tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Γ. Χατζηθεοδοσίου στο “ΠΑΡΟΝ”: Δυσοίωνο το 2023 για τους μικρομεσαίους

Άρθρο του Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, Προέδρου του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών και Επίτιμου Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Πειραιά, στην εφημερίδα “ΤΟ ΠΑΡΟΝ” (8/1/2023).


Μία από τις χειρότερες χρονιές της τελευταίας 20ετίας ήταν το 2022, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την ελληνική οικονομία και την ελληνική αγορά και, κυρίως, τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Τα δεινά που έφεραν, κυρίως στην Ευρώπη, η ενεργειακή κρίση και ο πόλεμος στην Ουκρανία άφησαν βαθιά τα σημάδια τους σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας νοικοκυριών, επαγγελματιών και επιχειρήσεων. Η εκτόξευση των πάγιων λογαριασμών, που έφτασαν σε πολλές περιπτώσεις να ξεπερνούν τα ενοίκια σπιτιών, καταστημάτων και γραφείων, σε συνδυασμό με τις πρωτοφανείς, για τα δεδομένα του ευρώ, πληθωριστικές πιέσεις, τίναξε στον αέρα τους προϋπολογισμούς κρατών, επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
Η εξέλιξη αυτή είχε καταστροφικές συνέπειες για την ιδιαίτερα εξαρτημένη από τις τιμές του φυσικού αερίου Ελλάδα, με αποτέλεσμα όλες οι βασικές παράμετροι που καθορίζουν την πορεία της εγχώριας οικονομίας να βρίσκονται σε αρνητική τροχιά. Όπως ο δείκτης επιχειρηματικής απαισιοδοξίας, ο οποίος βρίσκεται στο 63%, ο πληθωρισμός, που, όπως όλα δείχνουν, θα κινηθεί στα επίπεδα του 10%, και ο δείκτης απασχόλησης, που βρίσκεται σε συνεχή βουτιά τους τελευταίους μήνες (τον Νοέμβριο σημείωσε τη χειρότερη επίδοση από το 2001, με 83.627 θέσεις να χάνονται). Το άσχημο οικονομικό κλίμα, ο πρωτοφανής πληθωρισμός και η αδύναμη απασχόληση συνθέτουν ένα δυστοπικό περιβάλλον για κάθε επιχείρηση, επαγγελματία και εργαζόμενο και εκτοξεύουν τα επίπεδα ανασφάλειας.
Η εικόνα αυτή αποτυπώνεται και στην πρόσφατη έρευνα-βαρόμετρο της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, σύμφωνα με την οποία το 54% των επιχειρήσεων προβλέπει δυσμενέστερη κατάσταση το επόμενο εξάμηνο, με αύξηση επισφαλειών και πτωχεύσεων, το 56% βλέπει επιδείνωση της οικονομίας της χώρας, ενώ το 49% εκτιμά εντονότερη τάση αύξησης τιμών σε προϊόντα. Ανάλογη είναι και η ανησυχία των καταναλωτών.
Όπως προκύπτει από την ίδια έρευνα της ΚΕΕΕ, το 62% των συμμετεχόντων δηλώνει ότι η οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού του επιδεινώθηκε το τελευταίο εξάμηνο, το 84% δηλώνει ότι ένα από τα τρία σοβαρότερα προβλήματα της χώρας είναι η ακρίβεια, το 70% έχει περιορίσει δαπάνες ένδυσης, υπόδησης, ψυχαγωγίας και ταξιδιών και το 52% έχει μειώσει τις αγορές βασικών καταναλωτικών αγαθών, όπως, π.χ., τα τρόφιμα. Αυτό που προβληματίζει όλους τους φορείς της αγοράς είναι η παθητική στάση της κυβέρνησης απέναντι σε όλα αυτά τα προβλήματα, καθώς προσπαθεί να τα αντιμετωπίσει με μέτρα-«ασπιρίνες», όπως τα διάφορα επιδόματα και κουπόνια, με στόχο τη στήριξη των αδύναμων ή περισσότερο ευάλωτων νοικοκυριών.
Στο σημείο, όμως, που έχει φτάσει σήμερα η ελληνική οικονομία, δεν μπορεί η στήριξη να αφορά μερικές δεκάδες χιλιάδες άτομα, όπως για παράδειγμα συνέβη στην περίπτωση της επιδότησης των στεγαστικών δανείων πρώτης κατοικίας. Είναι επιβεβλημένο η στήριξη να συμπεριλάβει ευρύτερα κοινωνικά και οικονομικά στρώματα, επειδή όσο σημαντικό είναι να μη χαθούν πρώτες κατοικίες, άλλο τόσο σημαντικό είναι να μη χαθούν μαζικά και απότομα δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας από ένα σφοδρό κύμα λουκέτων. H ελληνική οικονομία δεν έχει πλέον την πολυτέλεια να χάσει ούτε μισή θέση εργασίας. Γι’ αυτό χρειάζονται γενναίες αποφάσεις στήριξης της εγχώριας επιχειρηματικότητας και όχι επιδόματα και vouchers. Ας μην ξεχνάμε ότι μέσα στο 2023 θα έχουμε σίγουρα περισσότερες από μία πολύ σημαντικές εκλογικές αναμετρήσεις, κάτι που συνήθως εντείνει τη γενικότερη ανασφάλεια και παραδοσιακά επηρεάζει αρνητικά την κατανάλωση.
Άρα, από τη στιγμή που θα προκηρυχθούν οι εκλογές, αναμένεται ένα πάγωμα στο επιχειρείν.
Γι’ αυτό εμείς επιμένουμε ότι άμεσα, από την αυγή του 2023, η κυβέρνηση θα πρέπει να προχωρήσει στη λήψη μέτρων στήριξης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των επαγγελματιών:
• Δυνατότητα αποπληρωμής του συνόλου των χρεών των επιχειρήσεων μέσω μιας νέας ρύθμισης.
• Άσκηση πίεσης στις τράπεζες για άνοιγμα της κάνουλας της τραπεζικής χρηματοδότησης και πρόσβαση στα κονδύλια του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης με όσο το δυνατόν χαμηλότερα επιτόκια και δικαιότερο τρόπο κατανομής.
• Λήψη άμεσων και ουσιαστικών μέτρων ανακούφισης από την ενεργειακή ακρίβεια και τον πληθωρισμό.
Αν δεν υπάρξουν δραστικές παρεμβάσεις, οι ελπίδες για ανάκαμψη μέσα στο 2023 ψαλιδίζονται σημαντικά.