tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Θα επιβληθούν νέα αντικειμενικά κριτήρια;

:Πρόκειται για ένα προκρούστειο μέτρο που επιβάλλει ίσο φόρο για εντελώς άνισα εισοδήματα

 

  • Γιάννης Ρεκλείτης: Όχι νέες φορολογικές αδικίες

Ο φόρος θα επιβάλλεται ανεξάρτητα από τα πραγματικά κέρδη!

Αποτελεί προσφιλή μέθοδος των κυβερνήσεων που διαχειρίζονται τα κοινά στη χώρας μας από τότε που ξέσπασε η κρίση, η προσφυγή σε επιβολή πραγματικών φόρων επί φανταστικών εισοδημάτων! Ακραίες εκφράσεις αυτής της μεθόδου είναι η επιβολή φόρου σε ανέργους με βάση πλασματικά (τεκμαρτά) εισοδήματα εξαγόμενα από τεκμήρια ανεξαρτήτως πραγματικών εισοδημάτων και σε επιχειρήσεις που έκλεισαν κάτω από το βάρος των ζημιών.

Η μέθοδος αυτή επιχειρείται πλέον να επεκταθεί και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις με (μόνιμη) πρόφαση την πάταξη της φοροδιαφυγής! Έτσι η κυβέρνηση σχεδιάζει να επαναφέρει τα αλήστου μνήμης «αντικειμενικά κριτήρια» εισάγοντας νέου τύπου τεκμήρια για τη φορολόγηση 800.000 ελεύθερων επαγγελματιών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Το αποτέλεσμα των κριτηρίων και ο φόρος που θα επιβάλλεται, θα είναι ανεξάρτητος από τα πραγματικά κέρδη των επιχειρήσεων και ο επιχειρηματίας ή θα το αποδέχεται ή θα υποχρεώνεται να ανατρέπει τεκμηριωμένα τους υπολογισμούς της εφορίας! Με τη μέθοδο αυτή και ζημία να έχει η επιχείρηση θα «βγαίνει» κερδοφόρα!

 

Γιάννης Ρεκλείτης: Όχι νέες φορολογικές αδικίες.

Σε γραπτή δήλωσή του προς το www.eea.gr,  ο Πρόεδροςτου ΕΕΑ Γιάννης Ρεκλείτης τόνισε μεταξύ άλλων για το θεμα:

«Είναι θεμιτό και σωστό το υπουργείο Οικονομικών να επιζητά να συλλάβει την φοροδιαφυγή και την φοροαποφυγή με τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης. Όμως από αυτό μέχρι να υπερβαίνουμε τη λογική της δίκαιης φορολόγησης υπάρχει χάος. Δεν είμαστε κατά της φορολόγησης των πραγματικών κερδών. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει με την εφαρμογή καταδικασμένων από το παρελθόν μεθόδων δήθεν αντικειμενικής φορολόγησης. Οι μέθοδες αυτές εφαρμόζουν πάντα ίσο μέτρο για άνισα εισοδήματα.

Τα σχέδια του υπουργείου για θέσπιση νέων, δήθεν αντικειμενικών, κριτήριων δεν μας βρίσκουν σύμφωνους. Δεν είναι αντικειμενικά. Είναι διοικητικά, ισοπεδωτικά και στην ουσία εισπρακτικά.

Δεν ξεχνάμε την προηγούμενη επιβολή των λεγομένων «αντικειμενικών κριτηρίων» το 1994. Και τότε με καλές προθέσεις εξαγγέλθηκαν. Στο τέλος κατέληξαν σε θηλιά στο λαιμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Έβγαζαν δια νόμου κερδοφόρες όλες τις επιχειρήσεις, ακόμη και αυτές που έκλειναν λόγω ζημιών!

Δεν θέλουμε να επαναληφθεί τέτοιο εφιαλτικό σενάριο. Οι μικρομεσαίοι δεν αντέχουν άλλες φορολογικές αδικίες».

Το νέο σύστημα, θα κινείται στα πρότυπα του αμερικανικού τύπου φορολογικών ελέγχων, με τον προσδιορισμό του φορολογητέου εισοδήματος των ελεύθερων επαγγελματιών να γίνεται αυτόματα από την Εφορία με κριτήρια το είδος, το χρόνο και την έδρα το επαγγέλματος, τα λειτουργικά έξοδα και τις δαπάνες μισθοδοσίας, τα μέσα περιθώρια και τα έσοδα του κλάδου.

Με πλέγμα τεκμηρίων και αντικειμενικών κριτηρίων θα προσδιορίζεται και το φορολογητέο εισόδημα 5,5 εκατομμυρίων φορολογουμένων, με το βάρος να πέφτει στο ύψος των καταθέσεων, τις δαπάνες διαβίωσης, την αξία της ακίνητης περιουσίας και τη μεταβολή της εισοδηματικής και περιουσιακής κατάστασης.

