tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Βελτιώθηκε η θέση των επιχειρήσεων ιδιωτικής ασφάλισης το 2018

Βελτιωμένη ήταν η θέση των επιχειρήσεων ιδιωτικής ασφάλισης το 2018, όπως διαπιστώνει η Τράπεζα της Ελλάδος στην ετήσια έκθεση του Διοικητή.

Όπως αναφέρεται, ως επακόλουθο των διατάξεων της Φερεγγυότητας ΙΙ, η εγχώρια ασφαλιστική αγορά διακρίθηκε το 2018 από βελτίωση της ωριμότητάς της όσον αφορά την ενίσχυση της διακυβέρνησης και του ανθρώπινου δυναμικού, καθώς και την αξιολόγηση των κινδύνων και της φερεγγυότητας με τελικό σκοπό την καλύτερη διαχείριση κινδύνων και κεφαλαίων αλλά και την προστασία των ασφαλισμένων.

Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις συνέχισαν εντός του 2018 την προσπάθεια περιορισμού των μακροχρόνιων εγγυήσεων που παρέχουν τα ασφαλιστικά προϊόντα. Ειδικότερα, ο χρονικός ορίζοντας των καλύψεων μειώνεται και οι χρηματοοικονομικές εγγυήσεις αντανακλούν με μεγαλύτερη ακρίβεια τις εκάστοτε επικρατούσες οικονομικές συνθήκες. Οι πρακτικές αυτές λειτουργούν θετικά τόσο για την επιχείρηση, με ενίσχυση της φερεγγυότητάς της, όσο και για τον ασφαλισμένο, με μείωση του κόστους ασφάλισης και βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων προϊόντων.

Από άποψη ποιότητας, τα επιλέξιμα κεφάλαια της εγχώριας ασφαλιστικής αγοράς ταξινομούνται στην υψηλότερη κατηγορία ποιότητας (Κατηγορία 1). Από την ανάλυση της δομής της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας προκύπτει ότι οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι για τις επιχειρήσεις που ασκούν ταυτόχρονα ασφαλίσεις ζωής και ασφαλίσεις κατά ζημιών είναι ο κίνδυνος αγοράς και ο ασφαλιστικός κίνδυνος από τις ασφαλίσεις ζωής.

Στις ασφαλίσεις ζωής σχεδιάζονται και διατίθενται όλο και περισσότερο ασφαλιστικά προϊόντα συνδεδεμένα με επενδύσεις. Η στρατηγική αυτή αφενός ενισχύει τη χρηματοοικονομική ισορροπία της ασφαλιστικής επιχείρησης και αφετέρου δίνει τη δυνατότητα στην επιχείρηση να παρέχει υψηλότερη απόδοση στις αποταμιεύσεις των ασφαλισμένων, εκθέτοντάς τους όμως σε κινδύνους που καλούνται να αναλάβουν οι ίδιοι. Επομένως, η ποιότητα της παρεχόμενης πληροφόρησης από την επιχείρηση είναι ζωτικής σημασίας για τη σωστή

εκτίμηση των κινδύνων και την αποφυγή απωλειών. Για το σκοπό αυτό, δηλαδή τον περιορισμό των προβληματικών πωλήσεων και των συνεπειών τους, η ευρωπαϊκή Οδηγία (ΕΕ) 2016/97 σχετικά με τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων ρυθμίζει θέματα που αφορούν την έγκυρη πληροφόρηση και την ποιότητα της παροχής ασφαλιστικών συμβουλών με στόχο

την ενίσχυση της διαφάνειας και της αξιοπιστίας και ακολούθως την προστασία του ασφαλισμένου. Με το νόμο 4583/2018 η Ελλάδα ενσωμάτωσε την Οδηγία στην εθνική της νομοθεσία και ανατέθηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος το έργο της εποπτείας των διαμεσολαβητών και διανομέων ασφαλιστικών προϊόντων.

Επιπλέον, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις ξεκίνησαν την προετοιμασία των συστημάτων

και των αναγκαίων υποδομών με σκοπό την εφαρμογή του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης 17 που αφορά την αποτίμηση των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών υποχρεώσεών τους. Η αναβολή κατά ένα έτος της ημερομηνίας πρώτης δημοσίευσης οικονομικών στοιχείων σύμφωνα με αυτό το πρότυπο δίνει τον απαιτούμενο χρόνο για την ολοκλήρωση της προσπάθειας αυτής.

Οι προοπτικές για την εγχώρια ασφαλιστική αγορά είναι ευνοϊκές. Αναλυτικότερα, με βάση την πρόσφατη πρόταση ευρωπαϊκού Κανονισμού για τους όρους και τις προϋποθέσεις παραγωγής, διανομής και εποπτείας ενός Πανευρωπαϊκού Προσωπικού Συνταξιοδοτικού Προϊόντος (Pan-European Personal Pension Product – PEPP), δίνεται η δυνατότητα στις ελληνικές ασφαλιστικές επιχειρήσεις να αναλάβουν νέο ρόλο στο σύστημα ασφάλισης παρέχοντας προσωπικά προϊόντα σε αποταμιευτές που θέλουν να ενισχύσουν τις συνταξιοδοτικές τους απολαβές.

Κατ’ αναλογία, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις μπορούν να αποτελέσουν μέρος του ευρύτερου σχεδιασμού και της ανάπτυξης ενός ολοκληρωμένου συστήματος αντιμετώπισης των κινδύνων που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή και των περιβαλλοντικών κινδύνων.

Επιπλέον, για την ακριβέστερη εκτίμηση των κινδύνων και την αποτελεσματικότερη τιμολόγηση των προϊόντων τους, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις μπορούν να αξιοποιήσουν τις νέες τεχνολογικές δυνατότητες, όπως είναι η ανάλυση δεδομένων μεγάλης συχνότητας και εύρους σε πραγματικό χρόνο (big data analytics), η τεχνητή νοημοσύνη και η μηχανική μάθηση (machine learning).

 

Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος, Έκθεση Διοικητή για το 2018

 

β