tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Σχόλιο. Η κυβέρνηση δεν ανέλαβε τις ευθύνες της

Προς τι λοιπόν η προσφυγή στο δημοψήφισμα για μια θέση στην οποία ουδείς σχεδόν είχε αντίρρηση;

Ανεξαρτήτως αν η συντριπτική πλειοψηφία του λαού απορρίψει στο δημοψήφισμα, τις προτάσεις των θεσμών για τη διευθέτηση του χρέους και των υποχρεώσεων της χώρας που στο μεταξύ πηγάζουν από αυτό, για την πρωτοβουλία της κυβέρνησης προβάλλουν πολλά ερωτηματικά.

 

Οι μέχρι τώρα απορρίψεις όλων σχεδόν των προτάσεων των θεσμών, οι οποίες όχι λίγες φορές «προκαλούσαν ανατριχίλα» όπως τις ανέφεραν κυβερνητικά στελέχη, δεν προκαλούσε ούτε την αντίθεση του λαού, ούτε εξέθετε την κυβέρνηση. Ακόμη και οι πολιτικοί αντίπαλοί της, που πίσω από το σύνθημα «Μένουμε Ευρώπη» προσπαθούσαν να συγκροτήσουν αντικυβερνητικό μέτωπο, δεν τόλμησαν ούτε στιγμή να υιοθετήσουν επισήμως τις προτάσεις των δανειστών. Προς τι λοιπόν η προσφυγή στο δημοψήφισμα για μια θέση στην οποία ουδείς σχεδόν είχε αντίρρηση;

 

Θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα αν η κυβέρνηση έθετε τη δική της πρόταση σε δημοψήφισμα, οπότε ο λαός θα ήξερε καλά τι εγκρίνει. Δεν το τόλμησε.

 

Να θυμίσουμε εδώ την επαναλαμβανόμενη θέση του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθήνας, να κλείσει έγκαιρα συμφωνία η κυβέρνηση γιατί όσο ο καιρός περνάει, τόσο η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα κυριεύουν την αγορά. Δυστυχώς ο χρόνος περνούσε και κάθε φορά η χώρα βρισκόταν σε χειρότερη διαπραγματευτική θέση με αποτέλεσμα τα σημερινά, επικίνδυνα, αδιέξοδα.

 

Πέρα από τα διαδικαστικά, υπάρχουν και πολλά άλλα, πολιτικά και οικονομικά ερωτηματικά. Τα τελευταία, τα οικονομικά ερωτηματικά, μάλιστα έχουν καλυφθεί από τον ορυμαγδό των πολιτικών εξελίξεων ενώ στην πραγματικότητα είναι ο οδοστρωτήρας των εξελίξεων, εξελίξεων άκρως επικίνδυνων για κάθε μέρα που περνάει για τη χώρα.

 

Η κυβέρνηση θέτει σε δημοψήφισμα μια πρόταση των θεσμών που θεωρεί απαράδεκτη. Οι θεσμοί όμως ουδείς γνωρίζει πόσες προτάσεις έχουν κάνει μέχρι τώρα και πόσες ακόμη μπορεί να κάνουν τις επόμενες ώρες. Από αυτή την άποψη ο λαός μπορεί να πάει στις κάλπες για να καταψηφίσει προτάσεις που δεν θα υπάρχουν ενώ θα υπάρχουν άλλες (!) οι οποίες δεν θα έχουν τεθεί για ψήφιση ή απόρριψη και επίσης, δεν είναι γνωστό αν θα είναι σκληρότερες ή θα ακουμπάνε τις θέσεις της κυβέρνησης. Μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, Δευτέρα πρωί 27/6, οι ειδήσεις κάθε άλλο παρά οι απέκλειαν μια νέα κίνηση από το ευρωγρουπ και τους θεσμούς.

 

Ξέρουμε ότι, πέρα από τις οπισθοχωρήσεις της κυβέρνησης από τις προγραμματικές θέσεις της σε κάθε ευρωγκρούπ, οι ίδιοι οι θεσμοί, επίσης, άλλαζαν θέσεις. Συνεπώς η κυβέρνηση έπρεπε να αντιμετωπίσει και αυτές τις προτάσεις με την ίδια τακτική και όχι να εκτεθεί σε δημοψήφισμα.

 

Το δημοψήφισμα θα είχε νόημα πάνω σε σταθερό ερώτημα για σταθερό ζήτημα, όχι για διαπραγματευτικώς μεταβαλλόμενο. Για τα διαπραγματευόμενα θέματα η κυβέρνηση έχει πάρει πάγια εντολή να διαπραγματευτεί από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου. Μετά τις διαπραγματεύσεις και την όποια κατάληξη, η κυβέρνηση θα μπορούσε να φέρει, αν ήταν αναγκαίο, την συμφωνία σε δημοψήφισμα.

