tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Γ. Χατζηθεοδοσίου στο “Πρώτο Θέμα”: Αν δεν προχωρήσει η συνολική ρύθμιση οφειλών, θα πρόκειται για εμπαιγμό

Άρθρο του Προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών κ. Γιάννη Χατζηθεοδοσίου στην εφημερίδα “Πρώτο Θέμα”, την Κυριακή  3 Μαρτίου 2019.


Η θέση της κυβέρνησης έχει διατυπωθεί με σαφήνεια εδώ και καιρό. Πρέπει να γίνει συνολική ρύθμιση οφειλών, προκειμένου να ανασάνουν  εκατοντάδες χιλιάδες οφειλέτες- στην πλειονότητά τους μικρομεσαίοι- και να δοθεί επιτέλους ώθηση στην επιχειρηματικότητα.
Εννοείται ότι όλοι συντασσόμαστε με αυτή τη θέση, καθώς αποδεδειγμένα θα βοηθήσει στην ανάκαμψη που τόσο έχει ανάγκη η οικονομία και η χώρα. Βέβαια υπάρχει μία “λεπτομέρεια”, εξαιρετικά καθοριστική όμως. Από όσα έχουμε ακούσει, ακόμα δεν έχει γίνει τίποτα. Ο καιρός περνά, το κλίμα στο πολιτικό σκηνικό πολώνεται και οι επαγγελματίες και οι μικρομεσαίοι βλέπουν με αγωνία να μην ασχολείται κανείς μαζί τους. Πόσο δύσκολο είναι πια να κατανοήσουν όλοι την αναγκαιότητα της ρύθμισης όλων των οφειλών και να σταματήσουν τα αποσπασματικά μέτρα;
Μπορεί όντως να έχουν επιταχυνθεί οι ρυθμοί του Εξωδικαστικού, όμως αυτό δεν αποτελεί πανάκεια για μία κοινωνία που στενάζει υπό το βάρος των οφειλών σε Εφορία, Ταμεία και τράπεζες. Αν αθροίσει κάποιος το ύψος του ιδιωτικού χρέους τότε θα διαπιστώσει ότι αυτό ξεπερνά –μαζί με τις προσαυξήσεις- τα 300 δισ. ευρώ.
Ξέρουμε ότι έρχεται προς εφαρμογή η ρύθμιση των 120 δόσεων καθώς και κούρεμα για οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία, όμως αυτές οι ευνοϊκές ρυθμίσεις αφορούν χρέη περίπου 35 δισ. ευρώ. Το βασικό ερώτημα λοιπόν είναι τι και πότε θα γίνει κάτι με τα υπόλοιπα χρέη που είναι και πολλαπλάσια.
Η αλήθεια είναι ότι έχουμε μία πραγματική βόμβα στα θεμέλια της επιχειρηματικότητας που απειλεί να τινάξει στον αέρα τις θυσίες που έχουμε υποστεί όλοι και να σταματήσει οποιαδήποτε συζήτηση για πιθανή ανάπτυξη της οικονομίας μας.
Μην ξεχνάμε ότι αναμένεται και ο διάδοχος του νόμου Κατσέλη. Απ΄ό,τι μαθαίνουμε, θα είναι ακόμα πιο αυστηρά τα κριτήρια για την προστασία της πρώτης κατοικίας, άρα και πιο στενά τα περιθώρια συγκριτικά με την υφιστάμενη κατάσταση. Το μοναδικό θετικό είναι ότι θα συμπεριληφθούν επιτέλους στα μέτρα προστασίας και συνάδελφοι που για να πάρουν ένα δάνειο που θα στήριζε ή θα βοηθούσε στην ανάπτυξη της επιχείρησης τους, είχαν υποθηκεύσει την πρώτη κατοικία τους. Ακόμα όμως δεν έχουμε δει όλες τις λεπτομέρειες – στις οποίες, ως γνωστόν, κρύβεται ο διάολος- ενώ ξαφνικά ακούστηκαν και συζητήσεις περί πιθανής ανάγκης για νέα ανακεφαλοποίηση των τραπεζών. Και βέβαια επικρατεί μία παράξενη σιωπή για τα μη εξυπηρετούμενα επιχειρηματικά δάνεια. Αν όλα αυτά δεν είναι ανησυχητικά τότε τι είναι;
Όπως μαθαίνουμε, για όλα αυτά τα ανοιχτά μέτωπα αναμένεται η έγκριση των θεσμών. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ακόμα και μετά το τέλος των μνημονίων η οικονομία μας δεν είναι απλώς υπό επιτήρηση, αλλά συνεχίζει να βρίσκεται υπό πλήρη έλεγχο των εταίρων και των δανειστών. Θέλω να ελπίζω ότι τα δεδομένα δεν είναι τόσο δυσοίωνα και ότι άμεσα θα υπάρξουν θετικές εξελίξεις.
Ως πρόεδρος του Ε.Ε.Α. όμως, του μεγαλύτερου Επιμελητηρίου της χώρας, οφείλω να επισημάνω το αυτονόητο. Οι καθυστερήσεις που παρατηρούνται σε θέματα τόσο κομβικά για το μέλλον όλων μας, όπως η συνολική ρύθμιση οφειλών, έχουν άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στην κατάσταση της αγοράς. Στην πραγματική οικονομία δηλαδή, εκεί όπου κάθε μέρα δίνεται ένας σκληρός αγώνας επιβίωσης από την πλειοψηφία των ελεύθερων επαγγελματιών και των μικρομεσαίων. Έχουμε τονίσει εδώ και καιρό ότι απαιτούνται μικρά αλλά σταθερά βήματα για τη βελτίωση της κατάστασης. Σε αυτά συγκαταλέγονται η μείωση φόρων και εισφορών, η προσέλκυση επενδύσεων, η ουσιαστική πάταξη της φοροδιαφυγής και του παρεμπορίου. Πρώτο απ’ όλα όμως πρέπει να είναι αυτό που θα οδηγήσει στην επίλυση του προβλήματος των συσσωρευμένων οφειλών. Και αυτό πρέπει να γίνει άμεσα. Όχι αύριο. Σήμερα!