tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Πάνω από 30% του πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού

Το 31,8% του πληθυσμού της χώρας (3.348.500 άτομα) βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της δειγματοληπτικής Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (SILC), έτους 2018, με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το έτος 2017. Καταγράφεται πτώση τριών ποσοστιαίων μονάδων σε σχέση με έναν χρόνο πριν.

 

Ειδικότερα:

  • Ο κίνδυνος φτώχειας ή κοινωνικός αποκλεισμός είναι υψηλότερος στην περίπτωση των ατόμων ηλικίας 18-64 ετών (35,0%).
  • Από τον πληθυσμό ηλικίας 18-64 ετών που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό, εκτιμάται ότι το 33,0% είναι Έλληνες και το 56,5% είναι αλλοδαποί που διαμένουν στην Ελλάδα.
  • Από τους αλλοδαπούς που διαμένουν στην Ελλάδα, ηλικίας 18-64 ετών και βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό το 55,1% γεννήθηκαν σε άλλη χώρα, ενώ το 32,1% είναι
    αλλοδαποί που γεννήθηκαν και διαμένουν στην Ελλάδα.
  • Το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας αλλά διαβιεί σε νοικοκυριά χωρίς υλική στέρηση και χωρίς χαμηλή ένταση εργασίας ανέρχεται σε 8,5%.
  • Το ποσοστό του πληθυσμού που ενώ δε βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας διαβιεί σε νοικοκυριά με υλική στέρηση αλλά χωρίς χαμηλή ένταση εργασίας ανέρχεται σε 8,3%.
  • Το ποσοστό του πληθυσμού που δε βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας και διαβιεί σε νοικοκυριά χωρίς υλική στέρηση αλλά με χαμηλή ένταση εργασίας ανέρχεται σε 4,0%.
  • Το 18,5% του πληθυσμού βρίσκεται σε κίνδυνο φτώχειας (μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις), το 16,7% σε υλική στέρηση και το 16,3% του πληθυσμού ηλικίας 0-59 ετών διαβιεί σε νοικοκυριά με χαμηλή ένταση εργασίας.

Πληθυσμός σε κίνδυνο φτώχειας και κατώφλι κινδύνου φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις

  • Το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 4.718 ευρώ ετησίως ανά άτομο και σε 9.908 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών και ορίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, το οποίο εκτιμήθηκε σε 7.863 ευρώ, ενώ το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της χώρας εκτιμήθηκε σε 15.556 ευρώ.
  • Το έτος 2018, το 18,5% του συνολικού πληθυσμού της χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας. Ο δείκτης αυτός που κατά το 2005 (με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το 2004) ανερχόταν στο 19,6%, σημείωσε αυξητική πορεία έως το 2012 όπου εκτιμήθηκε στο 23,1% ενώ άρχισε να μειώνεται από το 2014.
  • Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 763.174 σε σύνολο 4.125.263 νοικοκυριών και τα μέλη τους σε 1.954.400 στο σύνολο των 10.542.856 ατόμων του πληθυσμού της χώρας.
  • Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται σε 22,7% σημειώνοντας μείωση κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2017, ενώ για τις ομάδες ηλικιών 18-64 ετών και 65 ετών και άνω ανέρχεται σε 19,8% και 11,6%, αντίστοιχα.
  • Γενικά, το ποσοστό του κινδύνου φτώχειας σημείωσε μείωση το 2018 σε σχέση με το 2017 για διάφορες υποκατηγορίες του πληθυσμού, τόσο ως προς τους τύπους νοικοκυριών όσο και ως προς την κατηγοριοποίηση κατά φύλο και κατάσταση απασχόλησης, καθώς και την κατηγοριοποίηση κατά φύλο, ομάδες ηλικιών και ιδιοκτησιακό καθεστώς της κύριας κατοικίας, με τις σημαντικότερες διαφορές (μείωση) να σημειώνονται ως εξής:

– Κατά 4,1 ποσοστιαίες μονάδες (15,3%) για το ποσοστό του πληθυσμού με τρεις ή περισσότερους ενήλικες χωρίς εξαρτώμενα παιδιά.
– Κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες (20,4%) για το ποσοστό πληθυσμού ανδρών ηλικίας 18-64 ετών που διαβιούν σε νοικοκυριά όπου ενοικιάζουν την κύρια κατοικία τους.
– Κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες (12,5%) για το ποσοστό των εργαζόμενων ανδρών.

