tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Γ. Χατζηθεοδοσίου στο ΑΠΕ για τα νέα μέτρα

"Τα δύσκολα παραμένουν και μπορούν ακόμα να αποτελέσουν τροχοπέδη στην προσπάθεια για ανάπτυξη. Χρειάζονται στοχευμένες ενέργειες και διάθεση συνεργασίας"

Δήλωση του Προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών κ. Γιάννη Χατζηθεοδοσίου στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων τη Δευτέρα 18 Ιουνίου 2018.


Ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί τα σημάδια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, καθώς φαίνεται να γίνονται όλο και πιο ευδιάκριτα. Σε καμία περίπτωση βέβαια δεν μπορεί κάποιος να ωραιοποιήσει την κατάσταση απομονώνοντας μόνο τις ό,ποιες θετικές προοπτικές και να ισχυριστεί ότι η καταστροφική κρίση τελειώνει κάπου εδώ. 
Τα δύσκολα παραμένουν και μπορούν ακόμα να αποτελέσουν τροχοπέδη στην κοινή προσπάθεια για ανάπτυξη. Χρειάζεται διαρκής προσπάθεια, στοχευμένες ενέργειες και διάθεση συνεργασίας από όλους μας, για να ξεκινήσει η ανοδική πορεία των επιχειρήσεων και της οικονομίας μας. Ορισμένες δράσεις που θα μπορούσαν -υπό προϋποθέσεις- να βοηθήσουν στην αντιστροφή του κλίματος, περιλαμβάνονται μεταξύ των μέτρων του πολυνομοσχεδίου. 
Μεταξύ αυτών είναι και κίνητρα που δίνονται για την αύξηση της απασχόλησης. Σήμερα η επίσημη ανεργία παραμένει στα πολύ υψηλά επίπεδα του 20%, ενώ η απασχόληση βρίσκεται στα πολύ χαμηλά του 57,9% απέχοντας 14 ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες από το μέσο όρο της Ευρωζώνης. Είναι λοιπόν σίγουρα ευπρόσδεκτη η παροχή κινήτρων για νέες προσλήψεις ή μετατροπή συμβάσεων σε πλήρους απασχόλησης. Από την άλλη, η έκπτωση φόρου των εργοδοτικών εισφορών θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερη προσαύξηση (50% στο νομοσχέδιο) ή να μη συνδέεται με τον κατώτατο μισθό (14πλάσιο). Θα μπορούσε, επίσης, να μην υπάρχει ο ηλικιακός περιορισμός (για νέους ως 30 ετών), καθώς το πρόβλημα της ανεργίας αφορά όλες τις ηλικίες.
Με δεδομένη την ανάγκη ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας ως αντίδοτο στην σχεδόν δεκαετή κρίση, πρέπει να υιοθετηθούν άμεσα δράσεις που μπορούν να στηρίξουν αποτελεσματικά τις ελληνικές επιχειρήσεις. Στο θέμα του ΦΠΑ και της εξαίρεσης έως 10.000 ευρώ, βλέπω θετικό το γεγονός ότι επιτρέπεται πλέον να υπάγονται στο ειδικό καθεστώς των μικρών επιχειρήσεων και όσοι για πρώτη φορά κάνουν έναρξη εργασιών, ενώ παύει να είναι υποχρεωτική η διετής παραμονή στο καθεστώς των απαλλασσόμενων επιχειρήσεων και οι υποκείμενοι μπορούν να μεταταχθούν στο κανονικό καθεστώς από το επόμενο έτος. 
Επίσης η μείωση προκαταβολής φόρου στο 50% η οποία συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με την απόκτηση για πρώτη φορά εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα, αναμφίβολα δίνει μια «ανάσα» σε όσους τολμούν να κάνουν έναρξη εργασιών σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία. Αυτό ακριβώς πρέπει να στηρίξει η επίσημη Πολιτεία. Την αύξηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, η οποία όμως πρέπει να στηρίζεται σε υγιείς βάσεις για να αντέχει στους «κραδασμούς». Και βέβαια να αλλάξουν τάχιστα τα «κακώς κείμενα» που απειλούν τη βιωσιμότητα χιλιάδων επιχειρήσεων και δεν είναι άλλα από την υπερφορολόγηση και τις εξαιρετικά υψηλές ασφαλιστικές εισφορές. Γενικότερα, πρέπει να αλλάξει το μίγμα οικονομικής και φορολογικής πολιτικής και να υπάρξουν δραστικές βελτιώσεις σε οτιδήποτε μας κρατά καθηλωμένους στην ύφεση.
Ο Φόρος Υπεραξίας, ένας παράλογος φόρος, ο οποίος αν και δεν έχει εφαρμοστεί ακόμα αφού «παγώνει» με σχετικές τροπολογίες, «βαραίνει» την προβληματική κτηματαγορά. Γνωρίζουμε ότι στο προσχέδιο του πολυνομοσχεδίου, προβλεπόταν η κατάργηση του, αλλά τελικά η διάταξη απαλείφθηκε από το τελικό κείμενο. Θεωρούμε ότι είναι λάθος σε μια τέτοια συγκυρία, όπου αχνοφαίνονται σημάδια ανάκαμψης στην οικοδομή, να τεθεί σε ισχύ ένας ακόμα φόρος στην ακίνητη περιουσία, που θα λειτουργήσει και ως αντικίνητρο για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων στην κτηματαγορά. 
Σοβαρό θέμα επίσης είναι η χρηματική εγγύηση στην ΑΑΔΕ πριν από την έναρξη δραστηριότητας για όσους έχουν βεβαρημένο παρελθόν (πτώχευση, αφερεγγυότητα): Είναι πολύ σημαντικό να μπαίνουν ασφαλιστικές δικλείδες κατά της φοροδιαφυγής και δόλιων συμπεριφορών, καθώς εκ του αποτελέσματος προκύπτει ότι ενώ πολλές επιχειρήσεις πάλεψαν με νύχια και δόντια να σωθούν, κάποιοι άλλοι αξιοποίησαν τα «κενά» του νομοθετικού πλαισίου προς όφελος τους. Θα πρέπει, ωστόσο, η εγγύηση αυτή να μην είναι απαγορευτική.
Συνοψίζοντας για το περιεχόμενο του πολυνομοσχεδίου σε κρίσιμους τομείς, εκτιμώ ότι η φράση που το χαρακτηρίζει απόλυτα είναι «ναι μεν, αλλά…». Βλέπουμε ότι γίνονται προσπάθειες να στηριχθούν επιχειρήσεις, όμως δεν είναι όσες έχει πραγματική ανάγκη η οικονομία μας. Απαιτούνται και άλλες πρωτοβουλίες, ειδικά σε θέματα ρύθμισης οφειλών, ενίσχυσης της ρευστότητας, προσέλκυσης επενδύσεων, στήριξης της εξωστρέφειας, πάταξης της φοροδιαφυγής. Και θέλω να επισημάνω ότι οι κυβερνήσεις οφείλουν να λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τις απόψεις και τις προτάσεις φορέων όπως τα Επιμελητήρια, καθώς είναι γνώστες των πραγματικών προβλημάτων που βάζουν «φρένο» στην αγορά και απειλούν τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων μας.