tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Έρευνα ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ:Ελεύθεροι επαγγελματίες, πολιορκημένοι από τα χρέη

Εξαμηνιαία αποτύπωση οικονομικού κλίματος στις μικρές επιχειρήσεις απο το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ

Η πραγματική οικονομία βρίσκεται σε βαθύ επενδυτικό λήθαργο διαπιστώνει η εξαμηνιαία έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ που αποτυπώνει το οικονομικό κλίμα στις μικρές επιχειρήσεις (0-49 άτομα προσωπικό οι οποίες αποτελούν το 99,6% των ελληνικών επιχειρήσεων). Η έρευνα η οποία παρουσιάστηκε σήμερα στη Θεσσαλονίκη από τον Πρόεδρο της ΓΣΕΒΕΕ και του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, κ. Γ. Καββαθά και τον Αντιπρόεδρο του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, κ. Ι. Παπαργύρη στο Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης διαπιστώνει ότι για το 70,3% των μικρών επιχειρήσεων η κατάσταση για το 2014 επιδεινώθηκε και ότι σχεδόν 1 στις 2 αντιμετωπίζει κίνδυνο κλεισίματος τους επόμενους μήνες το οποίο οφείλεται στη μείωση του τζίρου, στα χρέη προς των ΟΑΕΕ τις ΔΕΚΟ και την εφορία και προς τις τράπεζες.

Τα κυριότερα συμπεράσματα της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που έγινε σε συνεργασία με την εταιρεία ΜARC ΑΕ σε πανελλαδικό δείγμα 1204 πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό), στο διάστημα 10  έως 14 Φεβρουαρίου 2014 έχουν ως εξής:

 

A. ΓΕΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

 

Η πραγματική οικονομία βρίσκεται σε βαθύ επενδυτικό λήθαργο. Οι πολυδιαφημιζόμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις δεν έχουν επιφέρει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Σύμφωνα με τα οικονομικά μεγέθη που παρουσιάζουν οι επιχειρήσεις, ο δείκτης ρευστότητας και η επενδυτική δραστηριότητα παραμένουν σε ιστορικά χαμηλά. Πρόκειται για έναν αυτοτροφοδοτούμενο φαύλο κύκλο έλλειψης ρευστότητας και αποεπένδυσης, που ουσιαστικά αποστερεί από τον ιδιωτικό τομέα την αναπτυξιακή του δυναμική και την αυτόνομη δυνατότητα ανάκαμψης.

 

Η αποτίμηση του β’ εξαμήνου 2013 παραμένει αρνητική, καθώς για το 70,3% των μικρών επιχειρήσεων η κατάσταση έχει επιδεινωθεί. Η αρνητική τροχιά που είχε ξεκινήσει από το 2010 συνεχίζεται. Πρόκειται ουσιαστικά για μια de facto μετατόπιση σε πολύ χαμηλότερο σημείο ισορροπίας της οικονομίας, ως συνέπεια της διαδικασίας εσωτερικής υποτίμησης. Με δεδομένο το κλείσιμο πάνω από 200,000 επιχειρήσεων την τελευταία τετραετία (μετριοπαθής εκτίμηση σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ευρ. Επιτροπής), τα συσσωρευμένα χρέη και την καθήλωση της απασχόλησης, oι προοπτικές ανάκαμψης φαντάζουν εξαιρετικά αμφίβολες.

 

Όλοι οι οικονομικοί δείκτες των επιχειρήσεων διατηρούν αρνητικές τιμές. Το 66,6% των επιχειρήσεων σημείωσε κάμψη στον κύκλο εργασιών, με την υψηλότερη να καταγράφεται στις πολύ μικρές επιχειρήσεις (81,7%). Ο μέσος όρος μείωσης του τζίρου για το πρώτο εξάμηνο του 2013 ανέρχεται στο 22,9%. Από την απαρχή της κρίσης και σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ εκτιμάται ότι η συνολική πτώση στο τζίρο ανέρχεται μεσοσταθμικά στo 65%. Μείωση στη ζήτηση καταγράφει το 66% και στις παραγγελίες το 71,2% των επιχειρήσεων.

 

Το 47,1% των επιχειρήσεων αντιμετωπίζει κίνδυνο κλεισίματος το επόμενο διάστημα. Μάλιστα, περίπου το 40% αυτών τοποθετούν τη διακοπή λειτουργίας μέσα στο εξάμηνο. Το ποσοστό αυτό παραμένει σταθερά υψηλό παρά τη σωρευτική μείωση 200,000 επιχειρήσεων από το 2009. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η καθαρή μείωση των επιχειρήσεων για το επόμενο έτος υπολογίζεται ότι με βάση τα σημερινά οικονομικά δεδομένα θα προσεγγίσουν τις 27,000-30,000. Ιδιαίτερα αρνητικά είναι τα στοιχεία για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, αφού 2 στις 3 δηλώνουν ότι κινδυνεύουν να κλείσουν.

