tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Προτάσεις ΕΒΕΠ επί του σχεδίου νόμου για τον εξωδικαστικό μηχανισμό

"Τα Επιμελητήρια μπορούν να αναλάβουν επικουρικό ρόλο στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης χρεών των επιχειρήσεων"

Ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς, κ. Β. Κορκίδης, είχε σήμερα συνάντηση με τον Ειδικό Γραμματέα Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, κ. Φ. Κουρμούση, στον οποίο παρέδωσε το υπόμνημα βελτιωτικών προτάσεων του Ε.Β.Ε.Π., επί του πολυαναμενόμενου σχεδίου νόμου για τον «Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών των Επιχειρήσεων», το οποίο είχε ήδη αποστείλει και στον Υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης, κ. Δ. Παπαδημητρίου.

Σημειώνεται ότι το σχέδιο νόμου έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση, από τις 21 Φεβρουαρίου έως τις 3 Μαρτίου 2017.

Μετά το πέρας της συνάντησης, ο πρόεδρος του Ε.Β.Ε.Π., κ. Β. Κορκίδης, δήλωσε:

«Το Ε.Β.Ε.Π., αναγνωρίζει την ουσιαστική πρόθεση και προσπάθεια του Υπουργείου και της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους να διευθετήσουν ένα ζωτικής σημασίας για το μέλλον των επιχειρήσεων, ζήτημα, διαπιστώνοντας όμως παράλληλα την ανάγκη να πραγματοποιηθούν διορθωτικές αλλαγές, με στόχο να μην στερηθούν της δυνατότητας του εξωδικαστικού συμβιβασμού το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων. Παράλληλα, πιστεύω ότι τα Επιμελητήρια μπορούν να αναλάβουν επικουρικό ρόλο στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης χρεών των επιχειρήσεων. Κατ΄ επέκταση, το Ε.Β.Ε.Π., με δεδομένη τη δυνατότητα, άμεσα και ευέλικτα, να αντιμετωπίσει τα πρακτικά προβλήματα, τα οποία θα ανακύψουν κατά την εφαρμογή του νόμου και προκειμένου να συμβάλλει αποτελεσματικά στην εξυπηρέτηση των επιχειρήσεων – μελών του, ιδιαίτερα των αδύναμων μικρομεσαίων, συμφώνησε τη δημιουργία ενός σχετικού helpdesk, εντός του χώρου του, ως μία ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας για την παροχή οδηγιών και συμβουλευτικών υπηρεσιών, με τη νομική υπηρεσία της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. Θεωρώ ότι ο εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών, ίσως, είναι η τελευταία ευκαιρία διάσωσης χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων και καλούμε τις διοικήσεις των τραπεζών και την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών να υποστηρίξουν τη διαδικασία προς όφελος όλων».

Οι προτάσεις του ΕΒΕΠ

1. Στο άρθρο 1 αναφέρεται ότι, οι διατάξεις του νόμου εφαρμόζονται, εφόσον η ρύθμιση των οφειλών «κρίνεται από τους συμμετέχοντες», ότι εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα του οφειλέτη. Αν και θεωρούμε ότι η πρόθεση του συντάκτη είναι να διατυπώσει απλά ότι, η σύμβαση εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα του πελάτη, ο τρόπος διατύπωσης δεν είναι επιτυχημένος. Μπορεί, κάλλιστα να εκληφθεί, ότι απαιτείται στην ουσία η σύμφωνη γνώμη του κάθε ξεχωριστού πιστωτή (ήτοι, ότι κρίνει την σύμβαση εξασφαλιστική της βιωσιμότητας του οφειλέτη) και άρα να ακυρώσει την ουσία του νόμου πριν καν ξεκινήσει η διαδικασία.

2. Θεωρείται σχεδόν σίγουρο πως, η εισαγωγή του on/off κριτηρίου για επιχειρήσεις που τηρούν απλογραφικό λογιστικό σύστημα και εξειδικεύεται στο θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων σε 1 τουλάχιστον από τις τελευταίες 3 χρήσεις, θα αποκλείσει την πλειοψηφία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που ενώ θέλουν δεν θα μπορούν να ενταχθούν στη ρύθμιση. Προκειμένου να καταστεί εφικτή η σύσταση ενός μηχανισμού, που θα προσφέρει πραγματική αρωγή στην προσπάθεια επιβίωσης και ανάπτυξης των επιχειρήσεων, κρίνεται απαραίτητη η ενσωμάτωση ποιοτικότερων παραμέτρων σε αυτόν, όπως π.χ. η διατήρηση των θέσεων εργασίας και η μη εστίαση αποκλειστικά και μόνο στο κριτήριο της κερδοφορίας. Κι αυτό γιατί ο δείκτης του «Μεικτού Κέρδους» (πωλήσεις μείον κόστος πωληθέντων) δεν ενδείκνυται για τη διεξαγωγή ασφαλών κριτηρίων, από τη στιγμή που πρέπει να προβλεφθούν διαφορετικά όρια για διαφορετικούς κλάδους επιχειρήσεων. Εναλλακτικά, θα μπορούσε να υιοθετηθεί ο δείκτης «καθαρών επενδύσεων» (δαπάνες για επενδύσεις μείον αποσβέσεις), ο οποίος θα έπρεπε να είναι θετικός για 1 τουλάχιστον χρήση από τις 3 τελευταίες. Η εφαρμογή λύσεων οριζόντιου χαρακτήρα ευνοεί τους οικονομικά ισχυρότερους, οι οποίοι αποτελούν τη μειοψηφία, ενώ αφήνουν εκτός τη συντριπτική πλειοψηφία εκείνων που έχουν πραγματικά ανάγκη. 

