tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Έξοδος ομόρρυθμου εταίρου

Γράφει ο Στάθης Δημ. Σταματελόπουλος, Νομικός Συνεργάτης Ε.Ε.Α.

Γράφει ο Στάθης Δημ. Σταματελόπουλος, Νομικός Συνεργάτης Ε.Ε.Α.


Mονομελές Εφετείο Θεσσαλονίκης
Αριθμ. 387/2017
ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟ ΕΤΑΙΡΟΥ ΟΜΟΡΡΥΘΜΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ – ΕΚΟΥΣΙΑ ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΟΜΟΡΡΥΘΜΟΥ ΕΤΑΙΡΟΥ ΚΑΙ ΑΠΩΛΕΙΑ ΕΤΑΙΡΙΚΉΣ ΙΔΙΟΤΗΤΑΣ – ΕΝΝΟΜΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΚΑΤA ΤΗΝ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ
 
Ενδιαφέροντα ζητήματα, που αφορούν τις προβλεπόμενες από τον Ν.4072/2012 περιπτώσεις, αφενός μεν, της αίτησης των λοιπών εταίρων για τον αποκλεισμό ενός εξ αυτών, αφετέρου δε, της εκούσιας αποχώρησης ομορρύθμου εταίρου, ομόρρυθμης εταιρείας έκρινε η υπ. αριθμ. 387/2017 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Ειδικότερα, το ως άνω Δικαστήριο, το οποίο δίκασε έφεση ομόρρυθμης εταίρου διμελούς ομόρρυθμης εταιρείας, της οποίας η αίτηση για τον αποκλεισμό του συνεταίρου της, για σπουδαίο λόγο, κατά την διάταξη του άρθρου 263 του Ν/4072/2012 είχε απορριφθεί από το Πρωτοβάθμιο δικαστήριο και η οποία στην συνέχεια και διαρκούσης της εκκρεμοδικίας άσκησε και το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 261 του ίδιου νόμου δικαίωμα της, για εκούσια έξοδο της από την εταιρεία, διέλαβε στο σκεπτικό του τα εξής:   
Από τις διατάξεις των άρθρων 261 και 264 του Ν/4072/2012 συνάγεται ότι, επί ομόρρυθμης εταιρείας, η εταιρική ιδιότητα χάνεται και με την εκούσια αποχώρηση, ή την έξοδο του εταίρου, κατόπιν μονομερούς δήλωσης του, που έχει διαπλαστικό χαρακτήρα και είναι απευθυντέα στον εκπρόσωπο της εταιρείας και στους λοιπούς εταίρους, παράγει δε η δήλωση αυτή τα αποτελέσματα της, από την κοινοποίηση της, εκτός και αν το καταστατικό της εταιρείας απαγορεύει την έξοδο, ή ρυθμίζει διαφορετικά το δικαίωμα εξόδου. Έναντι των καλόπιστων τρίτων η αποχώρηση αντιτάσσεται με την καταχώριση και δημοσίευση της στο Γ.Ε.ΜΗ.. Με τον τρόπο αυτό παρέχεται στον εταίρο, που δεν επιθυμεί να συνεχίσει την συμμετοχή του στην εταιρεία το δικαίωμα να εξέλθει εκουσίως από αυτήν, καταγγέλλοντας την εταιρική του συμμετοχή, με άμεσο αποτέλεσμα  την έξοδο του από την εταιρεία και την συνέχιση της λειτουργίας αυτής με τους λοιπούς εταίρους, χωρίς να πρέπει να αναμένει την κρίση του Δικαστηρίου, όπως γινόταν στο προγενέστερο δίκαιο, όπου η καταγγελία της εταιρείας επέφερε την λύση της και ως εκ τούτου την έξοδο του εταίρου από αυτήν. Η ίδια δε διάταξη του άρθρου 261 του Ν.4072/2012 ρυθμίζει τα σχετικά με την λήψη της αξίας της εταιρικής μερίδας του εξερχόμενου εταίρου, κατά τρόπο διαφορετικό και ανάλογα με τον διάρκεια της εταιρείας (ορισμένου ή αορίστου χρόνου).