Σε σχετική εγκύκλιο, σύμφωνα με το «Έθνος» και την «Ημερησία», ορίζονται οι διαδικασίες συλλογής πληροφοριών και διασταυρώσεων με τις οποίες τα φορολογητέα ακαθάριστα έσοδα και καθαρά εισοδήματα των ελεγχόμενων επιχειρήσεων και ελεύθερων επαγγελματιών θα προσδιορίζονται με βάση έξι κριτήρια:
1.    Τις καταθέσεις στις τράπεζες και τις άλλες μορφές αποταμιεύσεων.
2.    Τα ακίνητα και κινητά περιουσιακά στοιχεία.
3.    Τις δαπάνες διαβίωσης.
4.    Την έδρα της επιχείρησης, τα λειτουργικά έξοδα καθώς και τα έξοδα μισθοδοσίας.
5.    Την ανάλυση ρευστότητας του ελεύθερου επαγγελματία.
6.    Τη σχέση της τιμής πώλησης στο συνολικό όγκο κύκλου εργασιών.

Στο πλαίσιο των νέων διαδικασιών, θα υπάρχει η δυνατότητα άρσης του τραπεζικού απορρήτου.

Η Εφορία θα προσδιορίζει το συνολικό φορολογητέο εισόδημα και θα επιβάλει τον φόρο ανεξάρτητα από το τι έχει δηλώσει ο κάθε ελεύθερος επαγγελματίας στη φορολογική του δήλωση.

Στη συνέχεια, θα στέλνει νέο εκκαθαριστικό με τον πρόσθετο φόρο (αν υπάρχει) και ο φορολογούμενος θα πρέπει να αποδείξει ότι τα εισοδήματά του είναι χαμηλότερα απ' αυτά που όρισε η Εφορία. 

Τα παλιά «αντικειμενικά κριτήρια»

Η ιστορία με τα αντικειμενικά κριτήρια δεν είναι νέα. Εφαρμόστηκε και το 1994, επί υπουργίας Γ. Γεννηματά, με τις ίδιες ακριβώς προθέσεις με σήμερα για πάταξη της φοροδιαφυγής. Το αποτέλεσμα ήταν όχι μόνο να διογκωθεί η φοροδιαφυγή αλλά και να σημειωθούν τραγικές καταστάσεις φορολογικών αδικιών.

Χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση σύγκρισης της φορολογίας δυο επιχειρήσεων η οποία καθορίζονταν από το εμβαδόν, τη μισθωτική αξία του ακινήτου, την εμπορικότητα του δρόμου και έναν αυθαίρετο συντελεστή απόδοσης τα οποία καθόριζαν τελικά το ύψος του φορολογητέου εισοδήματος! Έτσι ένα μαγαζάκι π.χ. κοσμηματοπωλείο με 20 τ.μ. που έκανε τζίρο 100 εκ. δραχμών θα πλήρωνε μέχρι και 10 φορές μικρότερο φόρο από ένα συνεργείο επισκευής αυτοκινήτων δίπλα από το κοσμηματοπωλείο με 200 -300 τ.μ. και 10-20 εκ. δρχ. τζίρο!

Το σύστημα των «αντικειμενικών» κριτηρίων αγνοούσε τα πραγματικά εισοδήματα και μετέτρεπε όλες τις ΜΜΕ με διοικητικό τρόπο σε «κερδοφόρες», τις οποίες κατόπιν φορολογούσε! Έτσι όλες τις μικρές  αδύναμες ή ζημιογόνες επιχειρήσεις τις υπερφορολογούσε ενώ τις εύρωστες από τις οποίες και έπρεπε να αντλήσει φόρους τις υποφορολογούσε εκτρέφοντας συνείδηση φοροαποφυγής.  Ήταν ένα προκρούστειο μέτρο που επέβαλε ίσο φόρο για εντελώς άνισα εισοδήματα.

Ξεσηκώθηκαν τότε τεράστιες κινητοποιήσεις και απεργίες των μικρομεσαίων μέχρι που το 1999 καταργήθηκαν και στη θέση τους θεσπίστηκε η αρχή προσδιορισμού του εισοδήματος με βάση τη σχέση εσόδων – εξόδων και της απόδοσης φόρου ανάλογα με το αποτέλεσμα. Εξαιρέθηκαν τότε μερικά επαγγέλματα όπως τα πρατήρια καυσίμων, τα πρατήρια τσιγάρων, τα περίπτερα κ.α. που είχαν Α΄ κατηγορίας βιβλία και οι οικοδομικές εργασίες για τις οποίες η αντικειμενική φορολόγηση ήταν πιο αποδοτική.

Για τα τότε «αντικειμενικά κριτήρια» η ΓΣΕΒΕΕ με επιστολή της, τον Δεκέμβριο του 1993, στον υπουργό Εθνικής Οικονομίας κ. Γ. Γεννηματά ανέφερε τα εξής μεταξύ άλλων:

«Ο προσδιορισμός φορολογητέου εισοδήματος βάση κριτηρίων αποτελεί σαφέστατη υποβάθμιση και παραβίαση του κύρους των βιβλίων και κατά συνέπεια δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός ως θεσμός. Είναι μια ανελαστική ρύθμιση που δημιουργεί πλήθος νέων αδικιών και δε λαμβάνει υπόψη την πραγματική οικονομική κατάσταση των Μ.Μ.Ε».