tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Ακύρωση πλασματικής αποδοχής κληρονομιάς λόγω πλάνης (ΠΠρΑθ 4496/2019)

Πολλά προβλήματα έχουν κατά καιρούς δημιουργηθεί σε εξ αδιαθέτου κληρονόμους αποβιώσαντος κληρονομουμένου, οι οποίοι, μετά την πάροδο τετραμήνου από την επαγωγή (το θάνατο του κληρονομουμένου), τεκμαίρεται κατά νόμο ότι, έχουν καταστεί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του, καθώς παρήλθε άπρακτη η προβλεπόμενη από το νόμο προθεσμία για την αποποίηση της κληρονομίας. Το πρόβλημα επιτείνεται, όταν η κληρονομία εμφανίζει χρέη, είτε προς το Δημόσιο, είτε προς τράπεζες, ή  προς ιδιώτες, τα οποία μετακυλύονται άμεσα στους κληρονόμους, αφού η κληρονομική διαδοχή είναι καθολική, δηλαδή αφορά τόσο το ενεργητικό, όσο και το παθητικό της κληρονομίας.

Μια αντίστοιχη περίπτωση απασχόλησε και το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών, το οποίο κλήθηκε να αποφασίσει επί αγωγής, την οποία άσκησαν οι εξ αδιαθέτου κληρονόμοι αποβιώσαντος κληρονομουμένου, κατά του Ελληνικού Δημοσίου και άλλων τραπεζών (δανειστών της κληρονομίας), οι οποίοι αγνοούσαν την ύπαρξη τετράμηνης προθεσμίας για την άσκηση του δικαιώματος τους, για την αποποίηση της κληρονομίας, με αποτέλεσμα, να θεωρούνται κατά πλάσμα κληρονόμοι, μετά την άπρακτη πάροδο του τετραμήνου και καλούνταν να καταβάλλουν τα χρέη της κληρονομίας στους δανειστές. Οι ενάγοντες επικαλέστηκαν πλάνη τους, συνιστάμενη στην άγνοια της διάταξης του νόμου (του Αστικού Κώδικα), που προβλέπει την τετράμηνη από την επαγωγή, προθεσμία, για την αποποίηση της κληρονομίας και τελικά δικαιώθηκαν, καθώς το Δικαστήριο έκρινε τα εξής :

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1711 εδ. β , 1848, 1847, 1848, 1849, 1850, 1851 και 1956 του Αστικού Κώδικα  συνάγεται ότι, ο κληρονόμος, είτε καλείται από διαθήκη, είτε εξ αδιαθέτου, αποκτά αυτοδίκαια την κληρονομία, με μόνο το θάνατο του κληρονομουμένου, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε ενέργεια από μέρους του, ακόμα και χωρίς την γνώση, ή τη θέληση του. Το δικαίωμα όμως αυτό, της αυτοδίκαιης κτήσης της κληρονομίας είναι προσωρινό και μετακλητό, γιατί τελεί, υπό την τιθέμενη από το νόμου, διαλυτική αίρεση της εμπρόθεσμης αποποίησης της κληρονομίας (άρθρο 1847ΑΚ), δηλαδή δικαιούται ο κληρονόμος να αποποιηθεί κατά βούληση την κληρονομία, που έχει επαχθεί σε αυτόν από διαθήκη, ή και εξ αδιαθέτου, οπότε η κτήση αναιρείται εξ αρχής και θεωρείται σαν να μην έγινε ποτέ. Η αποποίηση της κληρονομίας είναι δήλωση του προσωρινού κληρονόμου, ότι αποκρούει – δεν δέχεται την κληρονομία, που έχει επαχθεί σε αυτόν από διαθήκη, ή εξ αδιαθέτου. Η αποποίηση συνιστά μονομερή δικαιοπραξία διαπλαστικού χαρακτήρα, μη απευθυντέα σε τρίτο, υποκείμενη σε συστατικό τύπο και είναι ανεπίδεκτη οποιασδήποτε αίρεσης, ή προθεσμίας, χάριν της ασφάλειας των συναλλαγών (άρθρο 1851 εδ. β ΑΚ) .

