tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Νόμος 4933/2022: Τα πρώτα μέτρα για την προστασία του «ψηφιακού» καταναλωτή

Την 22α.5.2022 δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο ν. 4933/2022, με τον οποίο ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη η οδηγία 2019/2162, γνωστή και ως «Νέα Συμφωνία για τους Καταναλωτές». Με την οδηγία αυτή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έλαβε μια πρώτη δέσμη μέτρων για την προστασία του καταναλωτή από τους κινδύνους των ψηφιακών συναλλαγών, καθώς και για την ενίσχυση της διαφάνειας στη λειτουργία των επιγραμμικών αγορών, δηλαδή των πλατφορμών, όπως η Amazon, και των μηχανών αναζήτησης, π.χ. Google Yahoo, στις οποίες καταφεύγουν πλέον μαζικά οι καταναλωτές. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι έχει διαμορφωθεί πλέον ένα νέο μοντέλο καταναλωτή, ο «ψηφιακός» καταναλωτής, με αρκετά διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά, αλλά και διαφορετικές ανάγκες από το συμβατικό μοντέλο του μέσου καταναλωτή.
Τα νέα νομοθετικά μέτρα στοχεύουν ιδίως στις αδιαφανείς και αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που αντιμετωπίζουν οι ψηφιακοί καταναλωτές, αλλά και στον αυξημένο κίνδυνο χειραγώγησής τους κατά τη λήψη αποφάσεων προμήθειας αγαθών και υπηρεσιών. Θα μπορούσαν, πάντως, από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, να αναληφθούν πιο τολμηρές πρωτοβουλίες. Οι σημαντικότερες αλλαγές μπορούν να συνοψισθούν στα ακόλουθα:

  1. Συμπληρώνεται η «μαύρη λίστα» των παραπλανητικών εμπορικών πρακτικών με  νέες απαγορευμένες πρακτικές που απαντούν στις ψηφιακές συναλλαγές, όπως η παροχή από τις μηχανές αναζήτησης αποτελεσμάτων αναζήτησης και η κατάταξη αυτών, χωρίς να ενημερώνεται ο καταναλωτής εάν πρόκειται για διαφήμιση επί πληρωμή ή για καταβολή τιμήματος, ειδικά για την υψηλότερη κατάταξη των προϊόντων ενός προμηθευτή έναντι των υπολοίπων. Η κατάταξη των προϊόντων από τις μηχανές αναζήτησης ή τις πλατφόρμες είναι αναμφισβήτητα σημαντικός παράγοντας για τη λήψη απόφασης συναλλαγής από τον καταναλωτή, διότι του παρέχει τη δυνατότητα να συγκρίνει προϊόντα και, συνεπώς, επηρεάζει την τελική επιλογή του. Ο καταναλωτής πρέπει, συνεπώς, να γνωρίζει, πριν από την κατάρτιση της σύμβασης, αν,  για την κατάταξη των προϊόντων και υπηρεσιών, λαμβάνεται από τη μηχανή αναζήτησης άμεσο ή έμμεσο αντάλλαγμα, ώστε να συνεκτιμήσει το ενδεχόμενο της μη αντικειμενικής παρουσίασης ή κατάταξης. Διαφορετικά τίθεται θέμα χειραγώγησης της απόφασής του. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι, σύμφωνα με έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που πραγματοποιήθηκε το 2017, ο προμηθευτής που κατατάσσεται πρώτος από τη μηχανή αναζήτησης, λαμβάνει τουλάχιστον το 35% του συνόλου των «χτυπημάτων».

2.​Απαγορευμένη ως αθέμιτη εμπορική πρακτική είναι και η υποβολή από τον προμηθευτή ή η ανάθεση σε άλλο, φυσικό ή νομικό, πρόσωπο της υποβολής ψευδών αξιολογήσεων ή θετικών κριτικών καταναλωτών ή η διαστρέβλωση των αξιολογήσεων ή των θετικών κριτικών καταναλωτών, με σκοπό την προώθηση προϊόντων, π.χ. παρέμβαση σε σχόλια και κριτικές και η αλλοίωσή τους, ώστε να διατηρούνται μόνο τα θετικά στοιχεία και να διαγράφονται τα αρνητικά.

