tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Eυρεία κινητοποίηση των ΜμΕ για συμμετοχή στη χρηματοδότηση των επενδύσεων του Ταμείου Ανάκαμψης

Το Ελληνικό Δημόσιο, έχοντας ως βάση το θεσμικό ευρωπαϊκό πλαίσιο για το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, κατήρτισε το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», το οποίο εγκρίθηκε στις 13  Ιουλίου 2021 από το  Συμβούλιο Οικονομικών Δημοσιονομικών Θεμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ecofin).

Το  «Ελλάδα 2.0» περιλαμβάνει 106 επενδύσεις και 68 μεταρρυθμίσεις, κατανεμημένες σε 4 πυλώνες και συγκεντρώνει 31,16 δισ. ευρώ εκ των οποίων ευρωπαϊκοί πόροι 30,5 δισ. Ευρώ  (18,43 δισ. ευρώ ενισχύσεις και 12,73 δισ. ευρώ δάνεια) για να κινητοποιήσει 60 δισ. ευρώ συνολικές επενδύσεις στη χώρα στα επόμενα πέντε χρόνια, οι οποίες θα ενισχυθούν από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Στα πλαίσια υλοποίησης του σχεδίου «Ελλάδα 2.0» και ενόψει της έναρξης των πρώτων εκταμιεύσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης, η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος πραγματοποίησε εξαμηνιαία μελέτη σε 600 ΜμΕ (Β’ Εξάμηνο 2021), την οποία και παρουσίασε, με σκοπό να αποτυπωθεί η διάθεση του τομέα των ΜμΕ να αξιοποιήσει τα κεφάλαια, που διατίθενται μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης.

Από τα ευρήματα της μελέτης προέκυψε ότι πλέον είναι ευρεία η κινητοποίηση των ΜμΕ για τη συμμετοχή τους στη χρηματοδότηση των επενδύσεων του Ταμείου Ανάκαμψης. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία του τομέα των ΜμΕ έχει πλέον ενημερωθεί για τις δράσεις (75% από 66% το προηγούμενο εξάμηνο, ήτοι τα ¾ του τομέα), ενώ το υπόλοιπο ¼ του τομέα, που δήλωσε σύμφωνα με τη μελέτη ότι δεν έχει ενημερωθεί, αντιστοιχεί κυρίως σε χρηματοοικονομικά αδύναμες επιχειρήσεις χωρίς επενδυτική δυναμική. Σημαντικότερο, όμως, εύρημα αποτελεί το γεγονός ότι φαίνεται πέραν της ενημέρωσης, έχει κινητοποιηθεί το ½ του τομέα, το οποίο πλέον δηλώνει θετικό για τη συμμετοχή του σε δράσεις του Ταμείου.

Μάλιστα, εξετάζοντας τα επιμέρους μεγέθη επιχειρήσεων, διαπιστώθηκε ότι το ποσοστό των κινητοποιημένων πολύ μικρών επιχειρήσεων ανήλθε στο 45% (από 37% το προηγούμενο εξάμηνο και έναντι 49% και 51% για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, αντίστοιχα), γεγονός που φανερώνει ότι το σύνολο του τομέα των ΜμΕ, μπορεί να ωφεληθεί από τα προς διάθεση κεφάλαια.

Ειδικότερα, για κάθε κατηγορία των ΜμΕ, προέκυψαν από την εν λόγω μελέτη τα ακόλουθα. Για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις, σε 45% διαμορφώθηκε το ποσοστό των επιχειρήσεων που ετοιμάζονται να υποβάλλουν σχέδια για δάνεια από το Ταμείο Ανάκαμψης (έναντι 37% το προηγούμενο εξάμηνο). Η αύξηση προήλθε κυρίως από την αλλαγή στάσης των διστακτικών ΜμΕ (19% το τρέχον εξάμηνο έναντι 25% το προηγούμενο) και την κινητοποίηση αδιάφορων ως τώρα ΜμΕ (19% έναντι 22% το προηγούμενο εξάμηνο), με το ποσοστό των πιθανών χρηστών να μένει σταθερό (16%). Το συνολικό ύψος των σχεδιαζόμενων επενδύσεων των πολύ μικρών επιχειρήσεων ανέρχεται στα € 4,5 δις, με το 76% αυτών (€3,4 δισ.) να βρίσκεται σε στάδιο αρχικού σχεδιασμού και το υπόλοιπο 24% σε στάδιο προετοιμασίας (€1,1 δισ.).

