- 08/05/2023
Γ. Χατζηθεοδοσίου στο real.gr: Η συνέχεια του κράτους δεν πρέπει να σχετίζεται με τις εκλογές
Η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος που διανύουμε -ιδιαίτερα με το εξαιρετικά πιθανό ενδεχόμενο των διπλών εκλογών- επηρεάζει αναπόφευκτα την πραγματική οικονομία, καθώς το αίσθημα της αβεβαιότητας οδηγεί σε «πάγωμα» καταναλωτικών και επιχειρηματικών αποφάσεων.
Η επίδραση αυτή είναι αναμενόμενη και -σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό- παρατηρείται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Στην Ελλάδα, ωστόσο, το «κόστος» που προκαλεί κάθε εκλογικός κύκλος στην αγορά, αλλά και στην κοινωνία, είναι δυσανάλογα υψηλό. Το γεγονός αυτό σχετίζεται με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της πολιτικής μας κουλτούρας: την αδυναμία αποσύνδεσης του κράτους από την κυβερνητική εξουσία, αλλά και την έλλειψη στοιχειώδους συναίνεσης των πολιτικών δυνάμεων σε θεμελιώδη ζητήματα.
Για τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, ιδιαίτερα του Βορρά, θεωρείται δεδομένη η ομαλή λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, ανεξάρτητα από την εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία. Το κράτος δεν ελέγχεται από τα κόμματα και την εκάστοτε κυβέρνηση και λειτουργεί αποκλειστικά με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον. Επίσης, σε πολλές χώρες έχει επιτευχθεί ένας ελάχιστος βαθμός πολιτικής συμφωνίας, σε τομείς όπως η εξωτερική πολιτική, η παιδεία κ.λπ.
Η κουλτούρα ανεξαρτησίας της δημόσιας διοίκησης και συναίνεσης σε βασικά θέματα επιτρέπει τη συνέχεια στην άσκηση της πολιτικής και περιορίζει το αίσθημα αβεβαιότητας των πολιτών και των επιχειρήσεων. Φαίνεται, επίσης, να ευνοεί την ανάδειξη κυβερνήσεων συνεργασίας. Σε χώρες όπως η Γερμανία, το Λουξεμβούργο, το Βέλγιο, η Ολλανδία και η Αυστρία η μη ανάδειξη αυτοδύναμης κυβέρνησης ανοίγει συνήθως έναν κύκλο συζητήσεων μεταξύ των κομμάτων για τη σύναψη προγραμματικών συμφωνιών, ενώ, για όσο διάστημα διαρκούν οι διαβουλεύσεις, η δημόσια διοίκηση λειτουργεί κανονικά. Δεν είναι τυχαίο ότι, στις συγκεκριμένες χώρες, οι κυβερνήσεις συνεργασίας αποτελούν κανονικότητα τα τελευταία τριάντα χρόνια.
Στην Ελλάδα, τα πράγματα είναι διαφορετικά, καθώς η λειτουργία του κράτους είναι άμεσα συνυφασμένη με την ύπαρξη κυβέρνησης και πολιτικής ηγεσίας. Κάθε εναλλαγή κόμματος στην εξουσία -ακόμη κι ένας κυβερνητικός ανασχηματισμός- ισοδυναμεί με αλλαγή καθεστώτος στη δημόσια διοίκηση. Με κάθε νέα κυβέρνηση ή ανασχηματισμό, έχουμε δει να αλλάζουν ο αριθμός, η συγκρότηση και οι αρμοδιότητες υπουργείων, να ιδρύονται ή να συγχωνεύονται φορείς κ.λπ. – τις περισσότερες φορές για λόγους εντυπώσεων, χωρίς να υπάρχει καμία ουσιαστική προεργασία και σχεδιασμός.
Έτσι δημιουργούνται μακρά διαστήματα παράλυσης στη διοίκηση, πολίτες και επιχειρήσεις ταλαιπωρούνται, έργα και διαδικασίες που θα έπρεπε να προχωρούν παγώνουν, το ενδεχόμενο μη αυτοδυναμίας προκαλεί «έμφραγμα» στο κράτος και στην οικονομία. Μεγάλες δομικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις σε τομείς όπως η υγεία, η παιδεία, η κοινωνική ασφάλιση, η Δικαιοσύνη -που απαιτούν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και υλοποίηση σε βάθος χρόνου- ξεκινούν, σταματούν ή ανατρέπονται, ανάλογα με το ποιος κυβερνά.
Αυτές τις παθογένειες πληρώνουμε τα τελευταία χρόνια, μέσα από κρίσεις και καταστροφές. Κι όταν το κακό συμβεί -όπως έγινε με την πρόσφατη τραγωδία στα Τέμπη- τα κόμματα αρχίζουν τον πόλεμο των μεταξύ τους αλληλοκατηγοριών, για θέματα που η δημόσια διοίκηση θα έπρεπε να προωθεί ανεξάρτητα και απρόσκοπτα.
Είναι ανάγκη, έστω και τώρα, να οικοδομήσουμε μια νέα κουλτούρα. Πρέπει όλα τα κόμματα να συμφωνήσουν σε θεσμικές παρεμβάσεις, οι οποίες θα αποδεσμεύσουν τη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού από την κυβερνητική εξουσία, θα διασφαλίσουν συνθήκες συνέχειας, αποτελεσματικότητας, διαφάνειας και λογοδοσίας. Θα πρέπει, επιτέλους, να αναζητηθεί ένας ελάχιστος βαθμός εθνικής συνεννόησης, για να προχωρήσουν γενναίες λύσεις σε μεγάλα προβλήματα του τόπου, με τα κόμματα να αναλαμβάνουν από κοινού το ενδεχόμενο πολιτικό κόστος.
Η ψηφιοποίηση του κράτους αποτελεί πράγματι αναγκαιότητα και τα βήματα που έχουν γίνει σε αυτή την κατεύθυνση είναι σημαντικά. Ομως, δεν αρκεί. Η χώρα χρειάζεται έναν ισχυρό, ανεξάρτητο διοικητικό μηχανισμό, ο οποίος θα εγγυάται τη συνέχεια του κράτους, θα λειτουργεί με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον, υπηρετώντας εθνικής αποδοχής προτεραιότητες και στόχους, θα λογοδοτεί όχι στην εκάστοτε πολιτική ηγεσία, αλλά στον πολίτη, στην επιχείρηση, στην ελληνική κοινωνία.
Η προσπάθεια θα είναι δύσκολη, ιδιαίτερα στο κλίμα πόλωσης που έχει δημιουργηθεί. Ομως, αν θέλουμε η Ελλάδα να γίνει πραγματικά μια σύγχρονη, ευρωπαϊκή δημοκρατία, δεν έχουμε άλλη επιλογή.