tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Η ΓΣΕΒΕΕ για το προσχέδιο κρατικού προϋπολογισμού.

Παρά τις προβλέψεις για επιστροφή στην ανάπτυξη, η φιλοσοφία του προϋπολογισμού παραμένει στο πνεύμα της λιτότητας

Το προσχέδιο του Προϋπολογισμού που κατατέθηκε από το Υπουργείο Οικονομικών δυστυχώς δεν προοιωνίζεται μια σημαντική μεταβολή της οικονομικής πολιτικής το επόμενο έτος. Παρά τις προβλέψεις για επιστροφή στην ανάπτυξη, η φιλοσοφία του προϋπολογισμού παραμένει στο πνεύμα της λιτότητας που υπαγορεύεται άλλωστε από το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ 2015-2018), και από το νέο σχεδιασμό των δημοσιονομικών πολιτικών της ΕΕ (Δημοσιονομικό Σύμφωνο). Αναφορικά με τις πολιτικές για τις ΜμΕ, απουσιάζει εκείνο το ζητούμενο πλαίσιο άσκησης της οικονομικής πολιτικής, καθώς δεν προκύπτουν ούτε φορολογικές, αλλά ούτε και επενδυτικές πολιτικές που να ευνοούν τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα.

Μάλιστα, το γεγονός ότι το συγκεκριμένο προσχέδιο είναι υπό την αίρεση της σύμφωνης γνώμης της τριμερούς, καθιστά τις  υποθέσεις αλλά και τα αποτελέσματα του συγκεκριμένου σχεδίου αρκετά επισφαλή. Είναι χαρακτηριστικό ότι το Υπουργείο αποφεύγει να αναλάβει συγκεκριμένες δεσμεύσεις και μένει στο επίπεδο των εξαγγελιών.

Με δεδομένο λοιπόν ότι το συγκεκριμένο προσχέδιο είναι υπό αίρεση και με βάση τα στοιχεία που παρουσιάζονται σε αυτό, η ΓΣΕΒΕΕ καταθέτει τις εξής παρατηρήσεις:

 

  1. Η υπόθεση ότι η ελληνική οικονομία θα σημειώσει το 2015, ανάπτυξη 2,9% με δεδομένη τη γεωπολιτική αστάθεια, την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας και τη στασιμότητα που παρουσιάζει ο δείκτης εξαγωγών, θεωρούμε ότι είναι υπερβολικά φιλόδοξη. Άλλωστε, τα βασικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία σύμφωνα με το προσχέδιο (ενεργειακό κόστος, μη εξυπηρετούμενα δάνεια, κόστος δανεισμού, μικρό μέγεθος αγοράς προϊόντος) δεν φαίνεται να διευθετούνται με τις σχεδιαζόμενες δημοσιονομικές πολιτικές. Είναι ενδεικτικό ότι η ιδιωτική επένδυση υποχώρησε και στο γ’ τρίμηνο του 2014, αποτυπώνοντας τις προσδοκίες των επιχειρήσεων για το οικονομικό μέλλον.

  2. Η φορολογική πολιτική δεν φαίνεται να γίνεται περισσότερη φιλική στις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Η προσδοκία για αύξηση της κατανάλωσης κατά 1,6% σε σύγκριση με το 2013 είναι φιλόδοξη υπόθεση, δεδομένης της συσσώρευσης ληξιπρόθεσμων οφειλών και της αύξησης των επιβαρύνσεων από διάφορα τέλη- φόρους και κατάργηση των φοροαπαλλαγών. Οι φοροελαφρύνσεις που αναφέρονται στο προσχέδιο περιορίζονται στην ήδη θεσμοθετημένη μείωση του ΕΦΚ κατά 30% για το πετρέλαιο θέρμανσης. Οι υπόλοιπες παρεμβάσεις είναι ελλιπώς τεκμηριωμένες ως προς την ποσοτική τους επίδραση.

  3. Η πολυδιαφημιζόμενη μείωση της εισφοράς αλληλεγγύης ουσιαστικά αποτελεί νέο μέτρο, καθώς θα τερματιζόταν αυτοδίκαια η εφαρμογή της στο τέλος του έτους.

