιπλέον διοικητικό προσωπικό, ώστε να αποφορτιστούν οι Κοινωνικοί και Τεχνικοί Επιθεωρητές από τη γραφειοκρατική εργασία και να μπορούν να εκτελούν απερίσπαστοι το ελεγκτικό τους έργο. Ενίσχυση των μεικτών κλιμακίων ελέγχου.

3. Διασύνδεση Πληροφοριακών Συστημάτων όλων των συναρμόδιων υπηρεσιών και Υπουργείων, που περιέχουν στοιχεία ικανά να επικουρήσουν τον έλεγχο της παραβατικότητας στην αγορά εργασίας (πχ Υπουργείο Εργασίας – ΣΕΠΕ / ΙΚΑ, Υπουργείο Οικονομικών Εφορίες, Υπουργείο Ανάπτυξης – ΓΕΜΗ κλπ). Πρόσβαση των εργαζομένων και των εκπροσώπων τους σε δεδομένα των πληροφοριακών συστημάτων εργασίας και ασφάλισης.

4. Άμεση αποτύπωση των ελεγκτικών μηχανισμών και υπηρεσιών συναρμόδιων Υπουργείων, ώστε να μην παρατηρείται το φαινόμενο είτε ελλιπών είτε ανύπαρκτων ελέγχων (πχ Υπουργείο Εργασίας και Υπουργείο Παιδείας, Υπουργείο Εργασίας και Υπουργείο Υγείας, Υπουργείο Εργασίας και Υπουργείο Ανάπτυξης κλπ). Διασφάλιση μέσω της νομοθεσίας και των απαιτούμενων κανονιστικών πράξεων της αποτελεσματικής συνεργασίας των συναρμόδιων ελεγκτικών μηχανισμών και παρακολούθηση του έργου τους.

5. Θεσμοθέτηση εργατικής συμμετοχής και στους ελέγχους του ΙΚΑ. Ενίσχυση της εργατικής συμμετοχής κατά τη διάρκεια των ελέγχων του ΣΕΠΕ, με τη δυνατότητα παρουσίας εκπροσώπου και της αντίστοιχης δευτεροβάθμιας Ομοσπονδίας. Διερεύνηση της δυνατότητας δημιουργίας συλλογικών οργάνων επίλυσης εργατικών διαφορών τριμερούς εκπροσώπησης στο ΣΕΠΕ, κατά το πρότυπο των Τοπικών Διοικητικών Επιτροπών του ΙΚΑ.

6. Διάγνωση ήδη υφισταμένων προβλημάτων στο πλαίσιο της λειτουργίας των πληροφοριακών συστημάτων, όπως πχ του ΕΡΓΑΝΗ και τροποποίηση των σχετικών διατάξεων που αποδεδειγμένα οδηγούν σε παραβατικές συμπεριφορές, όπως πχ

• η δυνατότητα του εργοδότη να αναγγέλει ηλεκτρονικά την οικειοθελή αποχώρηση του εργαζόμενου, χωρίς την υποχρέωση συνυποβολής του υπογεγραμμένου από τον εργαζόμενο εγγράφου της παραίτησης

• ζητήματα από την τήρηση του Βιβλίου Ημερησίων Δελτίων Απασχολούμενου Προσωπικού σε Οικοδομοτεχνικά Έργα

7. Αξιολόγηση (επιμέρους και κοινή) των συστημάτων προστίμων και εν γένει ποινών για τις παραβιάσεις της εργατικής και κοινωνικοασφαλιστικής νομοθεσίας και λήψη μέτρων για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της προστασίας της εργασίας. Εξέταση παράλληλων ή εναλλακτικών μέσων και τρόπων συμμόρφωσης των εργοδοτών με τις νόμιμες, αλλά και πραγματικές ανάγκες απασχόλησης στις επιχειρήσεις τους, όπως πχ υποχρέωση απασχόλησης (και συνακόλουθα ασφάλισης) του αδήλωτου εργαζόμενου στην ειδικότητα που πρέπει και για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, χωρίς τη δυνατότητα απόλυσης.

Επισημαίνεται σε κάθε περίπτωση ότι στοιχείο της αποτελεσματικότητας των ελέγχων είναι και η δυνατότητα επιβολής κυρώσεων, ανάλογων της παράβασης και αποτρεπτικών. Η δυνατότητα επιβολής κυρώσεων επιχειρεί να καταστήσει εφικτή την πραγματοποίηση των ελέγχων σε εργοδότες, αποτρέποντας συμπεριφορές που μπορεί να τους ματαιώσουν.
Το ζήτημα της παροχής κινήτρων στους εργοδότες (πχ φορολογικά κίνητρα, η Λευκή Λίστα κλπ) είναι ανεξάρτητο από τη συνεπή και συνεκτική λειτουργία του ελεγκτικού μηχανισμού και του συστήματος κυρώσεων των παραβατικών συμπεριφορών.

