tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Eurobank: Αβέβαιες οι προβλέψεις για ανεργία και τουριστικές εισπράξεις

Η μείωση της ανεργίας και η αύξηση της απασχόλησης δεν μπορεί να θεωρηθεί μόνιμη καθώς οι προβλέψεις εν μέσω πανδημίας αναφορικά με την εξέλιξη του ποσοστού ανεργίας υπόκεινται σε μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας

Το εποχικά διορθωμένο ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα μειώθηκε στο 14,2% του εργατικού δυναμικού τον Ιούλιο 2021 (χαμηλό 10,8 ετών) από 15,0% τον Ιούνιο 2021 και 16,8% τον Ιούλιο 2020, όπως αναφέρει η Eurobank στο εβδομαδιαίο δελτίο της.

Η εν λόγω μείωση αντανακλάται στην ενίσχυση του αριθμού των απασχολούμενων κατά 0,2% MoM / 4,8% YoY και στη συρρίκνωση του αριθμού των ανέργων κατά 5,7% MoM / 14,0 ΥοΥ.

Αβέβαιες οι προβλέψεις εν μέσω πανδημίας

Οι συντάκτες του δελτίου σημειώνουν ότι τον τελευταίο χρόνο καταγράφηκε μείωση του λόγου των μακροχρόνια ανέργων ως προς το σύνολο των ανέργων στο 62,6% το 2ο τρίμηνο 2021 από 71,7% το 1ο τρίμηνο 2020. Μια πιθανή εξήγηση μπορεί να είναι η αποχώρηση ενός μέρους των μακροχρόνια ανέργων από το εργατικό δυναμικό λόγω των έκτακτων συνθηκών που δημιούργησε η πανδημία.

Τα προηγούμενα έτη, το πολύ υψηλό ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα συνδυάστηκε με πολύ υψηλό ποσοστό μακροχρόνια ανέργων με αποτέλεσμα την παρατεταμένη απαξίωση του ανθρώπινου κεφαλαίου της οικονομίας. Η δημιουργία κινήτρων για τη συσσώρευση φυσικού και ανθρώπινου κεφαλαίου αναμένεται να αποτελέσει κεντρικό στόχο των ασκούντων την οικονομική πολιτική τα επόμενα χρόνια.

Πριν ξεσπάσει η υγειονομική κρίση, και συγκεκριμένα την περίοδο Ιουλίου 2013 – Δεκεμβρίου 2019, η μέση μηνιαία μεταβολή του ποσοστού ανεργίας ήταν στις -0,2 ποσοστιαίες μονάδες (καθοδική τάση) και της απασχόλησης στο 0,2% (ανοδική τάση). Αν και η πανδημία του κοροναϊού COVID-19 οδήγησε σε αύξηση της μεταβλητότητας των μεγεθών που σχετίζονται με την αγορά εργασίας, τόσο το ποσοστό ανεργίας όσο και η απασχόληση τον Ιούλιο 2021 έλαβαν τιμές αρκετά κοντά σε αυτές που θα είχαν αν ακολουθούσαν τα προ πανδημίας μονοπάτια τους.

Το ποσοστό ανεργίας ήταν υψηλότερο κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες  και ο αριθμός των απασχολουμένων χαμηλότερος μόλις κατά 0,6% σε σύγκριση με την προ πανδημίας τάση τους. Το εν λόγω θετικό αποτέλεσμα στην ελληνική αγορά εργασίας δεν θα πρέπει να θεωρηθεί απαραιτήτως ως κάτι μόνιμο καθότι βασίζεται σε σημαντικό βαθμό στα μέτρα στήριξης. Όπως και με τις περισσότερες μακροοικονομικές μεταβλητές, οι προβλέψεις εν μέσω πανδημίας αναφορικά με την εξέλιξη του ποσοστού ανεργίας υπόκεινται σε μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας.

Ανεργία και τουριστικά έσοδα

Η μείωση του ποσοστού ανεργίας και η αύξηση της απασχόλησης τον Ιούλιο 2021, πέραν των μέτρων στήριξης της κυβέρνησης, δύνανται να συνδεθούν και με την ανάκαμψη των τουριστικών εσόδων. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ισοζυγίου πληρωμών της Τραπέζης της Ελλάδος (ΤτΕ), οι τουριστικές εισπράξεις τον Ιούλιο 2021 ανήλθαν στα €2,3 δις σε τρέχουσες τιμές από €0,7 δις τον Ιούλιο 2020 και €3,7 δις τον Ιούλιο 2019.

Οι αφίξεις διαμορφώθηκαν σε 2,8 εκατ. ταξιδιώτες από 0,8 εκατ. τον Ιούλιο 2020 και 5,7 εκατ. τον Ιούλιο 2019. Συνεπώς, οι τουριστικές εισπράξεις τον Ιούλιο 2021 ήταν στο 61,4% του αντίστοιχου μεγέθους το 2019 και οι αφίξεις στο 49,7% . Για το σύνολο της περιόδου Ιανουαρίου-Ιουλίου 2021, τα ταξιδιωτικά έσοδα διαμορφώθηκαν στα €3,4 δις σε τρέχουσες τιμές από €1,4 δις την αντίστοιχη περίοδο του 2020 και €9,1 δις την αντίστοιχη περίοδο του 2019.

Οι αφίξεις ανήλθαν σε 4,5 εκατ. ταξιδιώτες από 3,0 εκατ. το 7μηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2020 και 15,1 εκατ. το 7μηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2019. Ως εκ τούτου, οι τουριστικές εισπράξεις και οι αφίξεις την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2021 ήταν στο 37,1% και 30,2% των αντίστοιχων μεγεθών το 2019. Η συνιστώσα που κατέγραψε άνοδο σε σχέση με το 2019 ήταν η μέση δαπάνη ανά ταξιδιώτη.

Συγκεκριμένα, διαμορφώθηκε στα €737,4 από €468,9 το 2020 και €588,7 το 2019. Τα μηνύματα για την πορεία των τουριστικών εσόδων τον Αύγουστο 2021 και τον Σεπτέμβριο 2021 είναι ενθαρρυντικά. Ειδικά δε τον Αύγουστο 2021, ο κλάδος της μεταποίησης φαίνεται πως λειτούργησε συμπληρωματικά με ισχυρή άνοδο στους δείκτες προσδοκιών και παραγωγής.

Πηγή: in.gr