​Επίσης η παρουσίαση από τον προμηθευτή θετικών αξιολογήσεων για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες του, οι οποίες κατά δήλωσή του έχουν γίνει από καταναλωτές που έχουν πράγματι χρησιμοποιήσει ή αγοράσει το προϊόν, χωρίς, όμως, αυτό να είναι αληθινό, οπότε πρόκειται για έμμεση παραπλανητική διαφήμιση ή χωρίς να έχουν ληφθεί εκ μέρους του εμπόρου τα αναγκαία μέτρα, προκειμένου να ελεγχθεί αν πρόκειται για πραγματικούς χρήστες/καταναλωτές.

3.​Απαγορευμένη ως αθέμιτη εμπορική πρακτική είναι πλέον και η παράλειψη ενημέρωσης του καταναλωτή πριν από τη σύναψη της σύμβασης ως προς:

α) Tο αν ο τρίτος που προσφέρει τα προϊόντα του μέσω ψηφιακής πλατφόρμας είναι προμηθευτής ή ιδιώτης. Το ζήτημα είναι πολύ σημαντικό, διότι, αν δεν είναι προμηθευτής ο πωλητής, δεν εφαρμόζεται η ειδική νομοθεσία για την προστασία του καταναλωτή (δικαίωμα για αναιτιολόγητη 14ήμερη υπαναχώρηση από τη σύμβαση κλπ.).

β) Τα κριτήρια με τα οποία προβαίνει η πλατφόρμα ή η μηχανή αναζήτησης σε κατάταξη προϊόντων και τη σημασία τους έναντι άλλων παραμέτρων, ώστε να υπάρχει μια – έστω τυπική – δυνατότητα ελέγχου από τον καταναλωτή, αλλά και την εν γένει αγορά και τις εποπτικές αρχές, προς αποφυγή πληρωμένης υψηλής κατάταξης αλλά και καταστρατήγησης των διατάξεων για την προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού.

γ) Το αν και με ποιον τρόπο, διασφαλίζει ο έμπορος ότι οι δημοσιευμένες αξιολογήσεις προϊόντων του προέρχονται από καταναλωτές που τα έχουν όντως χρησιμοποιήσει ή αγοράσει. Σκοπός είναι η ρύθμιση πρακτικών έμμεσης ψηφιακής προώθησης προϊόντων, τόσο από προμηθευτές όσο και από τους λεγόμενους «influencers» που λαμβάνουν σημαντικές αμοιβές για να προβαίνουν σε κατ’ επάγγελμα θετικές κριτικές, φερόμενοι ως καταναλωτές. Βεβαίως, η τεχνολογία, και σε αυτή την περίπτωση δημιουργεί δυσκολίες στη διασφάλιση της αξιοπιστίας των αξιολογήσεων, κυρίως λόγω της χρήσης αυτοματοποιημένων λογαριασμών (bots) και εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης.