8. Επανεξέταση της αποτελεσματικότητας του θεσμού της κάρτας εργασίας, στη βάση τόσο των τεχνολογικών εξελίξεων και δυνατοτήτων, αλλά και της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων. Καμία κύρωση σε βάρος των εργαζομένων κατά τη διαπίστωση παραβατικών πρακτικών των εργοδοτών.

9. Παραμετρικές αλλαγές σε ρυθμίσεις της εργατικής νομοθεσίας (ατομικού ή συλλογικού εργατικού δικαίου), που συμβάλλουν στην αύξηση του φαινομένου της αδήλωτης ή μερικά δηλωμένης εργασίας, όπως πχ αποκατάσταση και διασφάλιση της συλλογικής αυτονομίας, των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας επαναφορά σε σταθερές βάσεις των πυλώνων του συλλογικού εργατικού δικαίου για την αρχή της εύνοιας, την επεκτασιμότητα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και τη μετενέργεια του συνόλου των όρων τους για την αποτελεσματική αποτροπή της μάστιγας των ατομικών συμβάσεων εργασίας και των επιχειρησιακών ΣΣΕ με όρους δυσμενέστερους από τις κλαδικές ΣΣΕ

• κατάργηση των διατάξεων που διαφοροποιούν την αμοιβή στη βάση της ηλικίας
– Ισότιμη μισθολογική και κοινωνικοασφαλιστική κάλυψη για τους νέους σε ηλικία εργαζόμενους

• επαναφορά των προσαυξήσεων λόγω προϋπηρεσίας και ίση μεταχείριση όλων των εργαζομένων Κατάργηση των διατάξεων που διαφοροποιούν τα κατώτατα όρια αμοιβής των μακροχρόνια ανέργων που προσλαμβάνονται ως υπάλληλοι

• κατάργηση της διάταξης, με την οποία καταργήθηκε η προσαύξηση της αμοιβής των μερικώς απασχολούμενων σε περίπτωση που τους ζητηθεί εργασία πέραν του μειωμένου ωραρίου τους

• τροποποίηση των διατάξεων για τις συμβάσεις έργου ή ανεξαρτήτων υπηρεσιών που υποκρύπτουν εξαρτημένη εργασία
– ενίσχυση του τεκμηρίου υπέρ της εξαρτημένης εργασίας

• επαναφορά της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας στα καταστήματα και κατάργηση της δυνατότητας διακεκομμένου ωραρίου σε καταστήματα με συνεχές ωράριο

• ενεργοποίηση της διάταξης για την υποχρέωση κατάθεσης των αποδοχών των εργαζομένων στην Τράπεζα
• αυστηροποίηση των διατάξεων για τη μαθητεία και την πρακτική άσκηση εργαζομένων – θέσπιση ανώτατου επιτρεπομένου ορίου απασχόλησης μαθητών ή πρακτικά ασκούμενων σε σχέση με το τακτικό προσωπικό και ειδικότητες, που οφείλει να έχει μια επιχείρηση.

10. Ενίσχυση πλαισίου επαγγελματικών ειδικοτήτων στη βάση του είδους της επιχείρησης και του κλάδου δραστηριότητας, αλλά και των ειδικοτήτων ασφάλισης στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και των υφισταμένων επαγγελματικών περιγραμμάτων, τα οποία μάλιστα είναι προϊόν συμφωνίας εργατικής και εργοδοτικής πλευράς. Επίσης, συζητήθηκε η ανάγκη ουσιαστικής συμμετοχής του Υπουργείου Εργασίας στις αδειοδοτήσεις τεχνικών επαγγελμάτων.

11. Θεσμοθέτηση ελάχιστης σύνθεσης προσωπικού και ανάλογων αντικειμενικών κριτηρίων ελέγχου, ανάλογα με τον κλάδο δραστηριότητας, κατά το πρότυπο των οικοδομικών εργασιών και σχετικού τεκμηρίου ελέγχου των εργοδοτών.

12. Θέσπιση ειδικών αντικειμενικών τεκμηρίων για την αντιμετώπιση της μη δήλωσης προσωπικού σε ειδικότητες, όπως οι ταχυμεταφορείς, με υψηλά ποσοστά αδήλωτης εργασίας σε πολλούς κλάδους δραστηριότητας (από εμπορικά και επισιτιστικά καταστήματα και ταχυδρομικές υπηρεσίες, έως ταχυμεταφορά βιολογικού υλικού προς εργαστήρια κλπ).