Εξάλλου, κατά τις διατάξεις των άρθρων 259 και 263 του Ν.4072/2012 η εταιρική ιδιότητα επί ομόρρυθμης εταιρείας χάνεται και με τον αποκλεισμό του εταίρου, ο οποίος προϋποθέτει: α) την ύπαρξη στο πρόσωπο του υπό αποκλεισμό εταίρου σπουδαίου λόγου, που θα δικαιολογούσε την λύση της εταιρείας, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 259 παρ. 1 περ. δ του Ν.4072/2012, β) αίτηση των υπολοίπων εταίρων στο αρμόδιο Δικαστήριο (ήδη Μονομελές Πρωτοδικείο, που δικάζει κατά την διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας), η οποία μπορεί να κατατεθεί και από εταίρο διμελούς εταιρείας, οπότε μετά την τελεσίδικη αποδοχή της θα εφαρμοσθεί το άρθρο 267 του ιδίου νόμου, που προβλέπει την δυνατότητα συνέχισης της εταιρείας για χρονικό διάστημα τεσσάρων μηνών με έναν εταίρο και στην συνέχεια την είσοδο νέου εταίρου, άλλως την αυτοδίκαιη λύση της εταιρείας, γ) την έκδοση τελεσίδικης δικαστικής απόφασης, που δέχεται την αίτηση αποκλεισμού και η οποία έχει διαπλαστικό χαρακτήρα και από την επίδοση αυτής στον αποκλειόμενο εταίρο επέρχεται μεταξύ των εταίρων απώλεια της εταιρικής ιδιότητας του αποκλειομένου και συνέχιση της εταιρείας με τους λοιπούς εταίρους, έναντι δε των καλόπιστων τρίτων, η απώλεια της εταιρικής ιδιότητας του αποκλεισμένου επέρχεται από την καταχώριση του αποκλεισμού στο Γ.Ε.ΜΗ. (άρθρο 5 παρ. 7 του Ν.3419/2005). Κατά την κρατούσα δε άποψη η διάταξη του άρθρου 263 του Ν.4072/2012 (αποκλεισμός εταίρου), δεν έχει εφαρμογή, κατά το στάδιο της εκκαθάρισης της εταιρείας, αφού ο αποκλεισμός λειτουργεί ως υποκατάστατο της καταγγελίας και λύσης της εταιρείας, η οποία πλέον δεν είναι δυνατή (ΑΠ 585/2004, ΕφΘες 2655/2002, δημος. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ) . Τέλος και σε αντίθεση με ό,τι ισχύει επί ανώνυμης εταιρείας και εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, η ομόρρυθμη εταιρεία, ως προσωπική ένωση προσώπων, που στηρίζεται σε σύμβαση, προϋποθέτει όχι μόνο κατά την σύσταση της, αλλά και στην συνέχεια, την ύπαρξη δύο τουλάχιστον φυσικών ή νομικών προσώπων. Έτσι, αν οι μερίδες συγκεντρωθούν στα χέρια ενός εταίρου η εταιρεία λύεται, εφόσον μέσα σε τέσσερις μήνες δεν δημοσιευτεί στο Γ.Ε.ΜΗ., η είσοδος νέου εταίρου (άρθρο 267 του Ν.4072/2012).
Εξάλλου, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 249 και 268 του Ν.4072/2012 συνάγεται ότι, σε περίπτωση λύσης ομόρρυθμης εταιρείας αυτή εισάγεται στο στάδιο της εκκαθάρισης, εκτός αν ο εταίροι έχουν συμφωνήσει διαφορετικά, δηλαδή αν οι εταίροι απέκλεισαν την εκκαθάριση. Κατά το στάδιο της εκκαθάρισης, στο οποίο εφαρμόζονται, ελλείψει ειδικότερης ρύθμισης, οι διατάξεις του Αστικού Κώδικα για την εταιρεία, δηλαδή οι διατάξεις των άρθρων 777επ. ΑΚ, τα στοιχεία των εκκαθαριστών εγγράφονται στο Γ.Ε.ΜΗ. και το ίδιο ισχύει σε κάθε περίπτωση αντικατάστασης αυτών, ενώ η εταιρεία δεν περατώνεται, αλλά απλώς μεταβάλλει σκοπό και η συμβατική σχέση εξακολουθεί να υφίσταται για τον σκοπό και τις ανάγκες της εκκαθάρισης, η οποία αποσκοπεί στην περάτωση των νομικών σχέσεων, που προήλθαν από την σύσταση και την λειτουργία της εταιρείας και ήταν εκκρεμείς κατά τον χρόνο της λύσης της.
