tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Οι Κυριακές, η απόφαση του ΣτΕ και το ωράριο δια πάσαν νόσον

η αργία της Κυριακής καθιερώθηκε το 1909 με νόμο εκτός από ορισμένες κατηγορίες διαρκών κοινωνικών αναγκών

Η απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία έκρινε αντισυνταγματική την απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης (2014) με την οποία επιτρεπόταν η πιλοτική λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων τις Κυριακές σε τρεις περιοχές (οκτώ υποπεριοχές) της χώρας, ανοίγει και πάλι το κεφάλαιο «ωράριο» για το ελληνικό εμπόριο. Αναφέρονται δε και οι συνταγματικές διατάξεις που καθιστούν την διάταξη αντισυνταγματική.

 

«Το Σύνταγμα κατοχυρώνει για τους πάσης φύσεως εργαζομένους και απασχολούμενους (ελεύθερους επαγγελματίες, κ.λπ.) το δικαίωμα ελεύθερου χρόνου και της απόλαυσης του ατομικού και τους από κοινού με την οικογένεια τους, ως τακτικό διάλειμμα της εβδομαδιαίας εργασίας. Το διάλειμμα αυτό υπηρετεί την υγεία και την ομαλή ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου με τη φυσική και ψυχική ανανέωση που προσφέρει η τακτική αργία στον εργαζόμενο άνθρωπο εντός της κάθε εβδομάδας (άρθρο 5 και 21 Συντάγματος).

 

Συναφώς, προσφέρει και την δυνατότητα οργάνωσης της κοινωνικής και οικογενειακής ζωής του θέματα για τα οποία μεριμνά επίσης το Σύνταγμα (άρθρο 21). Περαιτέρω το ως άνω δικαίωμα προσλαμβάνει πρακτική αξία για τους εργαζόμενους όταν αυτοί δύνανται μόνοι ή από κοινού με την οικογένεια τους να μετέχουν στην συλλογική ανάπαυλα μιας κοινής αργίας ανά εβδομάδα, ως τέτοια ημέρα έχει επιλεγεί κατά μακρά παράδοση, τόσο στην Ελλάδα όσο και στα λοιπά κράτη της Ευρώπης, η σχετιζόμενη με την Χριστιανική θρησκεία».

 

Μια μάχη από παλιά και ποιοι την επιδιώκουν

 

Η μάχη για το ωράριο των καταστημάτων κρατάει από το 1971, όταν η κυβέρνηση της δικτατορίας επιχείρησε να αποδεσμεύσει το ωράριο καταστημάτων από το ωράριο εργασίας των υπαλλήλων, ώστε να προχωρήσει σε συνέχεια σε ατέρμονη παράταση του ωραρίου σε ώρες και ημέρες.

 

Σημειώνουμε ότι η αργία της Κυριακής καθιερώθηκε για πρώτη φορά το 1909 με νόμο για τα καταστήματα εκτός από ορισμένες κατηγορίες όπως είναι κέντρα διασκεδάσεως, εστιατόρια, ταβέρνες, ζαχαροπλαστεία, καφενεία, τουριστικών ειδών κ.α.

 

Παρότι η εποχή της χούντας ήταν σκοτεινή, η αυθόρμητη αντίδραση τότε των μικρομεσαίων έμπορων και εμποροϋπαλλήλων ακύρωσε αυτή την προσπάθεια.

 

Δεν ήταν κάποια άστοχη έμπνευση της δικτατορίας αυτή, αλλά πίσω της κρύβονταν ισχυρότατα συμφέροντα πολυεθνικών και μεγάλων επιχειρήσεων οι οποίες ήθελαν ένα ωράριο στα μέτρα τους για να μπορέσουν με τον τρόπο αυτό τόσο να εξοντώσουν, μέσω της βιολογικής αδυναμίας συνεχούς ανοίγματος, τους μικρούς εμπόρους, όσο και να καταργήσουν κεκτημένα δικαιώματα των εργαζομένων.

 

Όλα τα παραπάνω επιχείρησαν, τα ίδια συμφέροντα, να τα πετύχουν με κυβερνητικές παρεμβάσεις και ανατροπές της νομοθεσίας, μετά το 1988, όταν, ενόψει και με επίκληση την ενιαία αγορά της ΕΕ το 1992, οι κυβερνήσεις άρχισαν να «ξηλώνουν» το ωράριο.  

