tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Διαδικασία και όργανα ελέγχου για την καταπολέμηση της αισχροκέρδειας

Γράφει ο Στάθης Δημ. Σταματελόπουλος, Νομικός Συνεργάτης Ε.Ε.Α.


Στο άρθρο εικοστό τρίτο της από 20/3/2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου προβλέπονται περιορισμοί, αναφορικά με την συνομολόγηση και λήψη περιουσιακών ωφελημάτων, που αφορούν στην πώληση οποιουδήποτε αγαθού, ή υπηρεσίας, που είναι απαραίτητα για την υγεία, τη διατροφή, τη μετακίνηση και την ασφάλεια του καταναλωτή, ιδίως  δε των φαρμακευτικών προϊόντων, των μέσων ατομικής προστασίας και προσωπικής υγιεινής, όπως χειρουργικών μασκών, αντισηπτικών υγρών και άλλων υλικών απολύμανσης, εφόσον τα ωφελήματα αυτά υπερβαίνουν την αξία της παροχής, τόσο ώστε, το μικτό περιθώριο κέρδους, να είναι μεγαλύτερο από αυτό, της προ της 1ης Φεβρουαρίου 2020, για τα ως άνω προϊόντα και υπηρεσίες.

 

Στην παράγραφο 6 του άρθρου 23ου της ως άνω Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, αναφέρεται ότι, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων μπορεί να εξειδικεύεται η έννοια της δυσαναλογίας των ωφελημάτων με την αξία της παροχής, να καθορίζονται ειδικότερα θέματα που αφορούν τις αρμοδιότητες του ελέγχου, καθώς και την διαδικασία επιβολής των κυρώσεων της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού και να ρυθμίζεται κάθε επιμέρους θέμα για την εφαρμογή του παρόντος.

 

Σε εκτέλεση της ως άνω εξουσιοδότησης εκδόθηκε και δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ Β 1116/1-4-2020, η υπ. αριθμ. 34077/30-3-2020 απόφαση του Υφυπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων κ. Νικολάου Παπαθανάση, με την οποία εξειδικεύονται τα ζητήματα, που αφορούν στην διαδικασία διενέργειας ελέγχων για την διαπίστωση φαινομένων κερδοσκοπίας και αισχροκέρδειας στην πώληση των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών.

 

Ειδικότερα :

 

Στο άρθρο 1 της ως άνω Υπουργικής Απόφασης ορίζεται ότι, για την διαπίστωση ενδεχόμενης παράβασης της παρ. 1 του άρθρου 23ου της από 20/3/2020 ΠΝΠ δύνανται να διενεργούνται επιτόπιοι έλεγχοι, είτε να αξιολογούνται τα έγγραφα, που περιέρχονται με οποιονδήποτε τρόπο στις Υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή.

 

Στο άρθρο 2 προβλέπεται ότι, επιτόπιοι έλεγχοι για διαπίστωση της παράβασης δύνανται να πραγματοποιηθούν από οποιονδήποτε υπάλληλο των υπηρεσιών της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή, την Υπηρεσιών των Διευθύνσεων Ανάπτυξης των Περιφερειών και των υπαλλήλων του συλλογικού οργάνου με την ονομασία Συντονιστικό Κέντρο Εποπτείας Αγοράς και Αντιμετώπισης Παρεμπορίου και των συνδέσμων του ανά την Επικράτεια.

 

Στο άρθρο 3 εξειδικεύεται η διαδικασία ελέγχου στις επιχειρήσεις και ειδικότερα ορίζεται ότι, οι αρμόδιες ως άνω υπηρεσίες συγκροτούν κλιμάκια ελέγχου αποτελούμενα από τουλάχιστον δύο υπαλλήλους, οι οποίοι φέρουν τα σχετικά έντυπα ΕΝΤΟΛΗ ΕΛΕΓΧΟΥ, καθώς και την ΕΚΘΕΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ.

 

Οι αρμόδιες αυτές υπηρεσίες για την άσκηση των ελέγχων δύνανται να επιθεωρούν οποιονδήποτε χώρο, όπου παρέχονται υπηρεσίες, ή παράγονται, αποθηκεύονται, διακινούνται, διατίθενται στην αγορά, ή εκτίθενται προϊόντα, που προορίζονται για διάθεση στον καταναλωτή και να προβαίνουν σε σχετικούς ελέγχους, επιδεικνύοντας τις σχετικές εντολές ελέγχου, εφόσον ζητηθούν. Οι ελεγχόμενοι υποχρεούνται να παρέχουν την συνδρομή τους στα αρμόδια ελεγκτικά όργανα, κατά την εκτέλεση του έργου τους και να συμμορφώνονται στις υποδείξεις τους .

 

Στο άρθρο 4 αναφέρονται οι επιμέρους υποχρεώσεις, τόσο των ελεγκτικών οργάνων, όσο και των ελεγχομένων και ειδικότερα ορίζεται ότι, οι εντεταλμένοι υπάλληλοι, έχοντας καθήκοντα ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου, σύμφωνα με τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και φορολογικού ελεγκτή, επιδεικνύουν στον ελεγχόμενο, εφόσον τους ζητηθεί, την ΕΝΤΟΛΗ ΕΛΕΓΧΟΥ και συντάσσουν και συμπληρώνουν εις διπλούν, κατά περίπτωση, το πεδίο του εντύπου ΕΚΘΕΣΗ ΕΛΕΓΧΟΥ. Μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου τα ως άνω έντυπα υπογράφονται από τους ελεγκτές και τον ελεγχόμενο, ή τον υπεύθυνο της ελεγχόμενης επιχείρησης . Σε κάθε περίπτωση ο ελεγχόμενος, ή ο υπεύθυνος της επιχείρησης δικαιούται να καταθέσει της απόψεις του, στο προβλεπόμενο πεδίο με τίτλο ΑΠΟΨΕΙΣ ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟΥ. Σε περίπτωση άρνησης υπογραφής, οι ελεγκτές συμπληρώνουν το πεδίο με την ένδειξη ΑΡΝΗΣΗ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ, υπογράφουν για την άρνηση και σημειώνουν τυχόν προφορικές απόψεις του ελεγχομένου, ή του υπευθύνου της επιχείρησης, ενώ εφόσον ο ελεγχόμενος αρνείται να δώσει εξηγήσεις αυτό σημειώνεται στο αντίστοιχο πεδίο του εντύπου.