3. Προκειμένου η συμμετοχή στον Εξωδικαστικό Μηχανισμό να είναι όσο το δυνατόν μαζικότερη, θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα ένταξης σε αυτόν και στους ελεύθερους επαγγελματίες, εφόσον οι τελευταίοι παραιτηθούν από άλλες ρυθμίσεις ή από το δικαίωμα υπαγωγής στις ευεργετικές διατάξεις του «Ν. Κατσέλη».

4. Για λόγους ισόνομης μεταχείρισης των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων και σε αντιστοιχία με τα κέρδη EBITDA, που προβλέπονται για τις μεγαλύτερες εξ’ αυτών, η λειτουργική κερδοφορία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα πρέπει να υπολογίζεται στο ετήσιο αποτέλεσμα εκμετάλλευσης (κέρδη ή ζημιές εκμετάλλευσης), από το οποίο θα αφαιρούνται οι ληξιπρόθεσμες οφειλές τους.

5. Το Ε.Β.Ε.Π. επαναφέρει στο προσκήνιο το πάγιο αίτημά του για ρύθμιση των οφειλών, που δημιουργήθηκαν από το 2009 και μετά. Δυστυχώς, λείπει από το σχέδιο νόμου οποιαδήποτε αναφορά στην «εντός της κρίσης χρεωμένη επιχείρηση», καθώς εξαιτίας των μειωμένων τζίρων και των διαρκώς αυξανόμενων φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, η πλειονότητα των επιχειρήσεων και δη των μικρομεσαίων έχει περιέλθει σε δεινή θέση.

6. Προβληματίζει η διάταξη που αποκλείει τους επιχειρηματίες, οι οποίοι την 31η Δεκεμβρίου είχαν οφειλές από δάνειο σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών. Υπάρχουν οφειλέτες οι οποίοι, ενώ στην ουσία έχει καταγγελθεί η δανειακή τους σύμβαση, εντούτοις προβαίνουν από το υστέρημά τους σε πάγιες μικροκαταβολές εκτός ρύθμισης, ώστε να μην αντιμετωπίσουν άμεσα τα καταδιωκτικά μέτρα της τράπεζας. Τυπικά αυτοί μπορεί να καθοριστούν ως «εκτός καθυστέρησης» και να χάσουν έτσι το δικαίωμα να ενταχθούν στις ρυθμίσεις του νόμου.

7. Παράλληλα, πρέπει να ανακληθεί η διάταξη σύμφωνα με την οποία αποκλείονται από το Μηχανισμό, όσες επιχειρήσεις έχουν προβεί σε σύναψη ρύθμισης για οφειλές προς πιστωτικά ιδρύματα πριν την 1η Ιουλίου 2016, διότι η συντριπτική πλειονότητα αυτών διαθέτουν προγενέστερες του συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, ρυθμίσεις. Επίσης, όσοι/ες παρόλες τις δυσκολίες διατήρησαν, με στερήσεις και θυσίες, τη ρύθμιση στην οποία είχαν ενταχθεί, αδικούνται από τις διατάξεις του Νομοσχεδίου, επειδή δεν μπορούν πλέον να ενσωματώσουν στη ρύθμιση τις οφειλές τους στο Δημόσιο και στα Ασφαλιστικά Ταμεία. Προκειμένου να αποκατασταθεί η προαναφερθείσα αδικία, θα μπορούσε να διατυπωθεί άρθρο επί του σχεδίου νόμου, το οποίο θα δίνει τη δυνατότητα σε όποια επιχείρηση είναι συνεπής με την υφιστάμενη ρύθμισή της να μπορεί να υποβάλλει νέο αίτημα στην παρούσα διαδικασία προκειμένου να εντάξει μικρότερες του 15% υποχρεώσεις της, οι οποίες προέκυψαν μετά την εν λόγω ρύθμιση. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να δοθεί έμφαση, μέσω δικαιώματος ένταξης στο Μηχανισμό και για οφειλές που δημιουργήθηκαν στη διάρκεια του τρέχοντος έτους.