 

Αλλεπάλληλες «απελευθερώσεις» του ωραρίου επί 25 και πάνω χρόνια, κατέληξαν, στο τέλος, να είναι απαίτηση η πλήρης άρση κάθε ωραρίου και περιορισμού στο άνοιγμα των καταστημάτων. Μέσα σε αυτή την απαίτηση είναι και το άνοιγμα των καταστημάτων τις Κυριακές όλο το χρόνο.

 

Η ουσία της διαμάχης.

 

Το ΕΕΑ είχε διαχρονικά επισημάνει ότι η «απελευθέρωση» του ωραρίου και των Κυριακών και η λειτουργία της αγοράς χωρίς χρονικούς κανόνες, αποτελεί στην ουσία ένα όπλο των μεγάλων πολυκαταστημάτων και πολυεθνικών να εξοντώσουν τους μικρούς εμπόρους και να αλώσουν την αγορά, συγκεντρώνοντας τον τζίρο. Αυτό έγινε έντονα αντιληπτό τα τελευταία χρόνια όταν αυξήθηκε το άνοιγμα των Κυριακών, το οποίο έδειξε ότι μόνο σε κάποια εμπορικά κέντρα και μόνο σε μεγάλα καταστήματα μαζεύονταν ο τζίρος.

 

Ήταν φανερό ότι το άνοιγμα και η μεταφορά των αγορών από τις καθημερινές στις Κυριακές ενός μέρους του καταναλωτικού κοινού, είχε τα εξής αποτελέσματα:

-Πάνω από το 95% των καταστημάτων της χώρας παρέμεινε κλειστό από διάφορους λόγους αδυναμίας,

-Δεν αυξάνονταν ο συνολικός τζίρος των καταστημάτων, απλώς γινόταν μεταφορά των αγορών σε άλλες μέρες,

-Ο τζίρος μεταφέρονταν κατά κύριο λόγο στα μεγάλα καταστήματα,

-Το κόστος εμπορίου αυξάνονταν λόγω της λειτουργίας του τμήματος αυτού των καταστημάτων,

-Οι καταναλωτές κατέβαλαν το αυξημένο κόστος λειτουργίας των Κυριακών στις τιμές, άρα, στην πραγματικότητα, μειώνονταν οι αγορές τους.

 

Όπως επανειλημμένα έχουν σημειώσει το ΕΕΑ και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των μικρομεσαίων, το πρόβλημα των καταναλωτών δεν είναι ο χρόνος αγορών αλλά το μειωμένο εισόδημά τους. Όσος και αν είναι ο χρόνος το εισόδημα δεν αυξάνει. Αντιθέτως μειώνεται κατά το λειτουργικό κόστος που το εμπόριο επωμίζεται από κάθε παράταση λειτουργίας των καταστημάτων και αναγκαστικά το μεταφέρει στις τιμές.

 

Η ουσία της διαμάχης για το ωράριο είναι διαχρονική. Είναι μια διαμάχη μεταξύ του μικρού και του μεγάλου κεφαλαίου που επενδύεται στο εμπόριο και η αδυσώπητη μάχη για το ποιος θα κερδίσει το καταναλωτικό κοινό και την αγορά. Η υιοθέτηση από το μεγάλο κεφάλαιο της ασύδοτης ελευθερίας ωραρίου είναι ένα όπλο στα χέρια του για την εκτόπιση από την αγορά του μικρού κεφαλαίου. Οι δε επικλήσεις του, περί ελευθερίας των καταναλωτών και των επιχειρηματιών είναι υποκριτική. Αψευδής μάρτυρας γι αυτό είναι η στάση των ελληνικών επιχειρήσεων σουπερ μάρκετ που αντιτίθενται σε μια χωρίς όρους απελευθέρωση του ωραρίου, αντιλαμβανόμενες ότι αυτό είναι στην ουσία όπλο στα χέρια των ανταγωνιστών τους πολυεθνικών για να τις εξοντώσουν.