Η σχετική δήλωση αποποίησης γίνεται ενώπιον του γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας, μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών (με την διαφοροποίηση του άρθρου 1847 παρ. 2 ΑΚ), που αρχίζει από τότε που ο κληρονόμος έλαβε γνώση της επαγωγής και του λόγου αυτής (ΑΠ 725/2014). Κατά δε το άρθρο 1847 παρ. 1 εδ. α του ΑΚ και 1850 εδ. β ΑΚ ο κληρονόμος μπορεί να αποποιηθεί την κληρονομία, μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών, που αρχίζει από τότε, που έμαθε την επαγωγή και το λόγο της. Αν περάσει άπρακτη η προθεσμία, η κληρονομία θεωρείται ότι έχει γίνει αποδεκτή. Γνώση της επαγωγής, ως γεγονός της έναρξης της τετράμηνης προθεσμίας, νοείται η γνώση από τον κληρονόμο του θανάτου του κληρονομουμένου, γνώση δε του λόγου επαγωγής, συνιστά η εκ διαθήκης, ή κατά την εξ αδιαθέτου διαδοχή κλήση του κληρονόμου στην κληρονομία.

Εξ άλλου, όταν πρόκειται για εξ αδιαθέτου διαδοχή, οπότε η συγγενική σχέση μεταξύ του κληρονόμου και του κληρονομουμένου είναι από την αρχή δεδομένη και γνωστός στον κληρονόμο ο χρόνος του θανάτου του κληρονομουμένου, η τετράμηνη προς αποποίηση προθεσμία αρχίζει κατά κανόνα (εκτός της συνδρομής μεταγενέστερων της επαγωγής γεγονότων, όπως έκπτωση του προηγουμένου, αποποίηση κ.λ.π.) από τότε, που ο κληρονόμος έλαβε γνώση του θανάτου του κληρονομουμένου συγγενούς του .

Όταν ο κληρονόμος αποποιηθεί νομίμως και εμπροθέσμως την επαχθείσα σε αυτόν κληρονομία, θεωρείται η προς τον αποποιηθέντα επαγωγή ότι δεν έγινε και η κληρονομία επάγεται σε αυτόν, ο οποίος θα εκαλείτο, αν ο αποποιηθείς δεν ζούσε κατά τον χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία της αποποίησης της κληρονομίας στη μερίδα εκείνου που αποποιήθηκε, δεν αρχίζει από τη γνώση του θανάτου του κληρονομουμένου, αλλά από τη γνώση της αποποίησης, διότι στην περίπτωση αυτή η επαγωγή της κληρονομίας συνδέεται με γεγονότα μεταγενέστερα του θανάτου του κληρονομουμένου  (αποποίηση). Και ναι μεν και πάλι, κατά πλάσμα του νόμου, ο χρόνος επαγωγής ανατρέχει στο χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου, σαν να μην υπήρχε εκείνος που αποποιήθηκε, όμως, όπου ο νόμος απαιτεί για κάποια νομική ενέργεια γνώση της επαγωγής εννοεί και τα μεταγενέστερα αυτά γεγονότα, προ της γνώσεως των  οποίων, η προς αποποίηση προθεσμία δεν αρχίζει (ΑΠ 1534/2011, ΑΠ 426/2002, ΕφΘεσ 1920/2013) .

Η προθεσμία τη; αποποίησης αναστέλλεται, κατά την ρητή διατύπωση του άρθρου 1847 παρ. 3 ΑΚ, εκ των αυτών λόγων, που αναστέλλεται και η παραγραφή, με συνέπεια την ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 255 και 258 παρ. 2 του ΑΚ (ΑΠ 1087/2011). Έτσι, εάν ο κληρονόμος εμποδίστηκε να ασκήσει το δικαίωμα της αποποίησης από δικαιοστάσιο, ή από άλλο λόγο ανώτερης βίας, μέσα στην ως άνω τετράμηνη προθεσμία, υπάρχει θέμα αναστολής, λόγω του ότι, πρόκειται      για προθεσμία μικρότερη των έξι μηνών –η προθεσμία αυτή δεν λήγει πριν από την παρέλευση τεσσάρων μηνών από την παύση της αναστολής, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 257 εδ. β ΑΚ .

Περαιτέρω, κατά το άρθρο 1857 εδ. β περ. α , γ και δ του ΑΚ, η αποδοχή της κληρονομίας, που οφείλεται σε πλάνη κρίνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις για τις δικαιοπραξίες. Η πλάνη σχετικά με το ενεργητικό, ή το παθητικό της κληρονομίας δεν θεωρείται ουσιώδης. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται και σε αποδοχή, που συνάγεται από την παραμέληση της προθεσμίας για αποποίηση. Κατά δε τα άρθρα 140 και 141ΑΚ, αν κάποιος καταρτίζει δικαιοπραξία και η δήλωση του δεν συμφωνεί, από ουσιώδη πλάνη, με τη βούληση του, έχει το δικαίωμα να ζητήσει την ακύρωση της δικαιοπραξίας. Η πλάνη είναι ουσιώδης, όταν αναφέρεται σε σημείο, τόσο σπουδαίο για την όλη δικαιοπραξία, ώστε αν το πρόσωπο γνώριζε την πραγματική κατάσταση, δεν θα επιχειρούσε την δικαιοπραξία.

Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι, η αποδοχή της κληρονομίας, που συνάγεται από την παρέλευση της προθεσμίας αποποίησης, μπορεί να προσβληθεί από τον κληρονόμο λόγω πλάνης, όταν η με τον τρόπο αυτό συναγόμενη, κατά πλάσμα του νόμου, αποδοχή, δεν συμφωνεί με την βούληση του, όταν αυτή αναφέρεται σε σημείο τόσο σπουδαίο, για την αποδοχή της κληρονομίας, ώστε ο κληρονόμος αν γνώριζε την αληθινή κατάσταση, ως προς το σημείο αυτό, δεν θα άφηνε να παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αποποίησης. Η εσφαλμένη δε γνώση, ή άγνοια, που δημιουργεί τη μεταξύ βούλησης και δήλωσης διάσταση, η οποία όταν είναι ουσιώδης, θεμελιώνει δικαίωμα προσβολής της δήλωσης, λόγω πλάνης, μπορεί να οφείλεται και σε άγνοια, ή εσφαλμένη  γνώση των προαναφερομένων νομικών διατάξεων, για την αποδοχή της κληρονομίας (ΟλΑΠ 3/1989, ΑΠ 1570/2010). Υπάρχει δε πλάνη περί το δίκαιο της αποδοχής της κληρονμίας και όταν ο κληρονόμος τελεί σε άγνοια, που ανάγεται : α) στο σύστημα της κτήσης της κληρονομίας κατά τον ΑΚ, που επέρχεται αμέσως μετά το θάνατο του κληρονομουμένου, οπότε η προθεσμία του άρθρου 1847ΑΚ δεν αρχίζει, γιατί η άγνοια αποκλείει τη γνώση της επαγωγής της κληρονομίας και β) σε άγνοια μόνο της ύπαρξης της προθεσμίας του άρθρου 1847ΑΚ προς αποποίηση, ή της κατά το άρθρο 1850ΑΚ νομικής σημασίας της παρόδου της προθεσμίας αυτής άπρακτης. Έτσι, ο κληρονόμος κατά την άνω διάταξη του άρθρου 1847 παρ. 1 εδ. α ΑΚ μπορεί να αποποιηθεί την κληρονομία        μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών, που αρχίζει από τότε, που έμαθε την επαγωγή και το λόγο της (ΑΠ 1087/2011, ΑΠ 1221/2008) . Εξάλλου, απαιτουμένης θετικής γνώσης της επαγωγής και του λόγου της και μη αρκούσης της υπαίτιας άγνοιας αυτής, η κίνηση της πιο πάνω προθεσμίας  δεν άρχεται, σε περίπτωση πλάνης του κληρονόμου, ως προς την επαγωγή και των λόγων της, ως γεγονότων που αφετηριάζουν την εν λόγω προθεσμία .

Ειδικότερα, η από τον κληρονόμο μη γνώση της προς αυτόν επαγωγής και του λόγου της, εξ αιτίας άγνοιας ή εσφαλμένης γνώσης των νομικών ρυθμίσεων περί αποδοχής κληρονομίας, αποτρέπει την έναρξη την κρίσιμης προθεσμίας (ΑΠ 173/2014, ΑΠ 1087/2011, ΜονΕφΘεσ 2120/2015, ΠΠρΑΘ 3387/2010). Σύμφωνα δε με το άρθρο 1857 παρ.2 ΑΚ η αγωγή για την ακύρωση της αποδοχής της κλητονομίας, λόγω πλάνης, απάτης, ή απειλής παραγράφεται μετά από εξάμηνο. Με βάση την διάταξη του ανωτέρω άρθρου, κατ’ απόκλιση από τις γενικές διατάξεις, κατά τις οποίες το δικαίωμα ακύρωσης ακυρώσιμης δικαιοπραξίας αποσβέννυται, μετά την πάροδο διετίας από της δικαιοπραξίας, ή από την παρέλευση της πλάνης, απάτης ή απειλής και σε κάθε περίπτωση, μετά την πάροδο εικοσαετίας από την δικαιοπραξία (157ΑΚ), το δικαίωμα ακύρωσης της αποδοχής της κληρονομίας, καίτοι κατά τη φύση του διαπλαστικό, υποβάλλεται σε εξάμηνη παραγραφή. Ο χρόνος της παραγραφής αρχίζει από την επομένη ημέρα της αποδοχής, επί πλασματικής δε αποδοχής, από την παρέλευση της προθεσμίας αποποίησης. Αν όμως η πλάνη, απάτη, ή απειλή εξακολουθήσουν και μετά την αποδοχή, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 157 εδ. β και γ ΑΚ, το εξάμηνο αρχίζει από τότε, που παρήλθε η κατάσταση αυτή και σε κάθε περίπτωση, όταν περάσουν είκοσι χρόνια από την αποδοχή (ΑΠ 898/1990, ΕφΘεσ 1920/2012, ΕφΛαρ 418/2012) .

