tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Στα ύψη οι τιμές τροφίμων παρά τη μείωση στις πρώτες ύλες

Μπορεί ο πληθωρισμός τον Απρίλιο να υποχώρησε στο 3% από 10,2% που ήταν τον αντίστοιχο μήνα του 2022 και 4,6% τον Μάρτιο του 2023, αλλά τα κακά νέα είναι ότι ο πληθωρισμός των τροφίμων συνέχισε να κινείται σε διψήφιο ποσοστό, στο +11,4%. Το ψωμί και τα δημητριακά ήταν 13,8% πιο ακριβά από τον Απρίλιο του 2022. Η τιμή των κρεάτων σε ετήσια βάση αυξήθηκε 12%, των γαλακτοκομικών και των αυγών 19,1%, των ελαίων και των λιπών 16,2%, της ζάχαρης-σοκολάτας-γλυκών-παγωτών 11%, του καφέ-κακάο-τσαγιού 12,1% κ.ο.κ.

Ανατιμητικό κύμα που δεν λέει να σταματήσει. Αντιθέτως, οι λιανέμποροι συνεχίζουν να λαμβάνουν νέους ανατιμημένους τιμοκαταλόγους, κυρίως από τις πολυεθνικές. Όμως, όπως είπε πρόσφατα ο επικεφαλής της METRO κ. Αριστοτέλης Παντελιάδης, οι αυξήσεις είναι λιγότερες από παλαιότερα και σε αριθμό και σε ένταση, ενώ σε κάποιες κατηγορίες, όπως τα σπορέλαια, τα χαρτιά και τα προϊόντα με βάση το αγελαδινό γάλα, υπάρχουν μειώσεις τιμών.

Για τον κ. Παντελιάδη, η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού θα συνεχιστεί και προς το τέλος της χρονιάς «θα έχουμε λογικά επίπεδα πληθωρισμού σε ανεκτά νούμερα». Βέβαια, τα «ανεκτά νούμερα» αφορούν τα επίπεδα του πληθωρισμού και όχι κατ’ ανάγκη των τιμών. Διότι κανείς δεν πιστεύει ότι οι τιμές θα υποχωρήσουν και θα επιστρέψουν στα προ κρίσης επίπεδα. Ακόμη κι αν λειτουργήσει ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης, η διαδικασία προσαρμογής απαιτεί χρόνο και δεν συμβαίνει πάντα πολύ γρήγορα, λόγω ακαμψίας των τιμών, δηλαδή της τάσης των τιμών να παραμένουν σταθερές ή να προσαρμόζονται αργά, παρά τις αλλαγές στο κόστος παραγωγής και πώλησης των αγαθών ή των υπηρεσιών. Ειδικά όταν πρόκειται για μειώσεις…

Κάτι που έχουμε δει να συμβαίνει παραδείγματος χάρη στην περίπτωση των αλεύρων και των προϊόντων όπου η βασική πρώτη ύλη είναι το αλεύρι. Από 438,25 ευρώ που είχε φθάσει η τιμή του σιταριού στις 17 Μαΐου 2022, την περασμένη Παρασκευή 26 Μαΐου είχε υποχωρήσει στα 238,5 ευρώ ανά τόνο, δηλαδή έχει επιστρέψει στα επίπεδα που ήταν στις αρχές του 2021. Αυτή η αποκλιμάκωση, που δεν έγινε από τη μια μέρα στην άλλη αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια των τελευταίων 12μηνών, δεν έχει φανεί στο ράφι.

Αυτό που έχει δείξει το ράφι το πρώτο τετράμηνο του έτους είναι μείωση της κατανάλωσης 4-5% σε όγκο και αύξηση των πωλήσεων 4-5% σε αξία. Εκτός όμως από τους καταναλωτές, το 56% των οποίων δήλωσε σε έρευνα της ΕΥ ότι ανησυχεί πάρα πολύ για το αυξημένο κόστος ζωής, το 40% ότι η οικονομική τους κατάσταση θα επιδεινωθεί και το 69% ότι το πρόβλημα του αυξημένου κόστους ζωής θα ενταθεί τους επόμενους μήνες, προβλήματα λόγω του πληθωρισμού αντιμετωπίζουν και οι επιχειρήσεις.

Εξι στις δέκα ελληνικές επιχειρήσεις (ποσοστό 59%) δηλώνουν σε πρόσφατη έρευνα της Intrum πως ο πληθωρισμός τις δυσκολεύει ολοένα και περισσότερο να πληρώσουν εγκαίρως τους προμηθευτές τους. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 56%. Τα καλά νέα είναι ότι μόνο 4 στις 10 ελληνικές επιχειρήσεις αναμένουν υψηλά επίπεδα πληθωρισμού που θα διαρκέσουν τουλάχιστον για ακόμη ένα έτος, όταν ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 68%.

Πάντως η Intrum σημειώνει ότι σ’ αυτό το περιβάλλον οι επιχειρήσεις αισθάνονται πως δεν έχουν άλλη επιλογή από το να περιορίσουν τις φιλοδοξίες τους. Οι μισές από τις ευρωπαϊκές εταιρείες εξακολουθούν να θέλουν να αναπτύξουν τις δραστηριότητές τους –το 51% λέει ότι παραμένει προτεραιότητα για το επόμενο έτος–, ωστόσο σχεδόν τρεις στις τέσσερις (72%) δηλώνουν ότι θα επικεντρωθούν στη μείωση του κόστους και στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας.

Πηγή: Euro2day.gr