Για τις μικρές επιχειρήσεις, οριακή αύξηση κατέγραψε το ποσοστό των μικρών επιχειρήσεων που προτίθεται να κάνει χρήση των δράσεων του Ταμείου Ανάκαμψης (49% έναντι 46% το προηγούμενο εξάμηνο). Παρά το γεγονός ότι το κενό ενημέρωσης κλείνει, καθώς τα ποσοστά των πιθανών χρηστών και αδιάφορων επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 9% και 7% αντίστοιχα, η μείωση αυτή αντικατοπτρίζεται κυρίως στην

σημαντική αύξηση των διστακτικών ΜμΕ (29% έναντι 16% το προηγούμενο εξάμηνο). Όσον αφορά τις  προγραμματιζόμενες επενδύσεις αυτές ανέρχονται στα €4,7 δισ. με το 73% αυτών (€3,4 δισ.) να βρίσκεται σε στάδιο αρχικού σχεδιασμού και το υπόλοιπο 27% σε στάδιο προετοιμασίας (€1,3 δισ.).

Τέλος, για τις μεσαίες επιχειρήσεις, οριακή ήταν και στις μεσαίες επιχειρήσεις η αύξηση των επιχειρήσεων που προτίθενται να χρησιμοποιήσουν τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης (51% έναντι 48% το προηγούμενο εξάμηνο). Σημαντική ήταν η αύξηση των επιχειρήσεων που ενώ ενημερώθηκαν για το Ταμείο Ανάκαμψης, διστάζουν να το χρησιμοποιήσουν (33% έναντι 27% το προηγούμενο εξάμηνο). Το ποσοστό του τομέα που δεν έχει λάβει γνώση για τις δράσεις του Ταμείου Ανάκαμψης έχει περιοριστεί στο 17% (έναντι 25% το προηγούμενο εξάμηνο). Το ύψος των προγραμματιζόμενων επενδύσεων προς συγχρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης για τις μεσαίες επιχειρήσεις ανέρχεται στα €5 δισ., εκ των οποίων το 5% (€250 εκ.) είναι ήδη έτοιμα προς κατάθεση, το 34% (€1,7 δισ.) είναι στο στάδιο της προετοιμασίας και το υπόλοιπο 61% (€3 δισ.) βρίσκεται σε στάδιο αρχικού σχεδιασμού.

Με τα ανωτέρω δεδομένα, είναι σαφές ότι στόχο πλέον αποτελεί οι επιχειρήσεις να μπορέσουν να προχωρήσουν στο επόμενο στάδιο, αυτό της υλοποίησης των επενδυτικών τους σχεδίων, καθώς από την εν λόγω έρευνα στον τομέα των ΜμΕ προέκυψε ότι το 1/2 των κινητοποιημένων ΜμΕ φαίνεται ακόμη να συλλέγει πληροφορίες για τις διαδικασίες του Ταμείου Ανάκαμψης, ενώ μόλις το 1/5 των ΜμΕ έχει επενδυτικό σχέδιο σε σχετικά ώριμο στάδιο προετοιμασίας (δηλαδή, σχέδια με υψηλή πιθανότητα υλοποίησης).

Περαιτέρω, ως προς τα αποτελέσματα της έρευνας ανά κλάδο των ΜμΕ, προέκυψαν τα ακόλουθα. Στον κλάδο της βιομηχανίας, το 52% του τομέα δηλώνει πως ετοιμάζεται να καταθέσει σχέδιο για συγχρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης (έναντι 44% το προηγούμενο εξάμηνο). Παράλληλα το ποσοστό των επιχειρήσεων του τομέα που έχει άγνοια σχετικά με τις δράσεις του Ταμείου περιορίστηκε στο 22% (από 36% το προηγούμενο εξάμηνο). Οι ΜμΕ στον βιομηχανικό κλάδο ετοιμάζουν επενδύσεις αξίας €1,7 δισ. με το 4% αυτών (€ 60 εκ.) να είναι σχέδια έτοιμα προς κατάθεση.

