tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Δεν παύει η ποινική δίωξη παρά τον συμβιβασμό

Η τυχόν αποδοχή από τον φορολογούμενο της απόφασης επιβολής προστίμου δεν κωλύουν την άσκηση ποινικής δίωξης

Γνωμοδότηση κ. Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου για την κατάργηση πλέον της δυνατότητας παύσης των ποινικών συνεπειών για τον φορολογούμενο, λόγω αποδοχής των πράξεων του φορολογικού ελέγχου και αντίστοιχης καταβολής των φορολογικών υποχρεώσεων και κυρώσεων.

 

Μετά την εισαγωγή του ν.4174/2013, δηλαδή του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, δεν προβλέπεται καμία δυνατότητα για διοικητική ή δικαστική επίλυση διαφοράς. Συγκεκριμένα, οι δυνατότητες επίλυσης των φορολογικών διαφορών προβλέπονταν από τις διατάξεις του άρθρου 70 και 71 του ν.2238/1994.

 

Το ερώτημα που τίθεται είναι ποια είναι η συνέπεια στις ποινικές υποθέσεις.

 

Σύμφωνα με τον εισαγγελέα οι συνέπειες είναι δύο: Μία ουσιαστική και μία διαδικαστική (δικονομική):

 

Α) Ως προς τον ουσιαστική συνέπεια:

 

Α1) Παλαιό καθεστώς: Με την διάταξη του άρθρου 25 παρ.2 του ν.2523/1997, σε περίπτωση ολικής διεκπεραίωσης της διαφοράς με δικαστικό ή διοικητικό συμβιβασμό ή με άλλο τρόπο (βλ. ειδικούς νόμους περί περαιώσεων με πάγια καταβολή ποσού), δεν είχαν εφαρμογή οι ποινικές διατάξεις του νόμου αυτού, δηλ. δεν ασκούνταν (ή εάν είχε ασκηθεί έπαυε) ποινική δίωξη για τα ειδικά φορολογικά αδικήματα που ο νόμος προέβλεπε.

 

Με ειδικές ρυθμίσεις, στο παλαιό καθεστώς αντιμετωπίζονταν οι περιπτώσεις άσκησης ποινικής δίωξης: α) του διακεκριμένου κακουργήματος έκδοσης εικονικών φορολογικών στοιχείων (άρθρο 40 του ν.3220/2004) και β) της μη απόδοσης ή ανακριβούς απόδοσης ή διακράτησης Φ.Π.Α., Φ.Κ.Ε. και άλλων ειδικών φόρων (άρθρο 3 παρ.2 του ν.3943/2011).

 

Α2) Νέο καθεστώς: Ο νέος Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας όχι μόνον δεν προβλέπει διαδικασία διοικητικής ή δικαστικής επίλυσης της διαφοράς, αλλά αντιθέτως ορίζει ότι κάθε σχετικό αίτημα επίλυσης θεωρείται απαράδεκτο και δεν εξετάζεται (άρθρο 66 παρ.44 του ν.4174/2013). Συνεπώς, η διάταξη του άρθρου 24 παρ.2 του ν.2523/1997 έχει καταστεί ανενεργός, που σημαίνει ότι: η τυχόν αποδοχή από τον φορολογούμενο της απόφασης επιβολής προστίμου ή της απόφασης της Γ.Γ.Δ.Ε. (πριν ή μετά την άσκηση προσφυγής) και η καταβολή του αντίστοιχου ποσού της κύρωσης, δεν κωλύουν την άσκηση ποινικής δίωξης ή δεν παύουν την ήδη ασκηθείσα ποινική δίωξη [παρότι αποτελούν λειτουργικά ισοδύναμα προς την διοικητική ή δικαστική επίλυση της διαφοράς του προηγούμενου καθεστώτος] (εξαίρεση αποτελεί: ενδεχόμενο ελαφρυντικό, σύμφωνα με το άρθρο 83 ΠΚ, δική μας σημείωση, της μεταγενέστερης καλής συμπεριφοράς μετά της πράξη).

 

Β) Ως προς τις διαδικαστικές (δικονομικές) συνέπειες:

 

Β1) Παλαιό καθεστώς: Σύμφωνα με το άρθρο 21 παρ.2 του ν.2523/1997 (όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 της παρ.2 του ν.3943/2011), η μηνυτήρια αναφορά υποβάλλονταν με δύο τρόπους: α) Άμεσα: μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου σε σαφώς καθοριζόμενες περιπτώσεις (κακουργηματικές περιπτώσεις: για μη απόδοση Φ.Π.Α., παρακρατούμενων φόρων, άρθρο 18 παρ.1 περ.γ’ ή φοροδιαφυγής ΚΒΣ άρθρο 19 παρ.1 περ.β’ κ.α.), β) Μέσα σε 1 μήνα από την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, πάλι στις κάτωθι περιπτώσεις: i) πλημμεληματικής μη απόδοσης Φ.Π.Α.-παρακρατ. Φόρων και άλλων φόρων, (περ.α’ και β’ του άρθρου 18 του ν.2523/1997), εφόσον ο φορολογικός έλεγχος δεν έχει διαταχθεί από το Υπουργείο Οικονομικών, ii) της πλημμεληματικής φοροδιαφυγής ΚΒΣ (εικονικά κλπ. περ.α’ παρ.1 άρθρο 19 ίδιου νόμου), iii) της πλημμεληματικής μη έκδοσης φορολογικών στοιχείων (παρ.5 του ως άνω άρθρου 19).

 

Β2) Νέο καθεστώς: Για όλες πλέον τις περιπτώσεις η μηνυτήρια αναφορά υποβάλλεται άμεσα, αμέσως μετά την διαπίστωση του αντίστοιχου αδικήματος της φοροδιαφυγής περί του οποίου πρόκειται, χωρίς να αναμένεται το προαναφερόμενο διάστημα του 1 μήνα. Τούτο διότι, ακόμη και για τις ειδικές περιπτώσεις που προβλέπονται ανωτέρω υπό Β1β, ενόψει της απουσίας πλέον ρύθμισης διοικητικής ή δικαστικής επίλυσης διαφοράς, δεν απαιτείται η πάροδος άπρακτης της σχετικής προθεσμίας. Η καινούργια ρύθμιση (ως δικονομικού περιεχομένου, βλ. ΑΠολ. 1/2014, ΠοινΧρΞΔ, 216) αφορά ακόμη και εγκλήματα φοροδιαφυγής που έχουν τελεστεί πριν την ισχύ του ν.3943/2011 και συνεπώς και πριν την ισχύ του νέου Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν.4174/2013).

 

Ο κ. Εισαγγελέας, ωστόσο επισημαίνει εμμέσως την ύπαρξη νομοθετικού κενού για τις περιπτώσεις της άμεσης συμμόρφωσης του φορολογούμενου και της αντίστοιχης άρσης των ποινικών συνεπειών ως προς την δίωξη.