- 04/12/2023
Γ. Χατζηθεοδοσίου στην «One Voice»: «Θέλουν το κλείσιμο των μισών μικρομεσαίων επιχειρήσεων»
Ο πρόεδρος του Ε.Ε.Α. κ. Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, ανοίγει τα χαρτιά του στην «One Voice» και τον δημοσιογράφο Σταύρο Μονεμβασιώτη και σχολιάζει τις «διορθώσεις» της κυβέρνησης στο νέο φορολογικό νομοσχέδιο: «Κλείνουν τις μικρές επιχειρήσεις»
Ακολουθεί όλη η συνέντευξη του Προέδρου του Ε.Ε.Α.:
«Αφήνουν στο απυρόβλητο τη μεγάλη φοροδιαφυγή»
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στο «απόσπασμα»… Χωρίς πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό, χωρίς πρόσβαση στα ευρωπαϊκά προγράμματα χρηματοδότησης, χωρίς αποτελεσματικές διευκολύνσεις για τα συσσωρευμένα τους χρέη, χωρίς σταθερό τζίρο! Ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών και Επίτιμος Διδάκτορας του Πανεπιστημίου Πειραιά κ. Ιωάννης Χατζηθεοδοσίου, ανοίγει τα «χαρτιά» του στην «One Voice» για την τύχη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα και σχολιάζει το επίμαχο νομοσχέδιο για τη φορολόγηση ελευθέρων επαγγελματιών και αυτοαπασχολουμένων, μετά και τις τελευταίες «διορθώσεις» της κυβέρνησης. Στο όνομα της φοροδιαφυγής, κυνηγά τα μικρά «ψάρια» και αφήνει ανενόχλητα «τα μεγάλα», τονίζει ο κ.Χατζηθεοδοσίου, εκφράζοντας την ανησυχία ότι πίσω από τις λέξεις του νέου σχεδίου νόμου «κρύβεται» η εφαρμογή του Σχεδίου Πισσαρίδη και το κλείσιμο των μισών μικρών και μεσαίων ελληνικών επιχειρήσεων.
Ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα, επώνυμες ή ανώνυμες καταγγελίες καταναλωτών, εξονυχιστικοί έλεγχοι, και την ίδια ώρα «παραθυράκια» φοροαποφυγής για λίγους, περιθωριοποίηση των επαγγελματιών και έλλειψη Εθνικής Στρατηγικής για τη στήριξη και ανάπτυξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, μπαίνουν στο «στόχαστρο» του προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, ο οποίος καλεί την κυβέρνηση να τηρήσει και να υλοποιήσει τις δεσμεύσεις της, στηρίζοντας τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις της χώρας.
– Η κυβέρνηση προχώρησε σε βελτιώσεις και αλλαγές στο αρχικό νομοσχέδιο για τη φορολόγηση των επαγγελματιών, εσείς όμως εξακολουθείτε να διαφωνείτε.
«Το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών από την πρώτη στιγμή που έγινε γνωστό το τι περιλαμβάνει το νομοσχέδιο για τη φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών, είχε τονίσει ότι πρόκειται ουσιαστικά για μία φοροεισπρακτική παρέμβαση η οποία σε καμία περίπτωση δεν αντιμετωπίζει ουσιαστικά τη φοροδιαφυγή. Το ίδιο λέμε και μετά τις αλλαγές που έκανε το οικονομικό επιτελείο, λαμβάνοντας υπόψη παρατηρήσεις από τη διαβούλευση».
– Δεν είναι βελτίωση το «κούρεμα» του Τέλους Επιτηδεύματος και μάλιστα για όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες;
«Η κυβέρνηση τονίζει τη μείωση του Τέλους Επιτηδεύματος κατά 50% για το σύνολο των ελεύθερων επαγγελματιών. Γιατί όμως πρέπει να είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης ένα Μνημονιακό μέτρο που κανονικά θα έπρεπε να έχει καταργηθεί εδώ και χρόνια;»
– Στα αυτιά ενός μισθωτού ή ενός συνταξιούχου, η ύπαρξη ενός ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος φορολόγησης, για εκείνους που τα στοιχεία δείχνουν ότι δηλώνουν ελάχιστα, ακούγεται λογικό και αυτονόητο. Μπορεί άλλωστε να το αμφισβητήσει. Μόνο κάποιος που έχει μάθει να φοροδιαφεύγει θα αντιδρούσε…
«Όσο για το θέμα του τεκμαρτού και το δικαίωμα του φορολογούμενου να το αμφισβητήσει μπαίνοντας όμως σε διαδικασία ελέγχου, σίγουρα είναι μία βελτιωτική κίνηση συγκριτικά με τα όσα προέβλεπε το νομοσχέδιο στην πρώτη του μορφή.
»Ουσιαστικά όμως η συνολική παρέμβαση της κυβέρνησης συνεχίζει να εστιάζει στον εντοπισμό μικρών φοροφυγάδων αφήνοντας στο απυρόβλητο τα μεγάλα εισοδήματα και όσους φοροδιαφεύγουν συστηματικά κρύβοντας σημαντικά ποσά από την εφορία. Κυνηγά δηλαδή «τα μικρά ψάρια» και αφήνει ανενόχλητα «τα μεγάλα», τα οποία όμως κάνουν και τη διαφορά».