Ελεύθεροι επαγγελματίες, πολιορκημένοι από τα χρέη. Ένα από τα σημαντικότερα θέματα που αναδεικνύει η έρευνα είναι το πρόβλημα των συσσωρευμένων οφειλών που έχουν οι μικρές επιχειρήσεις. Πρόκειται για μια διαρκή «κατάσταση πολιορκίας» από οφειλές και χρέη κάθε μορφής (προς ιδιωτικό και δημόσιο τομέα) που έχει οδηγήσει τις επιχειρήσεις στα όριά τους. Οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να έχουν πολύ υψηλά χρέη προς όλες τις κατηγορίες «πιστωτών». Το μεγαλύτερο μέρος των καθυστερημένων οφειλών των επιχειρήσεων αφορά τις ασφαλιστικές οφειλές προς ΟΑΕΕ (περίπου 40%). Τα τελευταία στοιχεία του ΟΑΕΕ αναφέρουν ότι πάνω από 370,000 επιχειρήσεις έχουν χρέη προς τον οργανισμό σε σύνολο 700,000, γεγονός που σημαίνει ότι πολλές από τις επιχειρήσεις που χρωστούν έχουν τεθεί σε αδράνεια ή έχουν ήδη κλείσει. Ακολουθούν τα χρέη  προς τις ΔΕΚΟ (34,9%) και την εφορία (32,7%). Το τελευταίο εξάμηνο διευρύνθηκε το ποσοστό των επιχειρήσεων που έχει καθυστερημένες οφειλές προς τους προμηθευτές (28,7% από 27,8%)- γεγονός ανησυχητικό για τις προοπτικές του ιδιωτικού τομέα- και στο ΙΚΑ (25,9% από 22,6%). Τα μη εξυπηρετούμενα ή καθυστερούμενα δάνεια προς τράπεζες ανέρχονται στο 28,1%.

 

Αποθαρρυντικά είναι τα ευρήματα για τις προοπτικές απασχόλησης, παρά το υψηλό ποσοστό ανεργίας που ήδη καταγράφεται στη χώρα (27,5%) καθώς εάν επαληθευτούν οι εκτιμήσεις του ΙΜΕ-ΓΣΕΒΕΕ υπάρχει κίνδυνος απώλειας 47,000 θέσεων συνολικής απασχόλησης (εργοδότες, αυτοαπασχολούμενοι, μισθωτοί) στο επόμενο εξάμηνο. Από την έρευνα προκύπτει ότι οι απώλειες θέσεων μισθωτής εργασίας για το πρώτο εξάμηνο του 2014 θα πλησιάσουν τις 30,000. Μόλις το 7,6% των επιχειρήσεων αναμένεται να κάνει προσλήψεις. Ο κλάδος του εμπορίου και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις σημειώνουν τις χειρότερες επιδόσεις.

Αναφορικά με την εφαρμογή του νέου φορολογικού κώδικα, 2 στις 3 επιχειρήσεις (67,7%) θεωρούν ότι αυξάνει το γραφειοκρατικό κόστος της επιχείρησης. Επίσης, το 63,6% των επιχειρήσεων δηλώνει ότι ο νέος φορολογικός κώδικας αυξάνει τον κίνδυνο διακοπής λειτουργίας της επιχείρησης, λόγω προφανώς των αυστηρών διατάξεων και των πολύπλοκων διαδικασιών που πρέπει να ακολουθεί η επιχείρηση για να θεωρείται σύννομη. Ιδιαίτερα επιβαρυμένες φαίνονται να είναι οι επιχειρήσεις του τομέα μεταποίησης και όσες επιχειρήσεις απασχολούν προσωπικό.

Οι επαγγελματίες αποδοκιμάζουν την αποτελεσματικότητα των προτάσεων του ΟΟΣΑ καθώς η μεγάλη πλειοψηφία αυτών θεωρεί ότι η απελευθέρωση της αγοράς προϊόντων και το άνοιγμα των επαγγελμάτων, όπως μεθοδεύεται ούτε θα οδηγήσει σε μειώσεις τιμών και ούτε θα ενισχύσει την εγχώρια επιχειρηματική δραστηριότητα.

Από την έρευνα προκύπτει ότι τα αποτελέσματα από την κυριακάτικη λειτουργία των καταστημάτων ήταν ιδιαίτερα πενιχρά, καθώς μόλις το 4,2% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι ενισχύθηκε ο κύκλος εργασιών.

Όλη η Έρευνα :