tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Γ. Χατζηθεοδοσίου στη “Δημοκρατία”: Δικαίωμα στην επιβίωση

Άρθρο του Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, Προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών και Επίτιμου Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Πειραιά, στην εφημερίδα “Δημοκρατία” (06/6/2023).


Στο δρόμο για τις δεύτερες κάλπες, της 25η Ιουνίου, η συζήτηση επικεντρώνεται, και σωστά, στην οικονομική πολιτική που σχεδιάζει να εφαρμόσει, την επομένη, κάθε κόμμα, το οποίο διεκδικεί την ψήφο του ελληνικού λαού.

Αυτό, άλλωστε, όπως αναδείχθηκε και από τις έρευνες, προ της εκλογικής αναμέτρησης, αλλά και από το ίδιο το αποτέλεσμα των εκλογών, είναι και το πρώτιστο ζήτημα για τους πολίτες.

Το τελευταίο διάστημα, με αφορμή δηλώσεις υποψήφιων βουλευτών για τους φόρους, την κουβέντα σχεδόν μονοπωλεί το κρίσιμο ζήτημα της φορολόγησης των επιχειρήσεων.

Πέρα από κάθε αμφιβολία πρόκειται για ένα κομβικό θέμα, που εκτός από την ψήφο, κρίνει και την πορεία της επιχειρηματικότητας και της οικονομίας. Για τον λόγο αυτό οι απόψεις που διατυπώνονται στο δημόσιο διάλογο πρέπει να τεκμηριώνονται και με όλα τα αναγκαία στοιχεία, ώστε οι πολίτες να έχουν ξεκάθαρη εικόνα και να μην υπάρχουν περιθώρια παρερμηνειών και στρεβλώσεων.

Εκτός όμως από την παρουσίαση των θέσεων, μεγαλύτερη σημασία έχει να δούμε την ουσία του θέματος. Είναι δεδομένο ότι σε μία ελεύθερη οικονομία τα έσοδα από τους φόρους αποτελούν τον βασικό πυλώνα ενός κράτους πάνω στον οποίο βασίζεται η οικονομική πολιτική.

Ο τρόπος άντλησης, ωστόσο, αυτών των εσόδων, ή με άλλα λόγια η ασκούμενη φορολογική πολιτική είναι στα χέρια της εκάστοτε κυβέρνησης. Και θεωρούμε επιβεβλημένο αυτή η πολιτική να ασκείται με ισονομία και δικαιοσύνη. Με στόχο την άμβλυνση και όχι τη διεύρυνση των ανισοτήτων.

Δεν είναι, για παράδειγμα, δίκαιη η επιβολή του ίδιου ποσοστού φόρου στα μερίσματα των επιχειρήσεων, είτε αυτό ανέρχεται στο 5%, είτε στο 15%, καθώς υπάρχουν μεγάλες αποκλίσεις στα ποσά των μερισμάτων.

Αναρωτιόμαστε, δε, εύλογα, γιατί αυτή η οριζόντια αντιμετώπιση, να μην ισχύει και στη διάθεση των κοινοτικών κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ, από τα οποία ένας πολύ μεγάλος αριθμός μικρομεσαίων επιχειρήσεων παραμένει ουσιαστικά αποκλεισμένος, λόγω των προϋποθέσεων που τίθενται, ή στο μείζον θέμα του τραπεζικού δανεισμού.

Είναι ώρα να μειωθεί η τεράστια απόσταση που χωρίζει τις μεγάλες επιχειρήσεις από τις μικρότερες και η προνομιακή μεταχείριση που έχουν οι πρώτες από την Πολιτεία. Δικαίωμα στην επιβίωση αλλά και στην ανάπτυξη πρέπει να έχουν όλοι, ανεξαρτήτως μεγέθους.

Χρειάζεται, επομένως, να υπάρξει μια πιο αναλυτική και συνολική συζήτηση και όχι μία αποσπασματική παράθεση θέσεων.

Οι προκλήσεις για την ελληνική οικονομία είναι ακόμη πολλές και σοβαρές, μετά την 10ετή περίοδο των μνημονίων, την πανδημία του κορονοϊού και την παρατεταμένη ακρίβεια. Ιδιωτικό και δημόσιο χρέος, ακρίβεια, ανύπαρκτη ρευστότητα είναι τα ζητήματα πρώτης προτεραιότητας στα οποία απαιτείται να δοθούν λύσεις. Την ίδια, όμως, στιγμή οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου, σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς, οφείλουν να εκπονήσουν ένα ρεαλιστικό αναπτυξιακό πλάνο μακρόχρονης προοπτικής. Ένα πλάνο που, θα συμπεριλαμβάνει φυσικά τους μικρομεσαίους, αλλά και τις αναγκαίες αλλαγές στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας.