tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Κρυφό πρόστιμο η μη τραπεζική εξόφληση τιμολογίων άνω των 500 ευρώ

Προβλήματα και με την εξόφληση πωλήσεων σε ιδιώτες άνω των 1.500 ευρώ

  • Προβλήματα και με την εξόφληση πωλήσεων σε ιδιώτες άνω των 1.500 ευρώ

 

Σοβαρά προβλήματα δημιουργούνται με τις δυσκολίες εφαρμογή της διάταξης για την πληρωμή συναλλαγών, μεταξύ επιχειρήσεων, άνω των 500 ευρώ μέσω τραπεζικού συστήματος. Το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως σε επιχειρήσεις με διερχόμενους πελάτες οι οποίοι μπορεί να μη κατέχουν μέσο τραπεζικής πληρωμής, όπως για παράδειγμα οδηγοί μεγάλων φορτηγών που εφοδιάζονται με καύσιμα.  Σε κάθε περίπτωση, η μη εξόφλησης μέσω τραπέζης ελλοχεύει τον κίνδυνο επιβολής φόρου εισοδήματος 26% ή 33%!

 

Όπως είναι γνωστό, στο άρθρο 23 του N.4172 / 2013 και στο εδάφιο β’ αναφέρεται ότι «μη εκπιπτόμενη δαπάνη» θεωρείται, «κάθε είδους δαπάνη που αφορά σε αγορά αγαθών ή λήψη υπηρεσιών αξίας άνω των πεντακοσίων (500) ευρώ, εφόσον η τμηματική ή ολική εξόφληση δεν έγινε με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής».

 

Για την εφαρμογή της ως άνω διάταξης εξεδόθη και σχετική εγκύκλιος  του υπουργείου Οικονομικών η οποία διευκρινίζει ότι όλα τα τιμολόγια αξίας πάνω από 500€ ( με Φ.Π.Α.)  που θα εκδοθούν από 1/1/2014   θα πρέπει να εξοφλούνται είτε με επιταγή είτε με κατάθεση μετρητών στον τραπεζικό λογαριασμό της εταιρίας.

 

Οι επαγγελματίες θα πρέπει να προσέχουν πολύ την πληρωμή με τήρηση των παραπάνω κανόνων διότι διαφορετικά κινδυνεύουν όλο το ποσό να χαρακτηρισθεί στο τέλος του χρόνου ως καθαρό κέρδος πάνω στο οποίο θα επιβληθεί φόρος εισοδήματος 26% εφόσον τα συνολικά κέρδη είναι μέχρι 50.000 ευρώ και 33% εφόσον είναι άνω των 50.000 ευρώ. Έτσι για παράληψη της τραπεζικής πληρωμής τιμολογίου 1.000 ευρώ μαζί με το ΦΠΑ ο φόρος που θα κληθεί να πληρώσει ο επιχειρηματίας ανέρχεται σε 260 ή 330 ευρώ ανάλογα με την κλίμακα στην οποία εμπίπτει! Μέσα σε αυτά θα συμπεριλαμβάνεται και φόρος πάνω στο ΦΠΑ τον οποίο κατέβαλαν! Το χειρότερο είναι ότι ορισμένοι αναλυτές υποστηρίζουν ότι το τιμολόγιο αυτό μπορεί να θεωρηθεί και εικονικό με όλες τις συνέπειες που θα έχει.

 

Όσοι επιτηδευματίες έκαναν αγορές άνω των 500 ευρώ σε μετρητά ή σε κάθε περίπτωση εκτός τραπεζικού συστήματος από 1/1/2014 θα επωμιστούν το ανωτέρω «κρυφό πρόστιμο».

 

Σημειώνουμε επίσης ότι ο νομοθέτης για να αποφύγει τις καταστρατηγήσεις δεν επιτρέπει την τμηματική καταβολή των επί πιστώσει  τιμολογίων στον υπεύθυνο πωλητή με μετρητά.

Τιμολόγιο άνω των 500€ που έχει εκδοθεί μετά τις 1/1/2014  ο πελάτης δεν θα μπορεί να το εξοφλεί απευθείας στην επιχείρηση του πωλητή με μετρητά κατά δόσεις που είναι κάτω των 500 ευρώ ανεξαρτήτως αριθμού αποδείξεων είσπραξης  με διαφορετική ημερομηνία. Σε κάθε περίπτωση η τμηματική εξόφληση (έναντι) των επί πιστώσει άνω των 500€ με έκδοση από 1/1/2014  θα πρέπει  και σε αυτή την περίπτωση να γίνει είτε με κατάθεση μετρητών στον λογαριασμό της εταιρίας ή με επιταγή.

 

Το πρόβλημα ενδιαφέρει κατά κύριο λόγο τον αγοραστή ο οποίος θα υποστεί την κύρωση. Η επιχείρηση του πωλητή δεν έχει καμία κύρωση.

 

Πρόβλημα και η εξόφληση συναλλαγών με ιδιώτες άνω των 1.500 ευρώ

 

Τα παραπάνω προβλήματα ανταμώνουν, σε μικρότερο βαθμό βέβαια γιατί το πρόβλημα είναι μόνο η γραφειοκρατία και η ταλαιπωρία, οι πωλητές σε περιπτώσεις πώλησης εμπορευμάτων και υπηρεσιών άνω των 1500 ευρώ σε ιδιώτες.

 

 Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1027/9.2.2011 πωλήσεις προς ιδιώτες ποσού άνω των 1.500 ευρώ, εξοφλούνται από τους λήπτες αυτών αποκλειστικά μέσω Τραπέζης, με χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες του αγοραστή των αγαθών ή λήπτη των υπηρεσιών ή μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγές, αποκλειόμενης της εξόφλησης των υπόψη στοιχείων με μετρητά.

Ως αξία συναλλαγής νοείται το συνολικό ποσό της αξίας της συναλλαγής, συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α.. Προκαταβολές που εισπράττονται ή τμηματικές καταβολές, που αφορούν συναλλαγές ύψους άνω των 1.500 ευρώ εμπίπτουν στις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις της παρούσας, ανεξαρτήτως του ποσού έκαστης τμηματικής καταβολής ή προκαταβολής. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης επιβάλλονται πρόστιμα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 2523/1997 όπως αυτό κάθε φορά ισχύει.