Στον κλάδο του εμπορίου, το 45% του τομέα δηλώνει πρόθυμο να αξιοποιήσει το Ταμείο Ανάκαμψης (έναντι 42% το προηγούμενο εξάμηνο). Παράλληλα το ποσοστό των ΜμΕ που δεν έχει γνώση για τις δράσεις του Ταμείου διαμορφώθηκε στο 28% (έναντι 35% το προηγούμενο εξάμηνο). Επιπλέον, ο κλάδος του εμπορίου είναι ο κλάδος με το υψηλότερο ποσό προγραμματιζόμενων επενδύσεων, €6,1 δισ., εκ των οποίων το 2% (€110 εκ.) είναι σχέδια έτοιμα προς κατάθεση.

Στον κλάδο των υπηρεσιών, το 51% του κλάδου δηλώνει πως θα κάνει χρήση των δράσεων του Ταμείου Ανάκαμψης (έναντι 48% το προηγούμενο εξάμηνο), ενώ το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνουν πως δεν γνωρίζουν τίποτα σχετικά με το Ταμείο αντιστοιχεί στο 22% του κλάδου (έναντι 29% το προηγούμενο εξάμηνο). Παράλληλα οι ΜμΕ στις υπηρεσίες ετοιμάζουν επενδύσεις συνολικού ύψους €5,3 δισ., εκ των οποίων το 2% (€ 80 εκ.) αντιστοιχούν σε σχέδια ήδη έτοιμα προς κατάθεση.

Τέλος, στον κλάδο των κατασκευών, καταγράφηκε σημαντική αύξηση στο ποσοστό του κλάδου που ετοιμάζεται να χρησιμοποιήσει δάνεια του ταμείου ανάκαμψης καθώς διαμορφώθηκε στο 54% από 36% το προηγούμενο εξάμηνο. Παράλληλα, σε 24% (από 41% το προηγούμενο εξάμηνο) περιορίστηκε το ποσοστό του τομέα με άγνοια των δράσεων του Ταμείου Ανάκαμψης. Τέλος, οι επενδύσεις που σχεδιάζει ο κλάδος είναι ύψους €1,1 δις χωρίς να εκτιμάται ότι υπάρχουν προς το παρόν σχέδια έτοιμα προς κατάθεση.

Να αναφερθεί στο σημείο αυτό ότι το «Ελλάδα 2.0» αποτελείται από τέσσερις πυλώνες: (1) Πράσινο, (2) Ψηφιακό, (3) Απασχόληση, δεξιότητες και κοινωνική συνοχή (υγεία, παιδεία, κοινωνική προστασία) και (4) Ιδιωτικές επενδύσεις και οικονομικός και θεσμικός μετασχηματισμός. Από τη μελέτη της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος προέκυψε ότι τα επενδυτικά σχέδια, τα οποία περιλαμβάνονται στις προτιμήσεις των ΜμΕ, περιλαμβάνουν: ψηφιακές επενδύσεις, επενδύσεις που στοχεύουν στην αύξηση του μεγέθους των επιχειρήσεων, επενδύσεις πράσινης ανάπτυξης, προώθησης συνεργασιών, καθώς και επενδύσεις καινοτομίας και εξωστρέφειας.

Τέλος, σημαντικό κομμάτι της εν λόγω μελέτης αποτελεί και η χαρτογράφηση των ΜμΕ στην Ελλάδα, οι οποίες ανέρχονται στις 865.000. Από τις επιχειρήσεις αυτές, το 77 % είναι ατομικές επιχειρήσεις, εκ των οποίων το 76% είναι μικρές και το 1% είναι μεσαίες, ενώ το 23% είναι εταιρίες, εκ των οποίων το 18% είναι μικρές και το 5% είναι μεσαίες.

Ενδιαφέροντα είναι και τα ευρήματα για τον κύκλο εργασιών των ΜμΕ, ο οποίος ανέρχεται σε 128 δις, εκ των οποίων το 45% προέρχεται από τις ατομικές επιχειρήσεις και αντιστοιχεί σε 58 δις (με τα 51 δις να αφορούν στις μικρές επιχειρήσεις και τα 7 δις στις μεσαίες), ενώ το 55% προέρχεται από εταιρίες και αντιστοιχεί σε 70 δις (με τα 29 δις να αφορούν στις μικρές επιχειρήσεις και τα 41 δις στις μεσαίες).