  • Αναφορικά με την κατηγοριοποίηση του πληθυσμού ως προς το φύλο και την κατάσταση απασχόλησης σημειώθηκε μείωση:
    – κατά 1,1 ποσοστιαίες μονάδες (24,6%) για τις μη οικονομικά ενεργές (εκτός συνταξιούχων) γυναίκες και
    – κατά 1,0 ποσοστιαία μονάδα (24,7%) για τον λοιπό μη οικονομικά ενεργό (εκτός των συνταξιούχων) πληθυσμό.
  • Αναφορικά με την κατηγοριοποίηση του πληθυσμού ως προς το φύλο, τις ομάδες ηλικιών και το ιδιοκτησιακό καθεστώς κύριας κατοικίας καταγράφηκε μείωση του ποσοστού κινδύνου φτώχειας από 0,7 έως 1,2 ποσοστιαίες μονάδες, σε αρκετές περιπτώσεις και συγκεκριμένα για το σύνολο των ιδιοκτητών στις ηλικιακές ομάδες 60+ετών, 65+ετών, 75+ετών.
  • Τέλος, μείωση κατά 2,2 ποσοστιαίες μονάδες (21,5%) παρουσιάζεται για την ομάδα ηλικιών 18-64 ετών των ενοικιαστών και κατά 2,8 ποσοστιαίες μονάδες (20,4%) για τους άνδρες ενοικιαστές της ίδιας ομάδας ηλικιών.
  • Αναφορικά με τον τύπο νοικοκυριού αύξηση κατά μισή ποσοστιαία μονάδα (32,8%) παρουσιάζεται στο ποσοστό του κινδύνου φτώχειας μόνο για τα μονογονεϊκά νοικοκυριά με, τουλάχιστον, ένα εξαρτώμενο παιδί.
  • Ο κίνδυνος φτώχειας, υπολογιζόμενος με κατώφλια διαφορετικά του 60% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, ανέρχεται σε:
    – 8,1%, αν το κατώφλι οριστεί στο 40% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος,
    – 12,9%, αν το κατώφλι οριστεί στο 50% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος και
    – 26,4%, αν το κατώφλι οριστεί στο 70% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, αντίστοιχα.

Κοινωνικές μεταβιβάσεις και κίνδυνος φτώχειας

  • Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών) ανέρχεται σε 50,0% ενώ, όταν περιλαμβάνονται μόνο οι συντάξεις και όχι τα κοινωνικά επιδόματα, μειώνεται στο 23,2%. Αναφορικά με τα κοινωνικά επιδόματα, επισημαίνεται ότι αυτά περιλαμβάνουν παροχές κοινωνικής βοήθειας (όπως το κοινωνικό μέρισμα, το επίδομα μακροχρόνια ανέργων κλπ.), οικογενειακά επιδόματα (όπως επιδόματα τέκνων), καθώς και επιδόματα ή βοηθήματα ανεργίας, ασθένειας, αναπηρίας ή ανικανότητας, ή και εκπαιδευτικές παροχές.
  • Δεδομένου ότι, όπως προαναφέρθηκε, το ποσοστό κινδύνου φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις ανέρχεται σε 18,5%, διαπιστώνεται ότι τα κοινωνικά επιδόματα συμβάλλουν στη μείωση του ποσοστού του κινδύνου φτώχειας κατά 4,7 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ εν συνεχεία, οι συντάξεις κατά 26,8 ποσοστιαίες μονάδες. Το σύνολο των κοινωνικών μεταβιβάσεων μειώνει το ποσοστό του κινδύνου φτώχειας κατά 31,5 ποσοστιαίες μονάδες.
  • Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα) για άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω εκτιμάται σε 86,8%, ενώ όταν δεν συμπεριλαμβάνονται τα κοινωνικά επιδόματα αλλά συμπεριλαμβάνονται οι συντάξεις εκτιμάται σε 13,7%.
  • Ο κίνδυνος φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα) για άτομα ηλικίας 18-64 ετών εκτιμάται σε 40,9%, ενώ όταν δεν συμπεριλαμβάνονται τα κοινωνικά επιδόματα αλλά συμπεριλαμβάνονται οι συντάξεις εκτιμάται σε 24,2%.
  • Οι κοινωνικές μεταβιβάσεις (συμπεριλαμβανομένων των συντάξεων) αποτελούν το 32,4% του συνολικού διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών της χώρας, εκ του οποίου οι συντάξεις αναλογούν στο 84,4%, ενώ τα κοινωνικά επιδόματα στο 15,6%.

