tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Απασχόληση συνταξιούχων: Καταβολή ασφαλιστικών εισφορών – Αξιοποίηση του χρόνου ασφάλισης

Γράφει η Ελένη Καραβέλα, Δικηγόρος – Νομικός Συνεργάτης Ε.Ε.Α.


Με την ασφαλιστική μεταρρύθμιση που επήλθε με το Νόμο 4670/2020, μεταβλήθηκε μεταξύ άλλων και το καθεστώς των συνταξιούχων  που εξακολουθούν να παράσχουν εργασία ή να αυτοαπασχολούνται.

Α. Στο άρθρο 20 του Νόμου 4387/2016 (όπως αντικαταστάθηκε από το Νόμο 4670/2020, συμπληρώθηκε με το Νόμο 4676/2020 και τροποποιήθηκε  με το Νόμο 4690/2020) που φέρει τον τίτλο «Απασχόληση συνταξιούχων» προβλέπεται στην παρ.3 ότι “α. Για το χρονικό διάστημα απασχόλησης του συνταξιούχου καταβάλλονται για τον μισθωτό συνταξιούχο και τον αυτοτελώς απασχολούμενο ή ελεύθερο επαγγελματία ή υπαγόμενο στη ασφάλιση του ΟΓΑ, με την επιφύλαξη της περ. α` της παρ. 4 οι προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές των άρθρων 38 ή 39 ή 40 αντιστοίχως. β. Οι συνταξιούχοι πρώην φορέων κύριας ασφάλισης ή του Δημοσίου που είχαν αναλάβει ή αναλαμβάνουν δραστηριότητα για την οποία υπάγονται στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ καταβάλουν την ασφαλιστική εισφορά του άρθρου 40, εφόσον το ετήσιο εισόδημά τους από την δραστηριότητα αυτήν υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ. Η ως άνω απαλλαγή από την υποχρέωση καταβολής των ασφαλιστικών εισφορών του άρθρου 40 ισχύει από 1.6.2020.”

Κατά τα ανωτέρω, ο συνταξιούχος καταβάλλει τις προβλεπόμενες κατά περίπτωση ασφαλιστικές εισφορές κύριας, επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας (όπου οι τελευταίες προβλέπονται), καθώς επίσης και όποιες εισφορές ο e-ΕΦΚΑ συνεισπράττει, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις οικείες διατάξεις.

Όσον αφορά στην εισφορά ασθένειας, σημειώνεται ότι ο απασχολούμενος συνταξιούχος υποχρεούται στην καταβολή εισφοράς για ασθένεια επί του μισθού ή του/των ημερομισθίου/ων ή επί της ασφαλιστικής κατηγορίας του άρθρου 37 του ν. 4670/2020, αλλά γίνεται και παρακράτηση εισφοράς ασθένειας επί της σύνταξης, σύμφωνα με το άρθρο 44 του ν. 4387/2016, όπως έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 39 του ν. 4670/2020.

Οι απασχολούμενοι συνταξιούχοι που υπάγονται για παροχή υγειονομικής περίθαλψης εκτός ΕΟΠΥΥ, δεν καταβάλουν διπλή εισφορά συνταξιούχων και απασχολούμενων, αλλά εξακολουθούν να ισχύουν τα προβλεπόμενα από τους κανονισμούς των φορέων ασθένειας που έχουν διατηρήσει την αυτοτέλεια τους.

Β. Ως προς την αξιοποίηση του χρόνου ασφάλισης που πραγματοποιείται μετά την συνταξιοδότηση, ήτοι κατά την απασχόληση συνταξιούχου, σημειώνεται ότι, είτε υπάρχει περικοπή είτε αναστολή της καταβαλλόμενης σύνταξης, ο συνταξιούχος κατά την διακοπή της απασχόλησης θα  πρέπει να υποβάλει αίτηση που να ζητά, είτε την προσαύξηση της σύνταξής του είτε την καταβολή δεύτερης (μόνο ανταποδοτικής) σύνταξης, εφόσον θεμελιώνει συνταξιοδοτικό δικαίωμα.  Ως προσαύξηση για την κύρια σύνταξη λαμβάνει αναλογία ανταποδοτικής σύνταξης κατά τα άρθρα 20 και 30 του Νόμου 4387/2016 (ΦΕΚ 85/Α/12-5-2016). Η εν λόγω προσαύξηση, με βάση τους συντελεστές υπολογισμού της, είναι μικρότερη από τη δεύτερη ανταποδοτική σύνταξη.