  1.    Απαγορεύεται, επίσης, η προώθηση προϊόντων «δύο ποιοτήτων», κατά την οποία, προϊόντα του ίδιου παραγωγού, διατίθενται στην Ελλάδα με πανομοιότυπη συσκευασία και λογότυπο, αλλά με σαφώς διαφορετική σύσταση ή χαρακτηριστικά από ό,τι σε άλλα κράτη μέλη. Η πρακτική δεν είναι αθέμιτη, αν αιτιολογείται από θεμιτούς και αντικειμενικούς παράγοντες, π.χ., οι ειδικές διατροφικές ή καταναλωτικές συνήθειες ή προτιμήσεις που ισχύουν σε ένα κράτος μέλος.
  2. Αναγνωρίζονται και ρυθμίζονται οι συμβάσεις όπου το αντάλλαγμα που παρέχει ο καταναλωτής είναι δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση που καταλαμβάνεται από τη νέα ρύθμιση είναι η δωρεάν χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης (Facebook, Instagram), με δικαίωμα των παρόχων να εκμεταλλεύονται οικονομικά τα δεδομένα των χρηστών. Όπως έχει αποδειχθεί στην πράξη, κάθε άλλο παρά «δωρεάν» είναι η παροχή των υπηρεσιών αυτού του είδους, δεδομένου ότι οι πάροχοι αποκομίζουν τεράστια κέρδη. Π.χ. τα καταναλωτικά προφίλ που μπορούν να δημιουργηθούν με τη χρήση τους είναι σημαντικά για τη διαμόρφωση χαμηλού κόστους και στοχευμένων διαφημιστικών μηνυμάτων. Η πρακτική σημασία της νέας ρύθμισης έγκειται ενδεικτικά στο ότι η ευρεία προσυμβατική ενημέρωση του προμηθευτή προς τον καταναλωτή καταλαμβάνει πλέον και αυτές τις συμβάσεις και στο ότι ο καταναλωτής μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα της αναιτιολόγητης 14ήμερης υπαναχώρησης, αξιώνοντας, διαγραφή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που παραχωρήθηκαν ως αντάλλαγμα. Παραμένουν, ωστόσο, εκκρεμή ερωτήματα, όπως, π.χ., πώς μπορεί να ελεγχθεί αν ο προμηθευτής αξιοποίησε ήδη τα προσωπικά δεδομένα του καταναλωτή και σε ποιο βαθμό, τί οφέλη αποκόμισε κ.λπ.
  3.   Διευρύνονται τα μέσα επανόρθωσης που παρέχονται στον καταναλωτή, σε περίπτωση αθέμιτης εμπορικής πρακτικής, μετά το σκάνδαλο «Dieselgate». Πλέον, ο καταναλωτής, μπορεί, εκτός από αποζημίωση, να ζητήσει από τον έμπορο μείωση της τιμής ή να καταγγείλει τη σύμβαση.
  4. Τροποποιούνται οι κυρώσεις του άρθρου 13α του ν. 2251/1994 που επιβάλλονται στους προμηθευτές που παραβιάζουν τη νομοθεσία για την προστασία του καταναλωτή. Ειδικότερα:

α. Αλλάζει το πλαίσιο επιβολής προστίμου (το ανώτατο ύψος αυξάνεται σε 1,5 εκ. ευρώ). Αν εντός της τελευταίας πενταετίας υπάρξει υποτροπή, το ανώτατο ύψος του προστίμου ορίζεται σε 3 εκ. ευρώ. Παράλληλα, καταργείται, χωρίς να προκύπτει ως απαίτηση της Οδηγίας, η διοικητική κύρωση της προσωρινής διακοπής λειτουργίας της επιχείρησης ή τμήματός της, σε περίπτωση υποτροπής.

β. Εισάγονται ενδεικτικά κριτήρια για την επιβολή των κυρώσεων (φύση, βαρύτητα, διάρκεια και έκταση της παράβασης, τυχόν κυρώσεις που επιβλήθηκαν για την ίδια παράβαση σε άλλο κράτος μέλος).

γ.  Σε περίπτωση εκτεταμένων παραβάσεων ή παραβάσεων με διασυνοριακό χαρακτήρα, το μέγιστο ύψος του προστίμου είναι τουλάχιστον ίσο με το 4% του ετήσιου κύκλου εργασιών του προμηθευτή στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ή, ελλείψει σχετικών πληροφοριών, τουλάχιστον 5 εκ. ευρώ.

δ. Αν ο προμηθευτής δεν απαντά σε καταγγελίες καταναλωτών ή δεν χορηγεί τα αιτούμενα στοιχεία, αυξάνεται το πλαίσιο προστίμου που μπορεί να επιβάλει το Υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων και ορίζεται από 2.000 έως 50.000 ευρώ.

 

*Της Αθηνάς Κοντογιάννη, Λέκτορα της Νομικής Σχολής του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου, πρώην Αν. Συνήγορος Καταναλωτή

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Β