tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Αθώωση κατηγορούμενου για πράξη μη έγκαιρης καταβολής εισφορών

Του Κωνσταντίνου Λάιου, Νομικού συνεργάτη του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών.

Του Κωνσταντίνου Λάιου, Νομικού συνεργάτη του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών
 


 

« ΑΠΟΦΑΣΗ ΑΘΩΩΣΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΑΞΗ ΜΗ ΕΓΚΑΙΡΗΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΕΡΓΟΔΟΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΙΣΦΟΡΩΝ »

Κηρύσσεται αθώος ο κατηγορούμενος για τις πράξεις της μη έγκαιρης καταβολής εργοδοτικών και εργατικών εισφορών.

Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πατρών 999 / 2017

Συγκεκριμένα, αποδεικνύεται ότι στην παράλειψη (συμπεριφορά) αυτή, με την οποία παραβίασε τους οικείους επιτακτικούς κανόνες δικαίου, προέβη όχι εκούσια αλλά επειδή ήταν αδύνατον να πράξει διαφορετικά από λόγο που δεν τον αφορά και ήταν εντελώς απρόβλεπτος και ξαφνικός γι’ αυτόν, δηλαδή λόγω ανωτέρας βίας, καθότι με βάση δύο βουλεύματα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών διατάχθηκε η δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών του, όχι με δική του ευθύνη, αλλά επειδή είναι συγγενής πρώτου βαθμού με έτερο πρόσωπο, το οποίο κατηγορείται για εγκληματικές πράξεις. Περαιτέρω, απορρίφθηκε και η αίτησή του για ανάκληση του αναφερθέντων βουλευμάτων.

Επομένως, αν και ο σχετικός λογαριασμός διαθέτει υπόλοιπο ποσού 108.753,86 ευρώ, δεν μπορούσε να καταβάλλει τα ποσά ούτε κατά τον χρόνο που αυτά κατέστησαν απαιτητά ούτε και μέχρι τη συζήτηση.

Επίσης, λόγω του ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν 3842/2010, εμπορικές συναλλαγές άνω των 3.000 ευρώ γίνονται μόνο με την κατάθεση του τιμήματος σε τραπεζικό λογαριασμό, είναι αδύνατον να καταβάλει και με οποιονδήποτε άλλο τρόπο τα ως άνω ποσά. Ενώ, δηλαδή, απασχολούσε νόμιμα το προσωπικό, έχοντας την υποχρέωση να καταβάλλει, εντός μήνα από τότε που κατέστησαν απαιτητές οι ασφαλιστικές εισφορές, στο ΙΚΑ, όταν ήρθε η στιγμή καταβολής τους, του ήταν εντελώς αδύνατον να το πράξει.

Ως εκ τούτου, προκύπτει με σαφήνεια ότι η παράλειψη καταβολής, ως πράξη στοιχειοθετούσα την αντικειμενική υπόσταση των ανωτέρω εγκλημάτων, δεν είναι εκούσια, αλλά οφείλεται σε αδυναμία άλλως δύνασθαι πράττειν του κατηγορούμενου, την οποία αυτός ούτε γνώριζε όταν παντελώς νόμιμα ασκούσε τη δραστηριότητά του, όντας συνεπής στις υποχρεώσεις του, ούτε και μπορούσε να προβλέψει, λαμβανομένου υπόψη και του ότι η δέσμευση των λογαριασμών του δεν οφείλεται σε κάποια δική του ελεγχόμενη παράνομη ενέργεια, αλλά σε ενέργεια τρίτου προσώπου. Περαιτέρω, δε, η δέσμευση αυτή του λογαριασμού του συνεχίζεται, με αποτέλεσμα να καθίσταται παντελώς αδύνατη η άρση της παράλειψης, με την έστω και εκ των υστέρων εξόφληση των οφειλών του.

Επομένως, δεν υπάρχει εννοιολογικά ούτε καν πράξη και συνεπώς δεν στοιχειοθετείται η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος. Σε κάθε δε περίπτωση, εκλείπει η βουλητική όψη του δεοντολογικού στοιχείου του καταλογισμού, με αποτέλεσμα, ακόμη και αν ήθελε θεωρηθεί ότι υπάρχει πράξη, να μην μπορεί αυτή να καταλογισθεί στον κατηγορούμενο.

Το ενδιαφέρον της προκείμενης απόφασης εστιάζεται κυρίως, στο ότι για πρώτη φορά εισάγεται σε τέτοιου είδους υποθέσεις η προβληματική της έλλειψης καταλογισμού του δράστη (άρθρο 32 ΠΚ), λόγω μη άλλως δύνασθαι πράττειν αυτού, δηλαδή από λόγους ανωτέρας βίας…