tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Άρθρο του συνεργάτη του Ε.Ε.Α. Δ. Μπούρλου για τις ασφαλιστικές εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών με μείωση κατά 25%

Τους τελευταίους τρεις μήνες, στα πλαίσια της ελάφρυνσης από οικονομικές υποχρεώσεις, παρασχέθηκε δυνατότητα στους ελεύθερους επαγγελματίες, αυταπασχολούμενους, συμμετέχοντες σε εταιρείες κ.λ.π., να καταβάλλουν τις ασφαλιστικές τους εισφορές με μείωση κατά 25%.  Αντίστοιχη δυνατότητα δεν δόθηκε στις επιχειρήσεις.  Αυτό δε δεν αφορούσε τους «πληττόμενους» μόνο, αλλά όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες, ανεξαρτήτως ΚΑΔ δραστηριότητος. Απαραίτητη προϋπόθεση ήταν η εμπρόθεσμη εξόφληση της οφειλής και η μη ύπαρξη άλλης προηγούμενης χρονικά οφειλής, από δικές τους ασφαλιστικές εισφορές.  Από όσους κατέβαλαν εισφορές εμπρόθεσμα, η αίσθησή μας είναι ότι η πλειονότητα αξιοποίησε την δυνατότητα καταβολής με έκπτωση 25%.  Για κάποιους δεν θεωρήθηκε συμφέρουσα η λύση αυτή επειδή η μείωση των εισφορών, σύμφωνα με τις νομοθετικές ρυθμίσεις που την προέβλεπε, θα είχε και θα έχει επιπτώσεις στο ύψος του ποσού της σύνταξης, όταν έλθει η ώρα της συνταξιοδότησης.  Στο σημείο αυτό πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι για τον υπολογισμό της σύνταξης στους ελεύθερους επαγγελματίες λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των ασφαλιστικών εισφορών που έχουν καταβάλει από το 2002 έως την συνταξιοδότηση του καθενός.  Γίνεται επομένως εύκολα αντιληπτό ότι για έναν που πρόκειται σύντομα να συνταξιοδοτηθεί, ας πούμε εντός του 2021 θα ληφθεί υπόψη ο μέσος όρος μιας εικοσαετίας περίπου, δηλαδή διακοσίων σαράντα μηνών.  Αν σε αυτούς, οι τρεις έχουν χαμηλότερες εισφορές, ελάχιστα θα επηρεάσουν τον συνολικό μέσο όρο.  Πολύ περισσότερο για έναν ασφαλισμένο που θα συνταξιοδοτηθεί μετά μια δεκαετία, που η σύνταξή του θα υπολογισθεί με το μέσο όρο τριάντα ετών, δηλαδή τριακοσίων εξήντα μηνών, η καταβολή χαμηλών εισφορών για τους τρεις από τους τριακόσιους εξήντα μήνες, ελάχιστα θα επηρεάσει δυσμενώς την σύνταξή του.  Αναμφίβολα όμως για τον τελευταίο σημασία θα έχει τι ασφαλιστική κατηγορία θα επιλέξει για την υπολειπόμενη μέχρι το τέλος του ασφαλιστικού του βίου δεκαετία, γιατί αυτή αναμφίβολα θα ασκήσει θετική ή αρνητική επίδραση στην διαμόρφωση του μέσου όρου και κατ΄ επέκταση του ύψους της ανταποδοτικής του σύνταξης.  Κι αυτό είναι κάτι που με προσοχή πρέπει να εξετάσει ένας ασφαλισμένος, συνεκτιμώντας βεβαίως πάντοτε τις διαμορφούμενες οικονομικές του δυνατότητες.

 

 

                         ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΘ. ΜΠΟΥΡΛΟΣ

                            ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ τ. ΕΚΔΟΤΗΣ

                       ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ «ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΙΚΑ»