tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Νέες διοικήσεις:Προκλήσεις αναβάθμισης και ανάπτυξης στα επιμελητήρια

Άρθρο του Προέδρου του ΕΕΑ Γιάννη Χατζηθεοδοσίου

Άρθρο του Προέδρου του ΕΕΑ

Γιάννη Χατζηθεοδοσίου

 

Οι εκλογές στα επιμελητήρια πραγματοποιήθηκαν σε μια κομβική στιγμή εξελίξεων για την ελληνική οικονομία. Η ανανέωση των Δ.Σ. ήταν σημαντική και συμβαδίζει με τις αναδυόμενες νέες ανάγκες του θεσμού. Η πείρα και  η ανανέωση έχουν υποχρέωση να ανταμώσουν δημιουργικά και να αντιμετωπίσουν μαζί τις νέες προκλήσεις για την επιχειρηματικότητα.

 

 

 

-Εκλεγμένοι πρόεδροι

 

Τα δεδομένα δείχνουν ότι βρισκόμαστε στην έξοδο από την ύφεση ενώ συσσωρεύονται και τα στοιχεία εκείνα που κάνουν τις επενδύσεις ελκυστικές. Τα επιτόκια ομολόγων πέφτουν, οι εκθέσεις των τραπεζών δείχνουν θετική προοπτική, το ΑΕΠ αρχίζει την άνοδο, οι γραφειοκρατικές καθυστερήσεις έχουν μπει στο στόχαστρο και οι διεθνείς παράγοντες έχουν σταθεροποιήσει μια θετική εικόνα για τη χώρα μας.

 

Στα αρνητικά πρέπει να επισημάνουμε το τρομακτικό ερωτηματικό για τις συνέπειες που θα έχουν τα προβλεπόμενα πρωτογενή πλεονάσματα, οι υψηλοί φόροι και οι εισφορές, η συνεχιζόμενη επιδείνωση των οικονομικών των νοικοκυριών, η μείωση των εισοδημάτων μισθωτών και συνταξιούχων, η αύξηση του ιδιωτικού χρέους και των «κόκκινων» δανείων  και τέλος  η χρηματοδοτική ασφυξία στην αγορά.

 

Στα χρόνια της κρίσης συσσωρεύτηκαν τεράστια προβλήματα, τα οποία θα βαρύνουν για χρόνια την οικονομία. Η μόνη διέξοδος είναι η επίτευξη ταχύτερης ανάπτυξης από τα κόστη των συνεπειών της κρίσης και των μνημονίων.

 

Θεωρητικά οι μεταρρυθμίσεις έχουν δημιουργήσει έδαφος ανάπτυξης, αλλά πρακτικά ελάχιστα ήταν τα οφέλη που είδαμε. Στα οικονομικά του κράτους συνεχίζουν να συνεισφέρουν οι φόροι, οι περικοπές δαπανών, μισθών, συντάξεων παρά οι μεταρρυθμίσεις. Μόνο μερικές μεγάλες επιχειρήσεις που συγκέντρωσαν την αγορά σε κάποιους κλάδους βγήκαν κερδισμένες από αυτές. Αυτή είναι μια αρνητική κατάσταση.

 

Με αυτά τα δεδομένα, οι νέες διοικήσεις των επιμελητηρίων καλούνται να αναλάβουν δράση. Το ερώτημα που τίθεται σε αυτές είναι: πως θα πορευθούμε; Με παλιά δεδομένα, πολιτικές και θεσμικές καταστάσεις ή με νέους όρους και με προεκτάσεις ανάπτυξης και αναβάθμισης ευρωπαϊκού χαρακτήρα;

 

Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό. Όποιο επιμελητήριο δεν καταφέρει να ταχθεί με την αναπτυξιακή εκδοχή, κινδυνεύει να πέσει στην αφάνεια ή ακόμη χειρότερα να παρεμποδίζει την ανάπτυξη.  

 

Η πείρα του ΕΕΑ από τα χρόνια της κρίσης που με μια υπερπροσπάθεια κατάφερε να αντιστρέψει τις αρνητικές καταστάσεις και να αναπτύξει πρωτοβουλίες ευθέως κόντρα στην κρίση, δείχνει ότι όχι μόνο πρέπει αλλά και ότι τώρα υπάρχει προσφορότερο έδαφος για αναπτυξιακή δράση.

