- 10/01/2025
Έρευνα ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ: Η κατάργηση του Ειδικού Φόρου Πολυτελείας οδηγεί σε αύξηση των πωλήσεων και της κατανάλωσης στον κλάδο αργυροχρυσοχοΐας
Τις συνέπειες στην κατανάλωση και τα φορολογικά έσοδα από την ενδεχόμενη κατάργηση του ειδικού φόρου πολυτελείας στα κοσμήματα και τα ρολόγια εξετάζει νέα μελέτη του Ινστιτούτου Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ.
Σύμφωνα με την οικονομική θεωρία, η ζήτηση για πολυτελή προϊόντα, όπως τα κοσμήματα, είναι ελαστική, πράγμα που σημαίνει ότι η αύξηση της τιμής τους λόγω φόρου μειώνει την κατανάλωση. Αντίθετα, η κατάργηση του φόρου οδηγεί σε αύξηση των πωλήσεων και της κατανάλωσης. Η μελέτη αναλύει διάφορα σενάρια ελαστικότητας ζήτησης (0,5 έως 1,6) και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, όταν η ελαστικότητα είναι ίση ή μεγαλύτερη από 0,8, η αύξηση στα έσοδα από τον ΦΠΑ υπερκαλύπτει την απώλεια από την κατάργηση του φόρου πολυτελείας. Με βάση τα δεδομένα του 2019, εκτιμάται ότι η κατάργηση του φόρου θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των συνολικών φορολογικών εσόδων.
Ο ειδικός φόρος πολυτελείας στα ρολόγια και τα χρυσά κοσμήματα και τεχνουργήματα εισήχθη το 2010 στην Ελλάδα, στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής που εφαρμόστηκε κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και αποτελούσε μέρος μιας σειράς μέτρων για την αύξηση των κρατικών εσόδων. Ο φόρος αυτός επιβλήθηκε στα κοσμήματα και τα τεχνουργήματα που κοστολογούνται πάνω από 1.000 €, όριο το οποίο δεν έχει μεταβληθεί 24 έκτοτε. Ωστόσο, ο πολύ υψηλός και επίμονος πληθωρισμός που καταγράφηκε τη διετία 2021 2022, και ο οποίος συνεχίζει να είναι υψηλότερος από τον επιθυμητό, από κοινού με την αύξηση του κόστους παραγωγής και τις αναταράξεις στην παγκόσμια αγορά, έχουν οδηγήσει συλλήβδην τις τιμές των προϊόντων σε πολύ υψηλά επίπεδα, με αποτέλεσμα η οικονομία να χαρακτηρίζεται από ακρίβεια, κρίση του κόστους διαβίωσης και συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών/τριών.
Παρότι δεν καταγράφεται ο πληθωρισμός ειδικά για τα χρυσά κοσμήματα στην Ελλάδα, καθώς δεν αποτελούν μέρος των αγαθών του καλαθιού του νοικοκυριού, το οποίο διαμορφώνει τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή, η τιμή τους επηρεάζεται από τον γενικό πληθωρισμό, λόγω της αύξησης του κόστους των πρώτων υλών, της εργασίας και της ενέργειας που χρειάζονται για την κατασκευή τους.
Με την έλευση της πανδημίας COVID-19, η παγκόσμια αβεβαιότητα εκτόξευσε την τιμή του χρυσού. Τον Αύγουστο του 2020, έφτασε σε νέο ιστορικό υψηλό, περίπου 2.070 δολάρια ανά ουγγιά. Οι υψηλές τιμές συνεχίστηκαν και το 2021-2022, λόγω της ενεργειακής κρίσης και του πληθωρισμού. Η τιμή του χρυσού κυμάνθηκε μεταξύ 1.800 και 2.000 δολαρίων ανά ουγγιά από το 2023 και ύστερα, με τις παγκόσμιες οικονομικές συνθήκες να συνεχίζουν να επηρεάζουν την αγορά.
Με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης, η προτεινόμενη κατάργηση του φόρου δεν θα πρέπει να ιδωθεί ως μέτρο ελάφρυνσης για τους/τις καταναλωτές/τριες υψηλού εισοδήματος, αλλά ως στρατηγική που μπορεί να τονώσει τη συνολική οικονομική δραστηριότητα και κυρίως να τονώσει έναν από τους λίγους μεταποιητικούς – παραγωγικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας. Η αύξηση της κατανάλωσης αυτών των προϊόντων έχει δυνητικά δευτερογενείς συνέπειες σε άλλους κλάδους, όπως η αλυσίδα εφοδιασμού, η παραγωγή και η εξειδικευμένη λιανική πώληση, κάτι που μπορεί να ενισχύσει την απασχόληση και την οικονομική ανάπτυξη.
Δείτε όλη τη μελέτη
Β