 

Ακυρώσεις, διαγραφές, διορθώσεις και συμπληρώσεις στο σχετικό έντυπο δεν επιτρέπονται. Το φύλλο της έκθεσης ελέγχου με την ένδειξη ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ υποβάλλεται από τα ελεγκτικά όργανα, εντός πέντε εργασίμων ημερών, στην Γενική Διεύθυνση Αγοράς της Γενικής Γραμματείς Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή, το δε φύλλο με την ένδειξη ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΟ, παραδίδεται στον ελεγχόμενο με την ολοκλήρωση του ελέγχου, ενώ η σχετική έκθεση και κάθε άλλο στοιχείο του ελέγχου κοινοποιείται στην Γενική Διεύθυνση Προστασίας του Καταναλωτή, προκειμένου να ελεγχθεί αν υφίσταται ενδεχόμενη παράβαση των διατάξεων, για την προστασία του καταναλωτή .

 

Όποιος παρεμποδίζει τα ελεγκτικά όργανα, ή αρνείται να παραδώσει σε αυτά οποιαδήποτε στοιχεία απαραίτητα, για την διεξαγωγή του ελέγχου, ιδίως τα τιμολόγια, παραστατική, ή και άλλα έγγραφα τιμωρείται με φυλάκιση. Κατά την διενέργεια του ελέγχου ο ελεγχόμενος οφείλει να συνεργάζεται και να μην παρεμποδίζει, ή να παρακωλύει τον έλεγχο. Ειδικότερα ο ελεγχόμενος υποχρεούται : α) να παραδώσει κάθε απαραίτητο στοιχείο για την διεξαγωγή και την ολοκλήρωση του ελέγχου, όπως παραστατικά αγοραπωλησίας, πιστοποιητικά, ή άλλα έγγραφα, β) να μην παραποιεί, ή να αποκρύπτει ή να παραθέτει ψευδή στοιχεία και γ) να μην  προβαίνει σε βίαιες ενέργειες εναντίον των ελεγκτών. Σε όσους αρνούνται να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις αυτές επιβάλλεται πρόσθετο διοικητικό πρόστιμο δέκα χιλιάδες (10.000 ) Ευρώ.

 

Στο άρθρο 5 προβλέπεται ότι, οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή δύνανται να ζητούν  πρόσβαση  σε κάθε πληροφορία, δεδομένο και έγγραφο από οποιαδήποτε πηγή, που διευκολύνει τον έλεγχο οποιασδήποτε πιθανολογούμενης παράβασης, ο οποίος διενεργείται, είτε αυτεπαγγέλτως, είτε κατόπιν καταγγελίας. Σε όσους δε αρνούνται να συμμορφωθούν με τις υποχρεώσεις αυτές επιβάλλεται πρόσθετο διοικητικό πρόστιμο δέκα χιλιάδων (10.000) Ευρώ.

 

Αν με βάση τα έγγραφα που περιέλθουν σε γνώση των υπηρεσιών της ως άνω Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή στοιχειοθετείται ενδεχόμενη παράβαση της παραγράφου 1 του άρθρου 23ου της από 20/3/2020 ΠΝΠ, αποστέλλονται τα έγγραφα αυτά στην Γενική Διεύθυνση Αγοράς για την σύνταξη εισήγησης, για την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων.

 

Στο άρθρο 6 ορίζεται ότι, αρμόδια υπηρεσία για την σύνταξη εισήγησης προς επιβολή κυρώσεων της παραγράφου 4 του άρθρου 23 της από 20/3/2020 ΠΝΠ, της παραγράφου 6 του άρθρου 4 και της παραγράφου 2 του άρθρου 5 της παρούσας, καθώς και για τη λήψη των μέτρων της παραγράφου 5 του άρθρου 21ου της από 20/3/2020 ΠΝΠ, από τον Υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων, είναι η Γενική Διεύθυνση Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή. Για το ύψος των επιβαλλομένων κυρώσεων της παρ. 4 του άρθρου 21ου της από 20/3/2020 ΠΝΠ λαμβάνονται υπόψη ιδίως, η βαρύτητα και η έκταση της παράβασης, καθώς και η τυχόν προσπάθεια παρακώλυσης της διαδικασίας εκ μέρους του ελεγχομένου προμηθευτή.

 

Στο άρθρο 7 προβλέπεται ότι, κατά των αποφάσεων επιβολής κυρώσεων της παραγράφου 4 του άρθρου 21ου της από 20/3/2020 ΠΝΠ, της παραγράφου 6 του άρθρου 4 και της παραγράφου 2 του άρθρου 5 της παρούσας απόφασης, χωρεί προσφυγή ενώπιον των Διοικητικών Δικαστηρίων, εντός της οριζόμενης προθεσμίας της παραγράφου 1 του άρθρου 66 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας ( προθεσμία 60 ημερών ).

 

Τέλος, στο άρθρο 8 ορίζεται ότι, οι επιβαλλόμενες κυρώσεις εισπράττονται σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ) και αποδίδονται στον κρατικό προϋπολογισμό.