tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Γ. Χατζηθεοδοσίου στην “ΑΞΙΑ”: Η ακρίβεια επιμένει, τόσο στα τρόφιμα όσο και στα καύσιμα

Άρθρο του Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, Προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών και Επίτιμου Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Πειραιά, στην εφημερίδα “ΑΞΙΑ” (13/04/2024).


Τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σχετικά με την πορεία του πληθωρισμού, αποδεικνύουν ότι η ακρίβεια συνεχίζει να «ροκανίζει» το εισόδημα των νοικοκυριών και να «πληγώνει» τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα.

Μάλιστα για τον Μάρτιο εντάθηκε ο ρυθμός αύξησης του καθώς διαμορφώθηκε στο 3,2% από 2,9% τον Φεβρουάριο, με αισθητά ανεβασμένες τιμές σε βασικά αγαθά και σε μία σειρά από προϊόντα. Αξίζει να σημειωθεί ότι μέσα σε μόλις έναν χρόνο υπήρξαν πολύ μεγάλες αυξήσεις στα τρόφιμα, με μεγαλύτερη αυτή της τιμής του ελαιόλαδου που κατέγραψε αύξηση κατά 67,2%, ενώ ανοδικά κινήθηκαν οι τιμές σε φρούτα (12,7%), λοιπά τρόφιμα (4,4%) και άλλα βασικά αγαθά.

Παράλληλα μέσα στο έτος έχει καταγραφεί άνοδος των τιμών σε μία σειρά από προϊόντα και υπηρεσίες, όπως -μεταξύ άλλων- σε ένδυση και υπόδηση (5,8%), πετρέλαιο θέρμανσης (12,4%), φαρμακευτικά προϊόντα (5,5%), ιατρικές- οδοντιατρικές και παραϊατρικές υπηρεσίες (5,7%).

Για να είμαστε δίκαιοι υπήρξε και μείωση τιμών σε κάποια είδη όπως σε φυσικό αέριο (39,1%) και ηλεκτρισμό (4,6%), όμως μην ξεχνάμε ότι ειδικά στο κομμάτι της ενέργειας σημειώθηκε τεράστια αύξηση το προηγούμενο διάστημα, οπότε ήταν αναμενόμενο να καταγραφούν και κάποιες πτώσεις τιμών ενώ κατά τη γνώμη μου πρέπει να εστιάσουμε οπωσδήποτε σε πολιτικές που θα στοχεύουν στα φθηνότερα βασικά αγαθά, τα οποία είναι αναγκαία σε κάθε νοικοκυριό.

Ανησυχητική επίσης είναι η αύξηση της τιμής των καυσίμων που καταγράφεται το τελευταίο διάστημα. Μπορεί η κρίση στη Μέση Ανατολή να συνεχίζεται, όπως και ο πόλεμος στην Ουκρανία, όμως όταν η τιμή του λίτρου της αμόλυβδης βενζίνης στην Αττική κινείται κοντά στα 2 ευρώ -σε κάποιες περιπτώσεις και υψηλότερα- ενώ το πρόβλημα εντείνεται στην επαρχία, δείχνει ότι υπάρχει πρόβλημα και μάλιστα σοβαρό. Η κατάσταση ξεφεύγει περισσότερο αν δούμε τις τιμές της βενζίνης των 100 οκτανίων καθώς εκεί προσεγγίζουμε τα 2,5 ευρώ το λίτρο.

Βλέπουμε δηλαδή καθαρά, τόσο από τις τιμές των τροφίμων όσο και από αυτές των καυσίμων, ότι έχει αυξηθεί κατά πολύ το κόστος διαβίωσης για τους πολίτες, κάτι που έχει ήδη αφήσει αρνητικό αποτύπωμα στο κομμάτι της κατανάλωσης. Δεν υπάρχει το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών για στήριξη επιχειρήσεων που δεν έχουν σχέση με πώληση βασικών αγαθών και αυτό αποτυπώνεται στον τζίρο των ΜμΕ.

Η μόνη λύση είναι να ασκηθούν πολιτικές, όπως η μείωση των έμμεσων φόρων, που στοχεύουν στις φθηνότερες τιμές στα ράφια, η ουσιαστική ενίσχυση των επιχειρήσεων μέσα από τη λειτουργία περισσότερων χρηματοδοτικών εργαλείων και η κατάργηση μνημονιακών φόρων όπως του τέλους επιτηδεύματος και της προκαταβολής φόρου. Οι μέχρι τώρα παρεμβάσεις δεν έχουν αποδώσει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα στο θέμα της αντιμετώπισης της ακρίβειας ενώ εδώ και καιρό οι ΜμΕ έχουν εκπέμψει σήμα κινδύνου για το μέλλον της βιωσιμότητας τους. Άρα απαιτείται ένα άλλο μείγμα πολιτικής.