 

Οι νέες διοικήσεις πρέπει πρώτ’ απ’ όλα να δράσουν ενωτικά. Κανένας δεν περίσσευε στην κρίση, κανένας δεν περισσεύει και στη νέα ανάπτυξη. Οι επιχειρήσεις μας είναι τόσο αποδυναμωμένες που τα συλλογικά όργανα και οι οργανισμοί πρέπει να δράσουν με όλες τους τις δυνάμεις και σαν ένα σώμα, για να τις προσφέρουν αποτελεσματική βοήθεια.

 

Τα επιμελητήρια έχουν μια μεγάλη ευκαιρία να υπερβούν τον παραδοσιακό γραφειοκρατικό ρόλο και να περάσουν σε νέες σύγχρονες δράσεις.

 

Φυσικά σε όλους μας θα τεθούν ορισμένα δύσκολα ερωτήματα που πρέπει στο μεταξύ να απαντηθούν επί της αρχής για να γίνει ξεκάθαρος ο προσανατολισμός των νέων διοικήσεων:

 

-Θα πάμε με τον υπάρχον θεσμικό πλαίσιο ή θα μπούμε στη μάχη του εκσυγχρονισμού του με προσανατολισμό τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές;

 

-Ποιες είναι εκείνες οι αλλαγές που πρέπει να προτείνουμε ώστε να αναβαθμιστεί ο θεσμός;

 

-Η Πολιτεία θα αλλάξει στάση έναντι των επιμελητηρίων ώστε να είναι πραγματικοί σύμβουλοι ή θα επιδιώξει και πάλι την υποβάθμιση και ποδηγέτηση; Τότε ποιος ο ρόλος μας σε μια ενδεχόμενη μάχη κατάκτησης της θέσης που μας αναλογεί;

 

-Είναι προσανατολισμένες οι νέες διοικήσεις να συγκροτήσουν μέτωπο με πρόσημο την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό του θεσμού και της οικονομίας;

 

-Τι είδους μοντέλα επιχείρησης θα προτάξουμε, εναρμονιζόμενοι με την εξωστρέφεια, την ανταγωνιστικότητα, το περιβάλλον, τις βιώσιμες θέσεις εργασίας, την καινοτομία και την ανάπτυξη;

 

-Θα απαιτήσουμε να ρυθμιστεί ισόρροπα και αναπτυξιακά η λειτουργία της αγοράς  ή θα ανεχθούμε τις αθέμιτες πρακτικές και τον κανιβαλισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε μια κατ΄ επίφαση «ελεύθερη αγορά»;

 

-Τι θα γίνει με τα κοινοτικά προγράμματα και γενικότερα τα φορολογικά και αναπτυξιακά κίνητρα; Θα εξακολουθήσουν να είναι προνομιακός χώρος μερικών μεγάλων επιχειρήσεων και πολυεθνικών ή θα δώσουμε μάχη πολιτικών ίσων όρων για μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις;  Θα επιβάλλουμε την αναγνώριση της μικρομεσαίας επένδυσης ως σημαντικής προτεραιότητας  από οικονομική και κοινωνική άποψη;

 

-Θα τολμήσει ο επιμελητηριακός θεσμός να αναλάβει διαχειριστικές πολιτικές στην επαγγελματική εκπαίδευση, στις αναπτυξιακές εφαρμογές, στην δημιουργία πληθώρας νεοφυών, καινοτόμων και νέας τεχνολογίας επιχειρήσεων που τόσο έχει ανάγκη η χώρα μας;

 

Φυσικά πολλά είναι τα προβλήματα που θα μπορούσαμε να θέσουμε επί τάπητος. Όμως αυτό που προέχει είναι ο κατ’ αρχήν προσανατολισμός μας σε μια νέα εποχή δράσης για τα επιμελητήρια. Τα άλλα τα βρίσκουμε στην πορεία. Το θέμα είναι να ανοίξει η συζήτηση από τώρα, με τη συγκρότηση σε σώμα των νέων διοικητικών συμβουλίων.