8. Προβληματισμό προκαλεί επίσης η μη δυνατότητα ένταξης στις ευεργετικές διατάξεις του Μηχανισμού όσων επιχειρήσεων διαθέτουν το 85% των οφειλών τους σε έναν μόνο πιστωτή. Δεδομένου πως αποτελεί σύνηθες φαινόμενο η συγκέντρωση μεγάλου μέρους της συνολικής οφειλής μίας επιχείρησης σε έναν μόνο φορέα, εξαιτίας της ανάπτυξης μακροχρόνιων δεσμών/σχέσεων εμπιστοσύνης και κατανόησης, η παραπάνω διάταξη πρέπει να αφαιρεθεί. Επιπλέον, από τη στιγμή που θα επέλθει συμφωνία με τον πιστωτή που διατηρεί το 85% των απαιτήσεων του οφειλέτη, δεν κρίνεται σκόπιμη η διάταξη που αναφέρεται στη συμφωνία του υπόλοιπου 15% των πιστωτών, γιατί πολύ απλά είναι άνευ ουσίας και γι΄ αυτό το λόγο θα πρέπει να απαλειφθεί.

9. Σε αντίθεση με τις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί, αναφορικά με την άρση της ευθύνης και την χορήγηση ακαταδίωκτου (ήτοι στην πράξη νομική κάλυψη) σε τραπεζικά στελέχη και δημόσιους υπαλλήλους που εμπλέκονται στις διαδικασίες ρύθμισης οφειλών, εν τέλει δεν περιλαμβάνεται καμία σχετική αναφορά στις διατάξεις του σχεδίου Νόμου. Το συγκεκριμένο αίτημα αποτελεί καίριας σημασίας παράμετρο ιδίως για τις τράπεζες, η μη υλοποίηση του οποίου θα απομακρύνει την προοπτική απομείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

10. Η καθυστέρηση της πλήρους εφαρμογής του μηχανισμού, εξαιτίας της πληθώρας στοιχείων και λοιπών παραμέτρων που πρέπει να εισαχθούν στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, συνεπάγεται την απώλεια πολύτιμου χρόνου για τις επιχειρήσεις. Προκειμένου λοιπόν να εξοικονομηθεί χρόνος και χρήμα, ενδείκνυται η διασύνδεση της ηλεκτρονικής πλατφόρμας με τη βάση δεδομένων, όπου θα συλλέγονται τα στοιχεία των επιχειρήσεων, έτσι ώστε να απαλλαχθούν οι τελευταίες από χρονοβόρες και κοστοβόρες διαδικασίες. Παράλληλα, για τη βελτίωση της λειτουργικότητας της προαναφερθείσας ηλεκτρονικής εφαρμογής και την καλύτερη ανταπόκρισή της στις ανάγκες της Αγοράς, η συμμετοχή και συνδρομή των κοινωνικών εταίρων κρίνεται απαραίτητη.

11. Εξαιτίας της κατανομής της πλειονότητας των διαμεσολαβητών στα μεγάλα αστικά κέντρα, θα πρέπει να δοθεί μέριμνα και για τους υπόχρεους της περιφέρειας, μέσω αξιοποίησης της ήδη υφιστάμενης λίστας των διαπιστευμένων διαμεσολαβητών του ΥΔΔΑΔ.

12. Η προβλεπόμενη αναστολή των ασφαλιστικών μέτρων, των διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης και της μη εγγραφής προσημείωσης υποθήκης, συνιστούν μέτρα προς τη σωστή κατεύθυνση. Όμως, η διάταξη η οποία αναφέρει «αν με το μέτρο αυτό επιδιώκεται η αποτροπή της απομάκρυνσης ή αφαίρεσης ή μετακίνησης κινητών πραγμάτων της επιχείρησης ή εν γένει εξοπλισμού που δεν έχει συμφωνηθεί και ενέχει κίνδυνο απαξίωσης της επιχείρησης του οφειλέτη», αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο καταχρηστικής άσκησης των ασφαλιστικών μέτρων, που θα επηρεάσει την συμφωνία και την οικονομική δυνατότητα του οφειλέτη.

13. Στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης ο δανειολήπτης, ειδικά η μικρή επιχείρηση, βρίσκεται σε αδύναμη/μειονεκτική θέση από άποψης τεχνοκρατικής ανάλυσης των οικονομικών δεδομένων που θα τίθενται για την επιλογή της λύσης (έλλειψη απαιτούμενης τεχνογνωσίας). Θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα πρόσληψης συμβούλου με κάλυψη των εξόδων, μέσω πχ. προγραμμάτων του ΕΣΠΑ για μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σε αυτό σημείο αυτό θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν οι δομές των Επιμελητηρίων, προκειμένου να προβλεφθεί η παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, προς τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις.

14. Στα άρθρα του υπό διαβούλευση σχεδίου νόμου, απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά σε περιπτώσεις διευκόλυνσης των υπερχρεωμένων πολύ μικρών επιχειρήσεων, οι ιδιοκτήτες των οποίων επιθυμούν τον τερματισμό της λειτουργίας τους (κυρίως λόγω συνταξιοδότησης – μεταβίβαση επιχείρησης/διάδοχη κατάσταση).