Ειδικότερα, α) Για την κύρια σύνταξη, χορηγείται ποσό το οποίο προκύπτει με βάση τα ποσοστά αναπλήρωσης και τις συντάξιμες αποδοχές των άρθρων 24 (τροποποίηση του άρθρου 8 του ν. 4387/2016) και 28 (αντικατάσταση του άρθρου 28 του ν. 4387/2016) του ν. 4670/2020 και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης ως συνταξιούχου.

β) Για την επικουρική σύνταξη, χορηγείται ποσό, που προκύπτει με βάση τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης, σύμφωνα με το άρθρο 96 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 44 του ν. 4670/2020 και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης, μετά τη συνταξιοδότηση.

Γ. Σχετικά με την απασχόληση συνταξιούχων εκδόθηκε και η με αρ.34/2020 εγκύκλιος του e-ΕΦΚΑ με θέμα «.«Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 27 του Ν. 4670/2020 (ΦΕΚ Α’43), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 78 του Ν. 4690/2020 (Α’104), για την απασχόληση των συνταξιούχων λόγω γήρατος και παροχή οδηγιών.»

Στην εγκύκλιο αυτή κατ’ αρχάς διευκρινίζονται ζητήματα σχετικά με το πεδίο εφαρμογής του Ν. 4670/2020. Συγκεκριμένα διευκρινίζεται ότι:

«Οι διατάξεις του άρθρου 27 του Ν.4670/2020 εφαρμόζονται στους συνταξιούχους λόγω γήρατος όλων των ενταχθέντων στον e-ΕΦΚΑ φορέων και του δημοσίου, συμπεριλαμβανομένων και των προσώπων που λαμβάνουν χορηγία ή βουλευτική σύνταξη οι οποίοι είτε έχουν αναλάβει εργασία ή ιδιότητα ή δραστηριότητα πριν την 28.2.2020 ή θα αναλάβουν εργασία ή αυτοαπασχόληση μετά την ισχύ του Ν.4670/2020, δηλαδή από 28.2.2020, εφόσον για την εργασία ή την ιδιότητα ή την δραστηριότητα προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης στον e- ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τις σχετικές γενικές ή ειδικές ή καταστατικές διατάξεις των πρώην φορέων που εντάχθηκαν στον e-ΕΦΚΑ.

Συγκεκριμένα, αφορά:

α. Ασφαλισμένους που συνταξιοδοτήθηκαν από 28.2.2020 και μετά και ανέλαβαν εργασία ή δραστηριότητα είτε πριν είτε μετά την συνταξιοδότησή τους,

β. Ασφαλισμένους που είχαν ήδη συνταξιοδοτηθεί κατά την ημερομηνία αυτή και ανέλαβαν εργασία μετά την 28.2.2020,

γ. Ασφαλισμένους που είχαν ήδη συνταξιοδοτηθεί κατά την ημερομηνία αυτή και οι οποίοι είχαν αναλάβει εργασία ή ιδιότητα ή δραστηριότητα πριν την 28.2.2020. Στην περίπτωση αυτή διακρίνουμε δύο κατηγορίες:

  1. i) τους εργαζόμενους συνταξιούχους που καταλαμβάνονταν από τις διατάξεις του άρθρου 20 του Ν.4387/2016 στους οποίους εφαρμόζεται το άρθρο 27 του Ν.4670/2020 από 28.2.2020, εφόσον συνέχισαν να εργάζονται κατά την ημερομηνία αυτή και
  2. ii) τους συνταξιούχους οι οποίοι είχαν αναλάβει εργασία ή είχαν αποκτήσει ιδιότητα ή δραστηριότητα υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση πριν την 13.5.2016 και δεν ενέπιπταν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 20 του Ν.4387/2016. Οι συνταξιούχοι αυτής της κατηγορίας υπάγονται στο πεδίο των διατάξεων του άρθρου 27 του Ν.4670/2020 από 1.3.2022 εφόσον συνεχίζουν εργαζόμενοι κατά την ημερομηνία αυτή σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο της παρ. 1α του άρθρου 20 του Ν.4387/2016, όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει με το άρθρο 27 του Ν.4670/2020 και το άρθρο 78 του Ν.4690/2020. Όμως, στην περίπτωση που διακόψουν την απασχόλησή τους μέχρι 28.02.2022, ευνόητο είναι ότι για όσο χρόνο είχαν εργαστεί ενέπιπταν στις προϊσχύουσες οικείες διατάξεις περί απασχόλησης συνταξιούχων.