 

Η κυβέρνηση παρότι εμμένει, η θέση της για απόρριψη της πρότασης των θεσμών, σημαίνει απαίτηση από τους ευρωπαίους ηγέτες να διαπραγματευθούν πάνω στις αρχές της αλληλεγγύης και της συνεθύνης της ΕΕ και όχι έξω από αυτή, είναι αδύνατο να πείσει ότι αυτοί με τους οποίους διαπραγματεύονταν ως τώρα, δεν ήταν η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε κάθε δε περίπτωση, δεν υπάρχει άλλη Ευρώπη να διαπραγματευθεί.

 

Ανεξάρτητα αν η κυβέρνηση καθορίζει σαφώς ότι το δημοψήφισμα με το ΟΧΙ θα σημάνει νέα βάση διαπραγματεύσεων μέσα στην ΕΕ και με ευρώ, αυτό δεν θα ορίσει και τις εξελίξεις οι οποίες μπορεί να δρομολογηθούν σαν χείμαρρος από πολλούς εξωτερικούς παράγοντες, σε μια πορεία προεξόφλησης πτώχευσης η οποία στο τέλος μπορεί να καταλήξει και στην πτώχευση και στον αντικειμενικό εξοστρακισμό από το ευρώ και την ΕΕ.  Την επόμενη εβδομάδα κανένας δεν ξέρει τι καταιγιστικές εξελίξεις θα σημειωθούν.

 

Η κυβέρνηση δεν έχει καμία προετοιμασία να αντιμετωπίσει την περίπτωση εξοστρακισμού και πτώχευσης. Επαναπαύθηκε όλο αυτό τον καιρό ότι οι θεσμοί θα εξαναγκαστούν να συμβιβαστούν. Αυτό όμως αποδείχνεται παιχνίδι με τη φωτιά η οποία μπορεί να κάψει αυτόν που την ανάβει.

 

Το μεγάλο όμως πρόβλημα είναι η οικονομία. Ο οικονομικός πανικός ελλοχεύει και εμφανίζεται σταδιακά με τις αναλήψεις από τα ΑΤΜ. Το τι θα γίνεται πραγματικά τη Δεύτερα δεν είναι γνωστό. Δεν ξέρουμε κατά πόσο η ΕΚΤ θα καλύψει κάθε ανάγκη των τραπεζών. Δεν γνωρίζουμε τι θα γίνει με την πρώτη άρνηση εκταμίευσης ή με την πρώτη επιβολή πλαφόν ανάληψης. Δεν γνωρίζουμε αν θα ισχύσουν οι υποσχέσεις για (εξ ολοκλήρου) κατάθεση συντάξεων και οι μισθών.  Τι θα γίνει στο χρηματιστήριο, τι θα γίνει με τις διεθνείς συναλλαγές και πληρωμές, με τον τουρισμό κλπ.

 

Αυτή τη στιγμή πολλοί καταναλωτές είναι χωρίς χρήματα αφού δεν υπολόγισαν πρόβλημα. Δεν ξέρουμε αν τη Δευτέρα θα έχουν χρήματα από τις τράπεζες. Φυσικά όμως δεν θα τρέξουν να κάνουν αγορές παρά μόνο τα πολύ αναγκαία για ακόμη χειρότερες στιγμές.

 

Συμπερασματικά, το δημοψήφισμα σε μια περίοδο που λήγουν οι προθεσμίες για να είναι η χώρα φερέγγυα στις διεθνείς πληρωμές, μπορεί να αποδειχτεί δίκοπο μαχαίρι και να γυρίσει στη χώρα και την κυβέρνηση.

 

Όπως ήρθαν τα πράγματα, η κυβέρνηση δεν έχει πλέον εναλλακτική λύση. Οι μόνοι που μπορούν να τη σώσουν είναι αυτοί των οποίων την πρόταση απορρίπτει. Και μπορούν να τη σώσουν είτε εμμέσως μέσω της ΕΚΤ, είτε απευθείας, με νέες προτάσεις σωτηρίας και εξόδου της κυβέρνησης από το αδιέξοδο που μόνη της δημιούργησε. Στην ουσία είναι με δική της πρωτοβουλία, όμηρος αυτών τους οποίων τις θέσεις απορρίπτει!

 

Συμπερασματικά, το δημοψήφισμα υπάρχει κίνδυνος να πυροδοτήσει ανεξέλεγκτες εξελίξεις και να μετατραπεί ταυτόχρονα σε θρίαμβο και τραγωδία για την κυβέρνηση και τη χώρα.

 

Σ.Β.