tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Διορισμός υπαλλήλου με πλαστό πτυχίο-Έννοια κατ’εξακολούθηση τέλεσης απάτης

Γράφει ο Στάθης Δημ. Σταματελόπουλος, Νομικός Συνεργάτης Ε.Ε.Α. 


Ιδιαίτερο νομικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η υπ. αριθμ. 983.2018 απόφαση του ποινικού τμήματος του Αρείου Πάγου, με την οποία φαίνεται να παγιώνεται νέα νομολογία στο ζήτημα της κατ’ εξακολούθησης τέλεσης του αδικήματος της απάτης, στην περίπτωση υπαλλήλου, ο οποίος προκειμένου να προσληφθεί προσκόμισε στην υπηρεσία πλαστό τίτλο σπουδών.

Ειδικότερα, η απόφαση αφορούσε αίτηση αναίρεσης, την οποία άσκησε  υπάλληλος Δήμου, κατά της καταδικαστικής σε βάρος της απόφασης, του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, με την οποία αυτή καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης, για την αξιόποινη πράξη της απάτης κατ’ εξακολούθηση, που αυτή τέλεσε σε βάρος του Δήμου, ο οποίος την προσέλαβε το 2010, ως υπάλληλο γραφείου – διοικητική υπάλληλο, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, κατηγορίας ΔΕ (δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης), αφού κατά την πρόσληψη της η ίδια προσκόμισε πλαστό απολυτήριο εξαταξίου Γυμνασίου, ενώ θα έπρεπε να προσληφθεί ως υπάλληλος ΥΕ (υποχρεωτικής εκπαίδευσης), καθώς είχε διακόψει τις σπουδές της, πριν την αποφοίτηση της από το Γυμνάσιο, με αποτέλεσμα να λαμβάνει επί τέσσερα περίπου έτη τις πάσης φύσεως αυξημένες αποδοχές και τα επιδόματα υπαλλήλου ΔΕ, ενώ θα έπρεπε να λαμβάνει τις αποδοχές υπαλλήλου ΥΕ, με αποτέλεσμα, να ζημιώσει τον εργοδότη Δήμο με το συνολικό ποσό (διαφορά μισθών και επιδομάτων) των 7.333 Ευρώ  μέχρι να τεθεί σε αυτοδίκαιη αργία.

Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο απασχόλησε η καταδικαστική κρίση του δικάζοντος κατ’ έφεση, Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, με την οποία κρίθηκε ότι, η κατηγορουμένη διέπραξε το αδίκημα της απάτης με την επιβαρυντική περίσταση της κατ’ εξακολούθηση τέλεσης, κρίνοντας τελικά εσφαλμένη την σχετική κρίση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου και εξαφανίζοντας την σχετική απόφαση.

Ειδικότερα και αναφορικά με την κρίση για κατ’ εξακολούθηση τέλεση του αδικήματος της απάτης ο Άρειος πάγος δέχθηκε τα εξής:

Κατά το άρθρο 386 παρ. 1 ΠΚ .όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος, ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία, πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη, ή ανοχή, με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών, ή την αθέμιτη απόκρυψη, ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και αν η ζημία που προκλήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη, με φυλάκιση τουλάχιστον δυο ετών.

Από την διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για την στοιχειοθέτηση του υπαλλακτικώς μικτού εγκλήματος της απάτης απαιτούνται :α) σκοπός του δράστη να περιποιήσει στον εαυτό του ή σε άλλον (τρίτο) παράνομο περιουσιακό όφελος, έστω και αν τελικώς δεν επιτευχθεί το όφελος, β) εν γνώσει, υπό την έννοια του άμεσου δόλου, παράσταση ψευδών γεγονότων, ως αληθινών, ή αθέμιτη απόκρυψη, ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, από την οποία, ως παράγωγη αιτία, παραπλανήθηκε κάποιος και προέβη στην επιζήμια για τον ίδιο, ή για άλλο πράξη, παράλειψη ή ανοχή. Η παράσταση ψευδών γεγονότων μπορεί να συνίσταται σε οποιαδήποτε ανακοίνωση, δήλωση, ή ισχυρισμό, στην οποία υπάρχει ανακριβής απεικόνιση της πραγματικότητας, μπορεί δε να είναι ρητή, ή να συνάγεται και συμπερασματικά από τη συμπεριφορά του δράστη και γ) βλάβη ξένης, κατά το αστικό δίκαιο, περιουσίας, η οποία να τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με την απατηλή συμπεριφορά (παραπλανητική ενέργεια, ή παράλειψη το δράστη) και την συνεπεία αυτής πλάνη εκείνου, που προέβη στην περιουσιακή διάθεση, χωρίς να απαιτείται ταυτότητα του παραπλανηθέντος, και του ζημιωθέντος (ΑΠ 782/2017).