Για παράδειγμα, συνταξιούχος ο οποίος ανέλαβε εργασία την 1.7.2016 και συνεχίζει εργαζόμενος και μετά την 28.2.2020, εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 27 του Ν.4670/2020 από 28.2.2020, ενώ συνταξιούχος ο οποίος ανέλαβε εργασία την 1.3.2016 (δηλαδή πριν από την ισχύ των διατάξεων του Ν.4387/2016) και ο οποίος συνεχίζει εργαζόμενος και μετά την 28.2.2020, εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 27 του Ν.4670/2020 από 1.3.2022 (εφόσον εξακολουθεί να εργάζεται ή να αυτοαπασχολείται και μετά την ημερομηνία αυτή).

δ. Όσους εργάζονται ως μισθωτοί ή αυτοαπασχολούνται σε χώρα εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε χώρα με την οποία δεν έχει συναφθεί διμερής σύμβαση κοινωνικής ασφάλειας, οι οποίοι αντιμετωπίζονται κατά περίπτωση σύμφωνα με τα προαναφερόμενα (α,β,γ).»

Περαιτέρω, υπενθυμίζεται ότι η αξιοποίηση του χρόνου απασχόλησης των συνταξιούχων που ενέπιπταν στον Ν.2592/98 προϋπέθετε μεν την αναστολή καταβολής της σύνταξης αλλά στην περίπτωση παράλληλης καταβολής μισθού και σύνταξης ο συνταξιούχος είχε τη δυνατότητα να επιστρέψει εκ των υστέρων τα ποσά συντάξεων προκειμένου να αξιοποιήσει τον αντίστοιχο χρόνο και διευκρινίζεται ότι  ο ασφαλισμένος που εμπίπτει στις διατάξεις του Ν.2592/1998, έχει δικαίωμα να αξιοποιήσει το χρόνο εργασίας του και πριν την 1.3.2022, εφόσον επιστρέψει άτοκα τα αντίστοιχα ποσά σύνταξης.

Τέλος, παρατίθεται παράδειγμα ως προς την αξιοποίηση του χρόνου ασφάλισης που πραγματοποιείται μετά την συνταξιοδότηση. Ειδικότερα:

“Έστω ότι συνταξιούχος εργάζεται για το διάστημα 1.1.2016 έως και 30.6.2022 και πραγματοποιεί χρόνο ασφάλισης μετά τη συνταξιοδότηση 6 έτη και 6 μήνες. Ο υπολογισμός της προσαύξησης της σύνταξής του θα γίνει ως εξής:

Αφού αθροίσουμε τις αποδοχές των ετών 1.1.2016 έως και 30.6.2022 διαιρούμε με τους αντίστοιχους μήνες ασφάλισης και βρίσκουμε το μέσο όρο. Το ποσό της προσαύξησης ισούται με το γινόμενο:

0,77 ( συντελεστής αναπλήρωσης για χρόνο ασφάλισης έως και 15 έτη) Χ 6,5 (έτη ασφάλισης μετά τη συνταξιοδότηση) Χ μέσο όρο μηνιαίων συντάξιμων αποδοχών.

Το ποσό που προκύπτει από τον ανωτέρω υπολογισμό (που είναι ίδιος με τον υπολογισμό της ανταποδοτικής σύνταξης) προστίθεται στη σύνταξη που ήδη λαμβάνει ο δικαιούχος είτε αυτή η σύνταξη έχει απονεμηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.4387/2016 είτε πρόκειται για σύνταξη που επανυπολογίστηκε σύμφωνα με τον Ν.4387/2016.”