13. Ρητή απαγόρευση των εργολαβικών αναθέσεων για την παροχή εργασίας απαραίτητης για τη λειτουργία μιας επιχείρησης. Μέχρι να συμβεί αυτό, ενίσχυση του ρυθμιστικού πλαισίου για τις εργολαβικές αναθέσεις στο πλαίσιο της από 26-1-2009 απόφασης της Ολομέλειας της Διοίκησης της Γ.Σ.Ε.Ε. και της σχετικής μελέτης ΙΝΕ/Γ.Σ.Ε.Ε. για τις εργασιακές σχέσεις στον κλάδο του καθαρισμού (2009), λαμβάνοντας υπόψη την εκτεταμένη χρήση εργολαβιών σε πληθώρα κλάδων επιχειρηματικής δραστηριότητας τόσο παροχής υπηρεσιών, όσο και παραγωγής πχ:

• θέσπιση ευθύνης αλληλεγγύως και εις ολόκληρον και για τον αναθέτοντα φορέα ή αρχή (όχι μόνο για τον εργολάβο/υπεργολάβο)

• επέκταση του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων για τις εργολαβικές αναθέσεις φύλαξης και καθαρισμού σε όλα τα είδη εργολαβιών

• έναρξη λειτουργίας του «Μητρώου Παραβατών Εταιρειών Παροχής Υπηρεσιών Καθαρισμού ή/και Φύλαξης» και δημοσιοποίηση στοιχείων του στις Εκθέσεις του Σ.ΕΠ.Ε. και επέκτασή του σε όλα τα είδη εργολαβικών αναθέσεων

• μέχρι τη ρητή απαγόρευση των εργολαβικών αναθέσεων για την παροχή εργασίας απαραίτητης για τη λειτουργία μιας επιχείρησης, θέσπιση αυστηρών διαδικασιών πιστοποίησης εργολαβικών εταιριών ως προς τις παρεχόμενες από αυτές υπηρεσίες

• κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας 94 (1949) «για τις ρήτρες εργασίας στις συμβάσεις με το Δημόσιο» και της Δ -Σύστασης 84, ως σημαντικής ρυθμιστικής παραμέτρου στην ενίσχυση του θεσμικού πλαισίου κατά των καταχρήσεων στις εργολαβικές αναθέσεις. Ουσιαστική συμβολή βέβαια στην ενίσχυση του εθνικού ρυθμιστικού πλαισίου θα είχε και η κύρωση της Διεθνούς Σύστασης Εργασίας 204 (2015) για τη «Μετάβαση από την άτυπη στην τυπική οικονομία».

14. Ειδικό κεφάλαιο αποτελούν τα ζητήματα υγείας και ασφάλειας της εργασίας, για τα οποία, πλέον της πρότασης της ΓΣΕΕ για την εθνική στρατηγική για την υγεία και την ασφάλεια (2010-2015), οι εκπρόσωποι της ΓΣΕΕ τόσο στο ΣΚΕΕΕ όσο και στο ΑΣΕ (Συμβούλιο Υγείας και Ασφάλειας) έχουν επανειλημμένα θέσει. Ενδεικτικά αναφέρονται:

• η στελέχωση, ενδυνάμωση και εξοπλισμός με τα κατάλληλα εργαλεία ελέγχου των τεχνικών επιθεωρήσεων σε συνδυασμό με τη διαμόρφωση πρωτοκόλλων ελέγχου
• η ολοκληρωμένη τήρηση και παρακολούθηση στατιστικών στοιχείων,
• η συνέργεια με εξειδικευμένους φορείς στο ζήτημα της υγείας και της ασφάλειας, όπως το ΕΛΙΝΥΑΕ
• η ενίσχυση της εκπαίδευσης όχι μόνο των Επιθεωρητών, αλλά και των εργοδοτών σε θέματα υγείας και ασφάλειας στην εργασία
• η δυνατότητα διασταύρωσης εργατικών ατυχημάτων και ασθενειών με επαγγελματικές ειδικότητες
• η στοχευμένη ενασχόληση με τα ζητήματα επαγγελματικού κινδύνου και επαγγελματικών ασθενειών
• η ενεργοποίηση των μητρώων ιατρών εργασίας και τεχνικών ασφαλείας
• η αυστηροποίηση των ελέγχων στις ΕΞΥΠΠ.

 

 

ΣΒ