tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Γ. Χατζηθεοδοσίου στο “Ποντίκι”: Ρυθμίσεις χρεών χωρίς αντίκρισμα

Άρθρο του Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, Προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών και Επίτιμου Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Πειραιά, στην εφημερίδα “Το Ποντίκι” (27/04/2023).


Δώρον άδωρον αποδεικνύονται στην πράξη οι νέες ρυθμίσεις των 36, 72 και 120 δόσεων του υπουργείου Οικονομικών για τη συντριπτική πλειονότητα των μικρομεσαίων επιχειρηματιών και των επαγγελματιών.

Οι αυστηροί κανόνες και οι προϋποθέσεις για να μπορέσει κάποιος να υπαχθεί στις περισσότερες από τις ρυθμίσεις συγκροτούν ένα αδιαπέραστο «πλέγμα» που ελάχιστοι από τους πραγματικά ενδιαφερόμενους έχουν τη δυνατότητα να διασπάσουν.

Το σημαντικότερο εμπόδιο για όσους θέλουν να μπουν στο νέο καθεστώς είναι ότι η νέα ρύθμιση 36 ή 72 δόσεων αφορά μόνο όσους την 1η Νοεμβρίου του 2021 δεν είχαν ληξιπρόθεσμες ή αρρύθμιστες οφειλές, ενώ ταυτόχρονα κατέβαλλαν όλες τις δόσεις των ρυθμίσεων των 120 ή 72 δόσεων, εφόσον είχαν τέτοιες.

Δηλαδή όσοι είχαν απλήρωτες δόσεις το κρίσιμο διάστημα από την αρχή της πανδημίας, στις αρχές του 2020, έως το τέλος του 2021, οπότε «γεννήθηκαν» πολλά χρέη λόγω των υγειονομικών μέτρων και των σκληρών lockdowns, δεν έχουν δικαίωμα υπαγωγής στη ρύθμιση.

Συνεπώς πολύ μεγάλος αριθμός οφειλετών, σχεδόν οκτώ στους δέκα, όπως φαίνεται από τα στοιχεία που μέχρι στιγμής διαθέτουμε, μένει εκτός της νέας ρύθμισης.

Αλλά ακόμα και όσοι – λίγοι κατά την εκτίμησή μας – καταφέρουν να υπαχθούν, θα πιεστούν πάρα πολύ για να αντεπεξέλθουν στον «βραχνά» των ιδιαίτερα υψηλών επιτοκίων που προβλέπει η ρύθμιση. Διότι ένα ποσοστό επιβάρυνσης της τάξεως του 4,38% για τις 36 δόσεις και 5,87% για τις 72 θα είναι σίγουρα ένα επιπλέον «ανάχωμα» για τους μικρομεσαίους, που βλέπουν ότι τελικά οι εν λόγω ρυθμίσεις δύσκολα θα αποτελέσουν τη «σανίδα σωτηρίας» που αναζητούσαν.

Αντίστοιχα προβλήματα και δυσκολίες αναμένεται να παρουσιαστούν και σε όσους θέλουν να ενταχθούν στην αναβίωση των 120 δόσεων. Εκεί, για να μπορέσει κάποιος οφειλέτης να ξαναμπεί, θα πρέπει, σύμφωνα με τους όρους του υπουργείου Οικονομικών, να καταβάλει υποχρεωτικά και άμεσα όχι μία, αλλά δύο δόσεις. Πιο συγκεκριμένα θα πρέπει να καταβάλει το άθροισμα του ποσού της παλαιότερης και της τρέχουσας δόσης της ρύθμισης που αναβιώνει.

Όμως όλοι όσοι έχουν κάποια, έστω μικρή, σχέση με την πραγματική κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην αγορά αντιλαμβάνονται ότι η πλειονότητα των μικρομεσαίων βρίσκεται σε τέτοια οικονομική κατάσταση, ώστε δύσκολα θα μπορούσε να ανταποκριθεί σε αυτή την προϋπόθεση.

Είναι ηλίου φαεινότερο, με βάση τα παραπάνω στοιχεία, ότι οι ρυθμίσεις, όπως σχεδιάστηκαν – και ειδικά αυτή των 36 ή 72 δόσεων –, καταλήγουν να μην έχουν καμία ουσιαστική εφαρμογή σε πραγματικές συνθήκες, καθώς βγάζουν την πλειονότητα των ενδιαφερομένων εκτός συστήματος.

Η εξέλιξη αυτή είναι ιδιαίτερα ανησυχητική για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας και ιδιαίτερα της ραχοκοκαλιάς της, που είναι οι μικρομεσαίοι, καθώς δεν είναι καθόλου απίθανο να υπάρξει σύντομα «βροχή» κατασχέσεων σε τραπεζικούς λογαριασμούς και περιουσιακά στοιχεία που θα οδηγήσουν μαθηματικά χιλιάδες επιχειρήσεις σε ολική ασφυξία και τελικά στο «λουκέτο».

Η αγορά έχει απόλυτη ανάγκη από μία πραγματική δεύτερη ευκαιρία ρύθμισης χρεών, αλλιώς οι συνέπειες για την επιχειρηματικότητα και την οικονομία θα είναι ανυπολόγιστες και φυσικά θα επηρεάσουν σε βαθμό τραγικό και τους – πολύ σημαντικούς για την κοινωνία γενικότερα – δείκτες της απασχόλησης.

Κι επειδή αυτή τη στιγμή τα περιθώρια για αλλαγές, λόγω επικείμενων εκλογών, δεν υπάρχουν, καλούμε τα κόμματα εξουσίας να δεσμευθούν ότι η νέα κυβέρνηση, αμέσως μετά τη συγκρότησή της, θα δώσει λύση στο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι οφειλέτες.