 

 

Οι θεωρίες και οι καταναλωτές

 

Πολλά γκάλοπ που γινόταν κατά παραγγελία και προβάλλονταν από τα τηλεοπτικά κανάλια, έδειχναν μια, χωρίς καμία ένσταση, αποδοχή από τους καταναλωτές του ωραρίου χωρίς όρια. Ελάχιστοι «ψαγμένοι» καταναλωτές αντιλαμβάνονταν την παγίδα της ερώτησης. Συνήθως ακούγαμε καταναλώτριες  να απαντούν σε κάθε βήμα απελευθέρωσης: «Βεβαίως το θέλουμε γιατί όχι; θα μπορούμε να κάνουμε αγορές όποτε θέλουμε και τις Κυριακές που είμαστε πιο χαλαροί»!  Έτσι παρουσιάζονταν η κοινωνία να θέλει απελευθέρωση του ωραρίου για να αναλώσει την Κυριακή αργία σε ψώνια, αντί σε ξεκούραση και οικογενειακή ημέρα.

 

Παρουσιάζονταν μάλιστα η απελευθέρωση του ωραρίου, φάρμακο δια πάσα νόσον, τόσο του εμπορίου όσο και των οικονομικών αδυναμιών των καταναλωτών!

 

Σε εμπειρικές έρευνες που έκαναν παλιά οι οργανώσεις των μικρομεσαίων θέτοντας ολοκληρωμένα ερωτήματα, οι απαντήσεις ήταν εντελώς αντίθετες! Να δύο από τις ερωτήσεις και απαντήσεις:

 

1η ερώτηση:

Θα θέλατε να λειτουργούν όλες τις ώρες και μέρες τα καταστήματα και να λειτουργεί και η δική σας υπηρεσία (ήταν Δημ. Υπάλληλος) ακριβώς με τους ίδιους όρους και να εργαζόσαστε τις ίδιες βάρδιες για την εξυπηρέτηση του κοινού;

-όχι, φυσικά!

 

2η ερώτηση:

Θα θέλατε να λειτουργούν όλες τις ώρες και μέρες τα καταστήματα και το κόστος από αυτή τη λειτουργία να το πληρώνετε εσείς στις τιμές αφού κανένας άλλος δεν μπορεί να το πληρώσει;

-όχι, φυσικά!

 

Μέσα στις θεωρίες υπέρ της απελευθέρωσης του ωραρίου ήταν και η ένταση του ανταγωνισμού με αυτόματη συνέπεια την πτώση των τιμών.

 

Στην πραγματικότητα αυτό υπέκρυπτε την αξιοποίηση εξω-επιχειρηματικών όρων ανταγωνισμού έναντι των μικρών επιχειρήσεων, αφού το ωράριο σχετίζεται και με τη βιολογική αντοχή και την οικογενειακή ζωή των μικρεμπόρων, πέρα από την αδυναμία να επωμισθούν το κόστος εργασίας υπαλλήλων κι έτσι να γίνει εύκολη η εξόντωσή τους. Πρόκειται για ανταγωνισμό εξόντωσης και όχι μείωσης των τιμών.

 

Φυσικά όσο η επικράτηση μεγάλων επιχειρήσεων αυξάνει τόσο αυξάνει και η μονοπώληση, η οποία είναι όρος για την πλήρη εξάρτηση των καταναλωτών από τις (κατά βούληση) τιμές των καρτέλ που έτσι παίρνουν πίσω όλες τις «φθηνές τιμές» που για καιρό πρόσφεραν μέχρι να εξοντώσουν τους μικρότερους αντιπάλους τους!

 

 

Μια πρόταση.

 

Σε μια κοινωνία που δεν θα ήταν όμηρος εξοντωτικών ανταγωνισμών ισχυρών συμφερόντων, θα ήταν εύκολο να οριστεί ένα ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων μικρού κόστους και μεγάλης απόδοσης για την κοινωνία και τις επιχειρήσεις, π.χ. 45-50 ωρών με την ελευθερία των επιχειρήσεων να το διαχειρίζονται όπως θέλουν χωρίς περιορισμό. Αυτό θα σήμαινε πλήρη προσαρμογή του ωραρίου στις δυνατότητες των καταναλωτών και των επιχειρήσεων  κατά περιοχή και είδος, χωρίς τις παρενέργειες των σημερινών ανταγωνισμών. Οι δυνατότητες συλλογικής διαχείρισης του ωραρίου από τους φορείς των εμπόρων και οι εξαιρέσεις στις αμιγώς τουριστικές περιοχές και στα επαγγέλματα διαρκών κοινωνικών αναγκών, φυσικά θα διατηρούνταν.

 

 

ΣΒ