Τέλος, από τον συνδυασμό της διάταξης του άρθρου 68ΚΠολΔ, που ορίζει ότι, δικαίωμα να ζητήσει δικαστική προστασία έχει εκείνος που έχει έννομο συμφέρον, με εκείνες των άρθρων 516ΚΠολΔ και 532ΚΠολΔ προκύπτει ότι, προϋπόθεση του παραδεκτού της έφεσης και των κατ’ ιδίαν λόγων της είναι η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος του εκκαλούντος, το οποίο πρέπει να υφίσταται, τόσο κατά τον χρόνο της άσκησης της έφεσης, όσο και κατά τον χρόνο της συζήτησης αυτής, εάν δε, συνεπεία γεγονότων, επελθόντων μετά την άσκηση της έφεσης, το δικονομικό αποτέλεσμα, το οποίο επιδιώκεται, δεν πρόκειται να επηρεάσει θετικώς την νομική θέση του εκκαλούντος, τότε εκλείπει το έννομο συμφέρον του και η έφεση απορρίπτεται, ως απαράδεκτη (ΑΠ 13/1987, ΕφΠειρ 114/2011, ΕφΠειρ 464/2011, ΕφΠειρ 703/2009, δημοσ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Αν συνεπώς, μέχρι την συζήτηση της έφεσης εξέλιπε η ανάγκη παροχής δικαστικής προστασίας για οποιονδήποτε λόγο, η έφεση είναι απαράδεκτη, ως αφοπλισθείσα επιγενόμενα του εννόμου συμφέροντος.
Στην κρινόμενη υπόθεση, η εκκαλούσα ομόρρυθμη εταίρος, μετά την απόρριψη από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, της αίτησης της, για τον αποκλεισμό του συνεταίρου της, για σπουδαίο λόγο, κατά την διάταξη του άρθρου 263 του Ν.4072/2012, άσκησε έφεση, κατά της απόφασης αυτής και πριν από την συζήτηση της, άσκησε το προβλεπόμενο από την διάταξη του άρθρου 261 του Ν.4072/2012 δικαίωμα της, για εκούσια έξοδο της από την εταιρεία, με την επίδοση εξώδικης δήλωσης αποχώρησης προς την εταιρεία και τον συνεταίρο της και άσκησε – μετά την πάροδο διμήνου από την αποχώρηση της και την μη είσοδο άλλου εταίρου κατά την διάταξη του άρθρου 267 του Ν.4072012, που επέφερε και την λύση της εταιρείας -, νέα αίτηση, για τον δικαστικό ορισμό εκκαθαριστή της εταιρείας, μετά την κατά τα άνω λύση της, η οποία έγινε δεκτή, ως ουσία βάσιμη και ορίστηκε εκκαθαριστής της εταιρείας.  
Κατόπιν των ως άνω σκέψεων, το δικάσαν Μονομελές Εφετείου έκρινε ότι, μετά την άσκηση της έφεσης και μέχρι την συζήτηση αυτής, έλαβαν χώρα γεγονότα, με βάση τα οποία εξέλιπε το έννομο συμφέρον της εκκαλούσας εταίρου, για την αιτηθείσα με την έφεση της δικαστική προστασία, αφενός μεν, γιατί η εταιρεία είχε ήδη λυθεί με την εκούσια αποχώρηση της, χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα της για την λήψη της αξίας της εταιρικής της συμμετοχής, αφετέρου δε, διότι το κύριο αίτημα της, περί αποκλεισμού από την εταιρεία του καθ’ ού συνεταίρου της, ως υπαιτίου παράβασης των εταιρικών του υποχρεώσεων, προϋπέθετε ότι, η εταιρεία δεν έχει λυθεί με οποιονδήποτε νόμιμο τρόπο, η προϋπόθεση δε αυτή έπρεπε να υπάρχει, όχι μόνο κατά τον χρόνο της άσκησης της αίτησης και της έφεσης της, αλλά καθ’ όλο το στάδιο της δίκης και κατά τον χρόνο συζήτησης της έφεσης της και για τους λόγους αυτούς απέρριψε την ένδικη έφεση, ως απαράδεκτη, ελλείψει εννόμου συμφέροντος.