tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Αστερίσκοι στα θετικά στοιχεία για το ΑΕΠ

Ηχούν καμπανάκια κινδύνου από τα νοικοκυριά και το μέτωπο των επενδύσεων

Γράφει ο Γιώργος Παππούς, δημοσιογράφος και συνεργάτης του Ε.Ε.Α. 

 

Οι ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ για το ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου επέτρεψε κάποιους στεναγμούς ανακούφισης στο οικονομικό επιτελείο, γιατί το κακό τελευταίο τρίμηνο του 2017 δεν είχε συνέχεια και δεν φαίνεται να επιβεβαιώνονται οι φόβοι για μέτρια άνοδο των δεικτοβαρών κλάδων.

Συν τοις άλλοις, το γεγονός ότι η οικονομία «έτρεξε» με ρυθμούς 2,3%, αποδυναμώνει τα επιχειρήματα και τις θέσεις του ΔΝΤ για την ανάγκη διεύρυνσης της φορολογικής βάσης- δηλαδή τη μείωση του αφορολογήτου κατά 3.000 ευρώ- ένα χρόνο νωρίτερα, προκειμένου να μοιραστούν καλύτερα τα φορολογικά βάρη και να μην ανακοπούν οι προοπτικές ανάκαμψης.

Στα θετικά καταγράφεται, επίσης, το γεγονός ότι αυτή η άνοδος του ΑΕΠ οφείλεται σε τομείς, που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν «αουτσάιντερ». Αν εξαιρέσει κανείς την πραγματικά εντυπωσιακή αύξηση των εξαγωγών κατά 7,6%, οι οποίες σε όλη τη διάρκεια της κρίσης ήταν το αποκούμπι της οικονομίας, το ρόλο της ατμομηχανής- τουλάχιστον στο πρώτο τρίμηνο- έπαιξε το χονδρεμπόριο, οι χερσαίες και αεροπορικές μεταφορές, οι οι πωλήσεις αυτοκινήτων και κατασκευές. Το τελευταίο είναι η ευχάριστη έκπληξη, καθώς επιβεβαιώνονται οι εκτιμήσεις ότι η κτηματαγορά δείχνει κάποια αμυδρά σημεία ζωής, δίνοντας έτσι ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα στις αποφάσεις για τις αντικειμενικές αξίες και τον ΕΝΦΙΑ. Κάπου εδώ τελειώνουν, όμως, τα ευχάριστα νέα.

Όλο το προηγούμενο διάστημα, τα στελέχη του οικονομικού επιτελείου ανέδειξαν τον κρίσιμο ρόλο των επενδύσεων, για την επιστροφή της οικονομίας τουλάχιστον στα προ κρίσης επίπεδα. Δυστυχώς, τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι βρισκόμαστε πολύ μακριά από το στόχο και ενισχύουν τον προβληματισμό για το αν λαμβάνονται τα σωστά μέτρα, με την προσήκουσα ταχύτητα, προκειμένου να ανακτηθεί έστω μέρος των χαμένων επενδύσεων.

Συμπληρώνοντας το πρώτο τρίμηνο, ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου, δηλαδή οι επενδύσεις, ήταν μειωμένες κατά 10,4% σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό χρονικό διάστημα και είναι προφανές ότι αν δεν γίνουν εντυπωσιακές κινήσεις, δεν θα πρέπει να αναμένεται σημαντική αλλαγή σκηνικού. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΣΕΒ, μετά από την αποεπένδυση που έφτασε στις 9 μονάδες του ΑΕΠ, για να πιάσουμε την υπόλοιπη Ευρωζώνη, θα πρέπει να αυξήσουμε τις επενδύσεις κατά 24 δις ευρώ ως το 2025!

Το δεύτερο στοιχείο προβληματισμού έρχεται από την εικόνα της κατανάλωσης. Με φόντο την πρόσφατη Έκθεση Εαρινών Προβλέψεων της Κομισιόν, που κατέγραψε τη μάλλον αιφνιδιαστική καθίζηση της κατανάλωσης των νοικοκυριών, πέρα από τις προβλέψεις που αποδείχθηκαν αισιόδοξες, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν πτώση της κατανάλωσης κατά 0,4% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2017. Αν συνυπολογίσει, δε, κανείς την αύξηση κατά 4% των φόρων επί των προϊόντων, έχει την πλήρη εικόνα.

Μπορεί να αλλάξει αυτή η εικόνα; Είναι μόνο θέμα ψυχολογίας; Σύμφωνα με την έρευνα Οικονομικής Συγκυρίας του ΙΟΒΕ, η σταθεροποίηση του διαθέσιμου εισοδήματος σε χαμηλά επίπεδα και η προοπτική για πιέσεις στα επίπεδα των συντάξεων και φορολογίας είναι εύλογο πως λειτουργεί αρνητικά, παρά τη σταδιακή αποκλιμάκωση του ποσοστού ανεργίας. Πώς μεταφράζεται αυτό; Όσο οι πολίτες γνωρίζουν ότι έρχονται νέες αυξήσεις φόρων και μειώσεις συντάξεων, θα διστάζουν να ξοδέψουν πέρα από τα απολύτως αναγκαία.