Περαιτέρω εναγόμενος στη δίκη για την ακύρωση της δήλωσης αποδοχής κληρονομίας είναι εκείνος, στον οποίο θα επαχθεί η κληρονομία, μετά την αποδοχή της αγωγής και την αποποίηση του ενάγοντος (ΑΠ 572/2016) , αλλά και ο δανειστής της κληρονομίας (ΑΠ 951/2013, ΑΠ 1987/2011), ενώ μετά την τελεσιδικία της απόφασης που ακυρώνει την αποδοχή, ο κληρονόμος πρέπει να προβεί εμπρόθεσμα και νομότυπα σε αποποίηση της κληρονομίας ( ΕφΑθ 10711/1991) .

Στην προκειμένη περίπτωση, οι ενάγοντες κατά τον χρόνο της επαγωγής της κληρονομίας αγνοούσαν την ύπαρξη της τετράμηνης προθεσμίας και κατ’ επέκταση και τις απορρέουσες από την άπρακτη παρέλευση της έννομες συνέπειες, πιστεύοντας εσφαλμένα ότι, για όλα τα κληρονομικά ζητήματα ισχύει η εξάμηνη προθεσμία, για την υποβολή δήλωσης φόρου κληρονομίας στην αρμόδια ΔΟΥ. Έτσι, μετά την άπρακτή πάροδο του τετραμήνου, υπέβαλαν στον γραμματέα του δικαστηρίου της κληρονομίας δήλωση αποποίησης, πλην όμως, αυτός τους ενημέρωσε ότι, είχε παρέλθει η προθεσμία αποποίησης, οπότε κατέφυγαν στον πληρεξούσιο δικηγόρο τους, ο οποίος τους επιβεβαίωσε τα ανωτέρω. Πράγματι αποδείχθηκε ότι, οι ενάγοντες αγνοούσαν την ύπαρξη της τετράμηνης προθεσμίας για την αποποίηση και εκ πλάνης τους θεωρούσαν ότι, ισχύει η ίδια εξάμηνη προθεσμία, που ισχύει και για την υποβολή δήλωσης φόρου κληρονομίας. και για το λόγο, δηλαδή από άγνοια περί το δίκαιο, άφησαν να παρέλθει άπρακτή η προθεσμία για την αποποίηση.

Αποδείχθηκε δε ότι, οι ενάγοντες δεν είχαν ιδιαίτερη νομική κατάρτιση, καθώς ασχολούνταν, είτε ως ιδιωτικοί υπάλληλοι, είτε με τα οικιακά. Επίσης αποδείχθηκε ότι, αν οι ενάγοντες γνώριζαν την τετράμηνη προθεσμία αποποίησης, δεν θα είχαν αφήσει να περάσει αυτή άπρακτη, αφού δεν είχαν πρόθεση να αποδεχθούν την κληρονομία, καθώς αυτή βαρύνονταν με σημαντικά χρέη προς το Ελληνικό Δημόσιο και προς διάφορες τράπεζες. Η σχετική δε πλάνη των εναγόντων υπήρξε εξακολουθηματική μέχρι την 20/7/2017 και δεν σχετίζεται με το παθητικό της κληρονομίας, είναι δε ουσιώδης και θεμελιώνει την ακύρωση της πλασματικής αποδοχής της κληρονομίας, ενώ από το χρόνο που ήρθη η πλάνη τους, μέχρι και την άσκηση της ένδικης αγωγής τους δεν παρήλθε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των έξι μηνών, οπότε και πρέπει να απορριφθεί και η σχετική ένσταση παραγραφής που πρότειναν οι εναγόμενοι .

 

Με το σκεπτικό αυτό η ως άνω απόφαση έκανε δεκτή την αγωγή και ακύρωσε την πλασματική αποδοχή της κληρονομίας .