Με την έκφραση διατήρηση πλάνης δεν εννοείται κατ/ ακριβολογία η διατήρηση μιας αρχικά υφιστάμενης αμετάβλητης παράστασης, αλλά παράλειψη του δράστη να αποτρέψει, ή να άρει επιγενόμενη πλάνη, οφειλόμενη στο ότι ο διαθέτων θεωρεί υφιστάμενη μία κατάσταση, η οποία όμως έχει εν τω μεταξύ στην πραγματικότητα μεταβληθεί . Χρόνος τέλεσης του εγκλήματος της απάτης θεωρείται ενόψει του άρθρου 17ΠΚ, ο χρόνος, κατά τον οποίο ο δράστης, με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του, ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος, ενήργησε και ολοκλήρωσε την απατηλή συμπεριφορά του, προβαίνοντας στην παράσταση ψευδών γεγονότων, ως αληθινών, ή στην αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση των αληθινών, που συνιστούν τους υπαλλακτικώς μικτούς τρόπους τέλεσης της απάτης, είναι δε αδιάφορος ο μεταγενέστερος χρόνος επέλευσης της περιουσιακής ζημίας στον παθόντα, με την οποία ολοκληρώνεται η απάτη, καθώς και ο χρόνος, που επιχειρήθηκε η ζημιογόνος ενέργεια, παράλειψη, ή ανοχή του παραπλανηθέντος ( ΑΠ 75//2016, ΑΠ 833/2016).

Περαιτέρω, από την διάταξη του άρθρου 98ΠΚ προκύπτει ότι, κατ’ εξακολούθηση έγκλημα είναι εκείνο, το οποίο τελείται από το ίδιο πρόσωπο και απαρτίζεται από περισσότερες αυτοτελείς, ομοειδείς μερικότερες πράξεις, διακρινόμενες χρονικά μεταξύ τους, που προσβάλλουν το ίδιο έννομο αγαθό και κάθε μία περιέχει πλήρη τα στοιχεία ενός και του αυτού εγκλήματος, συνδέονται δε μεταξύ τους, με την ταυτότητα της απόφασης, για την τέλεση τους. (ΑΠ 613/2015, ΑΠ 1309/2015).

Έτσι προκειμένου περί απάτης, τότε μόνο υπάρχουν περισσότερες πράξεις, που αν συνδέονται και με την ταυτότητα τη; απόφασης για την τέλεση τους, θα αποτελούν κατ’ εξακολούθηση τέλεση αυτής, αν κάθε επιζήμια για τον παθόντα πράξη, είναι αποτέλεσμα χωριστής πλάνης του εξαπατηθέντος, που προκλήθηκε από χωριστή απατηλή συμπεριφορά του κατηγορούμένου. Αντίθετα, τελείται μία πράξη απάτης και όχι περισσότερες εξακολουθητικώς τελούμενες, όταν συνεπεία της άπαξ προκληθείσας πλάνης ο εξαπατηθείς προβαίνει σε περισσότερες και σε διαφορετικούς χρόνους (διαδοχικές) επιζήμιες πράξεις ( ΑΠ 1037/2013, ΑΠ 613/2015).