Χαρακτηριστικά πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας

  • Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας κατά τα προηγούμενα έτη ήταν ελαφρώς υψηλότερο για τις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες. Το 2014 και 2015 διαμορφώθηκε σε πολύ κοντινά επίπεδα, υψηλότερο κατά 0,2 και 0,3 ποσοστιαίες μονάδες αντίστοιχα για τους άνδρες, ενώ με βάση τα στοιχεία του 2018, όπως συνέβη και το 2016 και το 2017, εμφανίζεται ίδιο μεταξύ ανδρών και γυναικών και ίδιο με το ποσοστό του συνολικού πληθυσμού (και για τα δύο φύλα), δηλαδή 18,5%.
  • Επίσης, το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για το συνολικό πληθυσμό (και κατά συνέπεια και για τα δύο φύλα) σημείωσε μείωση κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες το 2018 σε σχέση με το 2017.
  • Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών εκτιμάται σε 12,6% για τις γυναίκες και σε 10,4% για τους άνδρες.
  • Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 75 ετών εκτιμάται σε 11,0% ενώ για άτομα ηλικίας κάτω των 75 ετών σε 19,4%.
  • Ο κίνδυνος φτώχειας για τις γυναίκες άνω των 75 ετών εκτιμάται σε 12,4% ενώ για τους άνδρες της αντίστοιχης ηλικιακής ομάδας εκτιμάται σε 9,1%.
  • Ο κίνδυνος φτώχειας για τους διάφορους τύπους νοικοκυριών σημείωσε πτώση το 2018 σε σχέση με το 2017 με μόνη εξαίρεση την περίπτωση μονογονεϊκού νοικοκυριού με τουλάχιστον ένα εξαρτώμενο παιδί, όπου σημείωσε αύξηση κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες (32,8%). Οι μειώσεις του ποσοστού του κινδύνου φτώχειας για όλες τις άλλες κατηγορίες νοικοκυριών κυμαίνονται από 0,2 ποσοστιαίες μονάδες, στην περίπτωση των νοικοκυριών με τρεις ή περισσότερους ενήλικες με εξαρτώμενα παιδιά (ποσοστό 29,1%) έως 4,1 ποσοστιαίες μονάδες, στην περίπτωση των νοικοκυριών με τρεις ή περισσότερους ενήλικες χωρίς εξαρτώμενα παιδιά (ποσοστό 15,3%). Η αμέσως επόμενη μεγαλύτερη μείωση αφορά στην περίπτωση των νοικοκυριών με δύο ενήλικες κάτω των 65 ετών χωρίς εξαρτώμενα παιδιά, κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες, με το αντίστοιχο ποσοστό να είναι 15,7% και ακολουθεί η περίπτωση μονοπρόσωπου νοικοκυριού – άνδρας , κατά 2,1 ποσοστιαίες μονάδες, με το αντίστοιχο ποσοστό να είναι 17,7%.
  • Οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουν χαμηλότερο κίνδυνο φτώχειας σε σύγκριση με τους ανέργους και τους οικονομικά μη ενεργούς (νοικοκυρές κλπ.). Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τους εργαζομένους ανέρχεται σε 11,0%, σημειώνοντας μείωση κατά 1,9 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2017. Μείωση κατά 1,1 ποσοστιαίες μονάδες παρουσίασε το ποσοστό κινδύνου φτώχειας για τις εργαζόμενες γυναίκες, ενώ για τους εργαζόμενους άνδρες παρουσίασε μείωση κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες δηλαδή σε 8,8% και 12,5% αντίστοιχα. Για τους ανέργους, όπως ήδη αναφέρθηκε, ο κίνδυνος φτώχειας ανέρχεται σε 43,3%, παρουσιάζοντας σημαντική διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών (49,1% και 37,9% αντίστοιχα). Ο κίνδυνος φτώχειας για όσους είναι οικονομικά μη ενεργοί (μη συμπεριλαμβανομένων των συνταξιούχων) μειώθηκε κατά 1,0 ποσοστιαία μονάδα. Η αντίστοιχη μεταβολή (μείωση) για τις γυναίκες είναι 1,1 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ για τους άνδρες (μείωση) 0,4 ποσοστιαίες μονάδες και τα σχετικά ποσοστά ανέρχονται σε 24,7%, 24,6% και 25,1%.
  • Ο κίνδυνος φτώχειας για τους εργαζομένους με πλήρη απασχόληση ανέρχεται σε 9,5%, ενώ για τους εργαζομένους με μερική απασχόληση ανέρχεται σε 24,6%.
  • Στην περίπτωση των νοικοκυριών, που η κατοικία που διαμένουν είναι ιδιόκτητη, ο κίνδυνος φτώχειας ανέρχεται σε 17,8%, ενώ για τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιασμένη κατοικία ο κίνδυνος φτώχειας είναι υψηλότερος και ανέρχεται σε 21,3%. Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών που η κατοικία τους είναι ιδιόκτητη ανέρχεται σε 22,1%, ενώ για τα άτομα της ίδιας ομάδας ηλικιών που η κατοικία τους είναι ενοικιασμένη, ο κίνδυνος αυξάνεται σε 24,0%. Ο κίνδυνος φτώχειας ατόμων ηλικίας 18-64 ετών που η κατοικία τους είναι ιδιόκτητη ανέρχεται σε 19,3%, ενώ για τα άτομα της ίδιας ηλικιακής ομάδας που η κατοικία τους είναι ενοικιασμένη, ο κίνδυνος αυξάνεται σε 21,5%.

ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