– Πάντως, με κάποιον τρόπο πρέπει να περιοριστεί η φοροδιαφυγή, σε αυτό όλοι συμφωνούν. Πρόκειται για μια πληγή για την αγορά και την οικονομία.
«Με αυτό το νομοσχέδιο η κυβέρνηση στοχεύει στην είσπραξη κάποιων εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ ενώ -όπως παραδέχεται και η ίδια- η φοροδιαφυγή στην Ελλάδα είναι κάποια δισεκατομμύρια. Συνολικά 40 δισ. ευρώ είναι το ύψος της παραοικονομίας στη χώρα, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος και ένα σημαντικό μέρος αυτού του ποσού οφείλεται στην εκτεταμένη φοροδιαφυγή, την οποία εμείς θεωρούμε ως μία από τις μεγαλύτερες πληγές για την οικονομία μας και την υγιή επιχειρηματικότητα. Άρα για ποια πάταξη της φοροδιαφυγής μιλάμε;
»Εμείς στο Ε.Ε.Α. ήμασταν οι πρώτοι που ζητήσαμε ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα που θα απονέμει φορολογική δικαιοσύνη και που θα βάζει τέλος στην απόκρυψη εισοδημάτων. Ο λόγος αυτού του αιτήματος είναι απλός. Κάθε παραβατική συμπεριφορά τέτοιου τύπου -φοροδιαφυγή, λαθρεμπόριο, παρεμπόριο- ουσιαστικά προκαλεί συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού στην αγορά, κάτι που κατά κύριο λόγο πλήττει τους πιο αδύναμους. Όταν ένας φοροφυγάς καταφέρνει να αποφύγει την καταβολή φόρων εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, έχει τη δυνατότητα να στηρίξει περισσότερο την επιχείρηση του. Από την προμήθεια νέου εμπορεύματος μέχρι επενδύσεις σε υποδομές. Δεν θα αποκτήσει πλεονεκτικότερη θέση στην αγορά, σε σύγκριση με κάποιον μικρότερο;
»Όμως δεν υπάρχει μόνο το θέμα της φοροδιαφυγής, αλλά και αυτό της φοροαποφυγής, που επίσης πρέπει να μας προβληματίσει πολύ. Γιατί υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που μέσα από «παραθυράκια» του νόμου, κάποιοι μεγάλοι απολαμβάνουν ευνοϊκής μεταχείρισης».
– Άρα λέτε ότι το νομοσχέδιο αυτό, αφήνει ανοικτά τέτοια «παραθυράκια»…
«Αναρωτιέμαι αν όλο αυτό που βρίσκεται σε εξέλιξη -αλλαγές στη φορολογία, αποκλεισμός των ΜμΕ από τραπεζικό δανεισμό και χρηματοδοτικά προγράμματα, ρυθμίσεις οφειλών στις οποίες όμως δεν μπορεί να υπαχθεί η συντριπτική πλειονότητα των οφειλετών- είναι ουσιαστικά η εφαρμογή του Σχεδίου Πισσαρίδη που προβλέπει το κλείσιμο του 50% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Μήπως δηλαδή αφήνονται στην τύχη τους οι μικρότεροι -είτε μικρομεσαίες επιχειρήσεις είτε ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι- προκειμένου να εξαναγκασθούν να κλείσουν την επιχείρηση τους».
– Εσείς τελικά, τι ζητάτε; Δεν συμφωνείτε ότι χρειάζεται ένας νέος φορολογικός σχεδιασμός;
«Εμείς ζητάμε την ισονομία. Και την πραγματική φορολογική δικαιοσύνη. Ο κάθε φορολογούμενος να πληρώνει σύμφωνα με τις δυνατότητες του. Χωρίς εξαιρέσεις. Άρα, απαιτείται ένας νέος φορολογικός σχεδιασμός που θα προκύψει μετά από εντατικό διάλογο με όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές. Που θα έχει ως στόχο τη δημιουργία ενός δίκαιου φορολογικού συστήματος, χωρίς οριζόντια μέτρα τα οποία συνήθως οδηγούν σε αδικίες. Χωρίς εκπλήξεις και ξαφνικές αλλαγές, ώστε να ενισχύσει αποτελεσματικά την προσπάθεια που γίνεται για την προσέλκυση επενδύσεων».