Έτσι επί απάτης, που συνεπάγεται περιοδικές καταβολές εκ μέρους του εξαπατηθέντος, συνιστάμενες στην χωρίς υποχρέωση καταβολή ενός επιδόματος ή μισθού, δεν συντρέχει περίπτωση κατ’ εξακολούθηση απάτης, αφού για να υπάρξει εξακολουθούν έγκλημα, θα πρέπει να διαπράττεται κάθε φορά μια νέα αυτοτελής απάτη. Εξάλλου, όταν η εξαπάτηση είναι το αποτέλεσμα της θετικής ενέργειας της ψευδούς παράστασης, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι,, συνεχίζεται με τη μορφή της παράλειψης άρσης της πλάνης του θύματος, ως ένα δήθεν έγκλημα μη γνήσια παράλειψης. Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε στην μετατροπή κάθε στιγμιαίου εγκλήματος σε διαρκές και κάθε εγκληματική ενέργεια σε σύνθετη συμπεριφορά (ενέργειας και παράλειψης), που έχει ως συνέπεια η διάπραξη της να διαρκεί για όσο χρονικό διάστημα δεν επέρχονται ακόμα τα τελικά αποτελέσματα της. Έτσι, σε περίπτωση που η πλάνη του θύματος και η περιουσιακή διάθεση, την οποία επιχειρεί, προκαλείται με θετική ενέργεια, η παράλειψη άρσης αυτής της διάθεσης είναι ποινικά αδιάφορη. Δεν  δημιουργείται δε υποχρέωση άρσης της ήδη επελθούσας πλάνης, που οδηγεί σε διαδοχικές διαθέσεις και διαδοχικές επιζήμιες συνέπειες, που αντιστοιχούν στο συνολικό όφελος, στο οποίο απέβλεπε ο δράστης, με την άπαξ επιδειχθείσα απατηλή συμπεριφορά του και που εντάσσονται σε ένα και το αυτό έγκλημα απάτης, με το οποίο δεν δημιουργείται κάποιος άλλος κίνδυνος για κάποιο άλλο αγαθό, αλλά είναι το ίδιο περιουσιακό αγαθό του τρίτου, με το ίδιο υλικό αντικείμενο, που πλήττεται στην ίδια έκταση, δηλαδή στο ίδιο ποσό, στο οποίο εξ αρχής απέβλεψε ο δράστης, ως περιουσιακό όφελος.

Διαφορετική εκδοχή θα οδηγούσε στο αποτέλεσμα, σε κάθε περίπτωση, που η περιουσιακή διάθεση και η εξ αυτής βλάβη δεν επέρχεται ταυτόχρονα με την ολοκλήρωση της παραπλανητικής συμπεριφοράς και την εξ αυτής προκληθείσα πλάνη, αλλά μεταγενέστερα, να δημιουργείται από το χρονικό σημείο της επελθούσας πλάνης, αμέσως υποχρέωση του δράστη, λόγω προηγούμενης επικίνδυνης κατάστασης, που ο ίδιος δημιούργησε, να αποτρέψει την περιουσιακή διάθεση, στην οποία όμως απέβλεπε με την αμέσως προηγηθείσα συμπεριφορά του.

Κατά συνέπεια, με όσα δέχτηκε το δικάσαν ως Εφετείο, Τριμελές Πλημμελειοδικείο στέρησε την απόφαση του από την επιβαλλόμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και παραβίασε εκ πλαγίου της διατάξεις των άρθρων 98ΠΚ κι 386ΠΚ, διότι, ενώ δέχτηκε ότιμ η πράξη της απάτης τελέστηκε κατ’ εξακολούθηση, δηλαδή με περισσότερες πράξεις, δεν εξέθεσε εάν η αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος πληρώθηκε αντίστοιχες φορές και άφησε αδιευκρίνιστομ αν κάθε επιζήμια περιουσιακή διάθεση, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα είναι αποτέλεσμα χωριστής πλάνης του παθόντος, που έχει προκληθεί από χωριστή απατηλή συμπεριφορά του κατηγορουμένου, ή μήπως συνεπεία της άπαξ επελθούσας πλάνης, ο παθών προέβη σε διαδοχικές απλά επιζήμιες ενέργειες, οπότε δεν τίθεται ζήτημα κατ’ εξακολούθηση τέλεσης της απάτης ( ΑΠ 840/2007, ΑΠ 930/2009).