  4. Η διατήρηση του ΦΠΑ στο 13% στην εστίαση αποτελεί θετική εξέλιξη, ωστόσο μια σειρά από φορολογικούς συντελεστές θα πρέπει είτε να αποκλιμακωθούν, είτε να απαλειφθούν για να δοθεί το στίγμα της φορολογικής σταθερότητας και να απελευθερωθούν οι παραγωγικές δυνάμεις του τόπου και να προσελκυστούν ξένοι επενδυτές. Όπως έχουμε επισημάνει σε διάφορες έρευνες, χωρίς τη μείωση του κόστους ενέργειας, την απάλειψη του τέλους επιτηδεύματος, τη σημαντική μείωση του φόρου ακινήτων, την επαναφορά του αφορολόγητου για τους επαγγελματίες καθίσταται αβέβαιη η ομαλή μετάβαση σε ένα νέο  αποτελεσματικό παραγωγικό μοντέλο.

  5. Παραμένει εξαιρετικά ανησυχητικό το γεγονός ότι στο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων προβλέπεται μείωση κατά 400 εκ., ως αντιστάθμιση στην μερική αποκατάσταση των απολαβών των ένστολων. Παράλληλα, αυξάνονται οι δαπάνες για εξοπλισμούς,  δαπάνες οι οποίες συνεισφέρουν ελάχιστα στην αναπτυξιακή προοπτική, αφού ο πολλαπλασιαστής αμυντικών δαπανών είναι εξαιρετικά ανελαστικός. Οι παραγωγικές δημόσιες επενδύσεις, είτε με τη μορφή συμπράξεων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, είτε μέσα από άλλα τοπικά/ περιφερειακά επενδυτικά σχήματα αποτελούν βασικό τροφοδότη της ανάκαμψης σε περίοδο ύφεσης. Μέσα στο υφιστάμενο πλαίσιο υπερφορολόγησης και ενσωμάτωσης του κινδύνου της χώρας μέσα από την ανάληψη υψηλού πιστωτικού κινδύνου, ο ιδιωτικός τομέας δεν δύναται να εκκινήσει αυτόνομα τη διαδικασία ανάκαμψης.

  6. Στο προσχέδιο του ΠΥ δεν αναφέρονται άλλωστε οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για τα έτη εφαρμογής του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ 2015-2018), καθώς δεν ποσοτικοποιείται επακριβώς το δημοσιονομικό και χρηματοδοτικό κενό. Από το προσχέδιο είναι σαφές ότι η αναπτυξιακή πολιτική της χώρας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη πορεία εξυπηρέτησης και διαχείρισης του δημοσίου χρέους, η βιωσιμότητα του οποίου δεν έχει εξασφαλιστεί με τις υφιστάμενες ρυθμίσεις. Συγκεκριμένα, το προσχέδιο προβλέπει ότι το χρέος θα παραμείνει στο δυσθεώρητο 176,9% το 2014, ενώ θα διατηρηθεί το 2015 σε επίπεδα άνω του 170,1%. Σε μια οικονομία με τα ελληνικά χαρακτηριστικά (μικρή αγορά, αυξημένος πιστωτικός κίνδυνος, έλλειψη ρευστότητας, μειωμένη εγχώρια ζήτηση), το κακό δημοσιονομικό προφίλ της χώρας επιδρά σημαντικά στις επιχειρηματικές προσδοκίες, ιδιαίτερα αυτές των μικρών επιχειρήσεων.

  7. Το προσχέδιο δεν αναφέρει ποιες πολιτικές θα εφαρμοστούν για τη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων φορολογικών και ασφαλιστικών οφειλών που απειλούν τη δημοσιονομική πορεία της χώρας, ενώ δε γίνεται λόγος για τη διαδικασία ρύθμισης των «κόκκινων δανείων», και την επίδραση που θα έχει αυτή στον τραπεζικό και τον ιδιωτικό επιχειρηματικό τομέα. Χωρίς τη συγκεκριμένη διευθέτηση, είναι αδύνατη η πολυθρύλητη επανεκκίνηση της οικονομίας.

Συνολικά, η ΓΣΕΒΕΕ εκφράζει  σοβαρές επιφυλάξεις για το σχεδίου προϋπολογισμού της κυβέρνησης και  τονίζει την απουσία συγκεκριμένων μέτρων και ελαφρύνσεων που θα ενισχύσουν την μικρομεσαία επιχείρηση.