tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

ΙΟΒΕ: Ανάπτυξη 1,5% ή ελαφρώς μικρότερη το 2017

"η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης κάμπτει την αβεβαιότητα που είχε δημιουργηθεί στην προηγούμενη περίοδο"

Ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2017 της τάξης του 1,5%, ενδεχομένως και ελαφρώς μικρότερο, προβλέπει το ΙΟΒΕ στην τριμηνιαία έκθεσή του.

Το Ινστιτούτο επισημαίνει ότι είναι θετική η επιτυχής ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος προσαρμογής, ωστόσο οι ρυθμοί ανάπτυξης συνολικά είναι χαμηλότεροι από αυτούς που στόχευε η οικονομική πολιτική, γεγονός προς το οποίο έχει συντελέσει και η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης, από κοινού με τον σχετικά αργό ρυθμό μεταρρύθμισης του παραγωγικού υποδείγματος και την αδυναμία να ωφεληθεί η χώρα σε όρους ρευστότητας από τη συμμετοχή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. 

Σημειώνει, ωστόσο, ότι σε ό,τι αφορά το βαθμό προσδιορισμού των μεσοπρόθεσμων ενεργειών για τη διευκόλυνση εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους και το εάν επαρκεί για τη διασφάλιση από την τρέχουσα περίοδο της βιωσιμότητάς του, στην πρόσφατη απόφαση του Eurogroup επαναλαμβάνονται όσες ενέργειες αναφέρονταν στην απόφασή του της 25ης Μαΐου 2016, χωρίς περαιτέρω εξειδίκευσή τους. 

Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, οι αποφάσεις που αποτελούσαν προαπαιτούμενα της δεύτερης αξιολόγησης και αναμένεται να επιδράσουν σταδιακά από την τρέχουσα περίοδο στη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας, είναι όσες αφορούν στις μεταρρυθμίσεις οι οποίες νομοθετήθηκαν.

Οι πλέον σημαντικές εξ' αυτών είναι η διευκόλυνση αδειοδότησης επενδύσεων, οι διαρθρωτικές αλλαγές στην αγορά εργασίας, οι αλλαγές στον πτωχευτικό κώδικα και τα μέτρα για τη διαχείριση μη-εξυπηρετούμενων δανείων.

Το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας δεν αναμένεται να επηρεάσουν σημαντικά την υφιστάμενη απασχόληση επιχειρήσεων που ήδη λειτουργούν, αφού οι προσαρμογές που χρειάζονταν στο παρελθόν, ήταν εφικτό να γίνουν τα προηγούμενα χρόνια, με τη σταδιακή άρση ακαμψιών. Όμως, οι νέοι κανονισμοί αναμένεται να συμβάλλουν στην ίδρυση νέων επιχειρήσεων και την πραγματοποίηση επενδύσεων από υφιστάμενες επιχειρήσεις, καθώς διευκολύνουν τη διαχείριση νέου / πρόσθετου προσωπικού. 

Σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, το Ινστιτούτο σημειώνει ότι οι τρόποι που θα ακολουθήσουν τα τραπεζικά ιδρύματα επιλέγοντας μεταξύ των εναλλακτικών επιλογών που έχουν στη διάθεσή τους θα καθορίσουν τις αντιδράσεις των δανειοληπτών, επιχειρήσεων και νοικοκυριών, μάλλον από το τέταρτο φετινό τρίμηνο και μετά. Μέχρι τότε, η σχετική στασιμότητα των καταθέσεων, στο επίπεδο στο οποίο διαμορφώθηκαν στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του τρέχοντος έτους, δεν επιτρέπει τη σημαντική μεταβολή της πιστωτικής πολιτικής των τραπεζικών ιδρυμάτων.

Το συμπέρασμα της έκθεσης είναι ότι "με την ελληνική οικονομία να καταγράφει θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης, ακόμη και αν είναι χαμηλότεροι των επιθυμητών, και το ευρωπαϊκό οικονομικό περιβάλλον να βελτιώνεται, υπάρχει ανοικτή μια σημαντική ευκαιρία. Μια σταδιακή μείωση της αβεβαιότητας, θα δημιουργήσει θετικό μηχανισμό ανατροφοδότησης με τις επενδύσεις και την απασχόληση. Όμως, εάν δεν υπάρξει άμεση εκμετάλλευση των δυνατοτήτων, με επιταχυνόμενη εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που θα διευκολύνει την προσέλκυση επενδύσεων και αύξηση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης, η οικονομία μπορεί να εισέλθει σε νέες αναταράξεις και να βρεθεί σε δυσάρεστες εκπλήξεις καθώς θα πλησιάζει η ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος". 

ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