– Συμφωνείτε με τον περιορισμό των μετρητών στις καθημερινές μας συναλλαγές; Δεν είναι και αυτό μια προσπάθεια περιορισμού της φοροδιαφυγής;
«Από το περιεχόμενο του νομοσχεδίου βλέπουμε την προσπάθεια της κυβέρνησης να μειώσει τις συναλλαγές με μετρητά και να αυξήσει αυτές με «πλαστικό» χρήμα. Συμφωνούμε στον περιορισμό των μετρητών. Μήπως όμως πρέπει να συνυπολογίσουμε και άλλους παράγοντες που θα μπορούσαν να στηρίξουν περισσότερο αυτή την προσπάθεια; Αναφέρομαι σε κίνητρα που κατά τη γνώμη μας πρέπει να δοθούν, προκειμένου οι ίδιοι οι καταναλωτές να επιδιώκουν τις συναλλαγές με κάρτες. Τι γίνεται μέχρι σήμερα; Μόνο σπάνιο δεν είναι ένας πολίτης την ώρα που ετοιμάζεται να πληρώσει μία παροχή υπηρεσιών, να ζητήσει ο ίδιος να εξοφλήσει με μετρητά αλλά με μία σημαντική έκπτωση. Γιατί το κάνει αυτό; Μα γιατί η απόδειξη δεν του είναι χρήσιμη καθώς το έξοδο που κάνει δεν εκπίπτει του φόρου. Αν όμως τη χρησιμοποιούσε για να «χτίσει» ένα μεγαλύτερο αφορολόγητο, τότε είναι βέβαιο ότι θα απαιτούσε απόδειξη και άρα θα επιδίωκε να πληρώσει με κάρτα. Δεν είναι πάντα ένας «κακός» ελεύθερος επαγγελματίας πίσω από κάθε περίπτωση φοροδιαφυγής αλλά πολλές φορές και ένα αναποτελεσματικό σύστημα».
– Πάντως με την καθιέρωση του πλαστικού χρήματος παντού στην αγορά, όλα αυτά ξεπερνιούνται στην πράξη και οι συναλλαγές με POS πλέον κυριαρχούν…
«Μιλώντας για τις συναλλαγές μέσω POS, έχουμε σοβαρές ενστάσεις σχετικά με το ύψος των προμηθειών των τραπεζών. Θεωρώ ανεπίτρεπτο να έχουμε ίσως τις υψηλότερες στην Ευρώπη. Βλέπουμε ότι σε οικονομίες πολύ μεγαλύτερες από τη δική μας, οι τραπεζικές προμήθειες κινούνται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα. Πως θα αντέξει μία πολύ μικρή επιχείρηση, όπως ένα περίπτερο ή ένα μίνι μάρκετ, όταν το ύψος της τραπεζικής προμήθειας για μία συναλλαγή μέσω POS, ξεπερνά το περιθώριο κέρδους; Η κυβέρνηση οφείλει να απαιτήσει από τις τράπεζες να σταματήσουν αυτή την τακτική. Και αν θέλει, έχει όπλα στη φαρέτρα της. Μην ξεχνάμε ότι τα πολλά τελευταία χρόνια, όσο η κοινωνία πασχίζει να ανταποκριθεί σε φορολογικά βάρη, ακρίβεια και ενεργειακή κρίση, οι τράπεζες δεν φορολογούνται. Μήπως έχει έρθει η ώρα να αναλάβουν και αυτές τις ευθύνες τους απέναντι στην κοινωνία; Ούτως ή άλλως οφείλουν τη λειτουργία τους στις ανακεφαλοποιήσεις που έγιναν με το υστέρημα του ελληνικού λαού».
– Συμφωνείτε ότι στη χώρα μας λείπει και ως εκ τούτου χρειάζεται να καλλιεργήσουμε φορολογική συνείδηση;
«Γενικότερα για το φορολογικό, απαιτείται αλλαγή φορολογικής συνείδησης. Όχι βέβαια μέσα από την οικονομική ανταμοιβή όσων καταγγέλλουν φοροφυγάδες, όπως επιδιώκει η κυβέρνηση- γιατί εκεί πάει αλλού η συζήτηση καθώς μπορεί να προκύψουν σοβαρότατα προβλήματα με ψευδείς καταγγελίες- αλλά μέσα από την εφαρμογή φορολογικών μέτρων που θα αποδίδουν δικαιοσύνη».
– Φαίνεται, ότι εξακολουθήσουμε να συζητάμε τα αυτονόητα, την ίδια ώρα που οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις είναι εκτεθειμένες σε προβλήματα και απειλές.
«Αυτό που κάνει εντύπωση όμως στους ανθρώπους της αγοράς και της πραγματικής οικονομίας, είναι ότι συζητάμε τόσο καιρό το θέμα της φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών αντί να έχουμε εστιάσει στη χάραξη μίας νέας Εθνικής Στρατηγικής για τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα. Οι ΜμΕ πρέπει να βρεθούν στο επίκεντρο – και όχι στο περιθώριο – της αναπτυξιακής προσπάθειας της χώρας για τον απλούστατο λόγο ότι στην Ελλάδα, αλλά και σε όλη την Ευρώπη, είναι η κινητήριος δύναμη της καινοτομίας, της ανάπτυξης, της απασχόλησης.
»Αν στηριχθεί αποτελεσματικά η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα και επιπλέον έσοδα από φόρους θα ενισχύσουν τα κρατικά ταμεία και νέες θέσεις απασχόλησης θα δημιουργηθούν και η οικονομία θα αναπτυχθεί. Η κυβέρνηση έχει δεσμευθεί ότι θα στηρίξει τους μικρομεσαίους. Νομίζω ότι έφτασε η ώρα που οφείλει να κάνει πράξη τις δεσμεύσεις της».
Πηγή: One Voice