tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

ΕιρΛαυρίου 6/2021 – Ανατροπή κατάσχεσης σύμφωνα με το Άρθρο 1019ΚΠολΔ

Γράφει ο Στάθης Δημ. Σταματελόπουλος, Νομικός Σύμβουλος Υ.Γ.Ε.ΜΗ. του Ε.Ε.Α.


Με τους όρους και τις προϋποθέσεις  εφαρμογής του άρθρου 1019ΚΠολΔ, που προβλέπει την ανατροπή της επιβληθείσας κατάσχεσης ασχολήθηκε η υπ. αριθμ. 6/2021 απόφαση του αρμοδίου Ειρηνοδικείου Λαυρίου, κρίνοντας επί σχετικής αίτησης που υπέβαλε οφειλέτης, σε ακίνητο του οποίου είχε επιβληθεί αναγκαστική κατάσχεση από ανώνυμη τραπεζική εταιρεία.

Ειδικότερα και σύμφωνα με το σκεπτικό της ως άνω απόφασης έγιναν δεκτά τα εξής:

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1019§1 ΚΠολΔ, η κατάσχεση, εφόσον δεν ακολούθησε πλειστηριασμός μέσα σε ένα έτος αφότου επιβλήθηκε, ή αναπλειστηριασμός μέσα σε έξι μήνες από τον πλειστηριασμό, ανατρέπεται, αν το ζητήσει οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον, με απόφαση του Ειρηνοδικείου στην περιφέρεια του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. ΚΠολΔ (Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων).

Το Δικαστήριο που διατάσσει την ανατροπή ερευνά μόνο την ύπαρξη των προϋποθέσεων του Νόμου, εφόσον δε, συντρέχει η προϋπόθεση της παρέλευσης του νομίμου χρόνου είναι υποχρεωμένο να τη διατάξει (βλ. ΑΠ 1531/1995 ΕλλΔ 1548). Το Δικαστήριο γνωστοποιεί χωρίς υπαίτια καθυστέρηση την απόφαση στον υπάλληλο του πλειστηριασμού που οφείλει να σταματήσει κάθε παραπέρα ενέργεια και να ζητήσει να εγγραφεί σχετική σημείωση στο βιβλίο κατασχέσεων. Η ανατροπή λογίζεται ότι έχει επέλθει ως προς όλους, αφότου δημοσιευτεί η απόφαση.

Με τη διάταξη του άρθρου 1019§1 ΚΠολΔ, εισάγεται ο θεσμός της ανατροπής της κατάσχεσης, εφόσον ο πλειστηριασμός δε γίνει μέσα στο καθοριζόμενο απ’ αυτήν χρονικό διάστημα. Η ανατροπή της κατάσχεσης δεν επέρχεται αυτοδικαίως, αλλά απαγγέλλεται με δικαστική απόφαση του Ειρηνοδικείου του τόπου της εκτέλεσης, το οποίο δικάζει με τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. του ΚΠολΔ. Αυτή (απόφαση) εκδίδεται μετά από αίτηση αυτού που έχει έννομο συμφέρον. Τέτοιο έννομο συμφέρον έχουν, μεταξύ των άλλων και οι δανειστές του καθ’ ου η εκτέλεση, ανεξάρτητα απ’ την αιτία και τον τίτλο που διαθέτουν. Το Δικαστήριο που διατάσσει την ανατροπή, ερευνά μόνο την ύπαρξη των προϋποθέσεων του Νόμου, εφόσον δε, συντρέχει η προϋπόθεση της παρέλευσης του νόμιμου χρόνου, είναι υποχρεωμένο να την διατάξει.

Αμεση συνέπεια της εκδιδόμενης απόφασης, που έχει διαπλαστικό χαρακτήρα, είναιη κατάργηση εκτελεστικής διαδικασίας και η ακυρότητα των περαιτέρω διαδικαστικών πράξεων και του πλειστηριασμού, ο οποίος,εάν τυχόν γίνει, πάσχει δικονομικώς, εφόσον έγινε σε χρόνο που δεν υπήρχε πλέον η κατάσχεση.

Η προθεσμία του άρθρου 1019§1 ΚΠολΔ αρχίζει να τρέχει απ’ την επόμενη της κατάσχεσης και όταν ακόμη επακολουθήσει αναγγελία, που στηρίζεται σ’ εκτελεστό τίτλο, ώστε να εξομοιώνεται, απ’ το άρθρο 972§2 εδ.β’ ΚΠολΔ, με κατάσχεση. Σκοπός του θεσμού της ανατροπής που εισάγεται με τη διάταξη αυτή είναι η επίσπευση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης και η αποφυγή μακροχρόνιας δέσμευσης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη προς όφελος όχι μόνον του ιδίου αλλά και της κοινωνικής οικονομίας. Όταν βραδύνει η διεξαγωγή του πλειστηριασμού ή αναπλειστηριασμού, το συμφέρον του οφειλέτη αλλά και η αρχή της οικονομικής αξιοποίησης των αγαθών που διατρέχει το δίκαιο, επιβάλλουν την αποδέσμευση του αντικειμένου της κατάσχεσης και την επανένταξη του στον κύκλο των συναλλαγών, (βλ. Γ. Σταθέας: «Η Εκτέλεσις», σελ. 1861 – 1862, Απ. Γεωργιάδης, σε Δ. 18/761, Π. Μάζης: «Εμπράγματη εξασφάλιση Ανωνύμων Εταιρειών», αριθ. 450 – 452, ΑΠ 1488/1987, ΕΕΝ 1988/807, ΕφΘεσ 658/1998, Αρμ 1998/1248, ΕφΑΘ 12219/1989, ΕλλΔνη 33/596.Αλλιώς: ΕιρΘεσ 239/1993, ΑρχΝ 1994/589, ΕιρΗγουμ 28/199, ΑρχΝ 1995/329, ΕιρΑλεςανδρ 11/1993, ΕπΤρΑξΧρημΔικ 1995/85).

Ακόμη, από τη διάταξη της §2 του άρθρου 1019ΚΠολΔ προκύπτει ότι, δεν αποκλείεται, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, η εμφάνιση «νεκρών» χρονικών διαστημάτων, κατά τη διάρκεια των οποίων εμποδίζεται η πρόοδος της εκτελεστικής διαδικασίας. Οι περιπτώσεις της §2 αποτελούν εξαιρέσεις του γενικού κανόνα των προθεσμιών της §1, πλην όμως, από τη διατύπωση της διάταξης, στην οποία δεν γίνεται χρήση του στερητικού μορίου «μόνο», δεν προκύπτει ο περιοριστικός χαρακτήρας των περιπτώσεων αυτών. Επομένως, χωρεί ανάλογη εφαρμογή της διάταξης αυτής και σε άλλες περιπτώσεις, που ο δανειστής βρίσκεται σε αδυναμία (νομική ή πραγματική) συνέχισης της εκτέλεσης και όχι σε αδράνεια, για να καλυφθούν τα κενά (βλ. σχετ. Β Βαθρακοκοίλης, ό.ττ., αριθ. 14).

Έτσι, σύμφωνα με τη διάταξη της §2 του ως άνω άρθρου δεν υπολογίζονται στις προθεσμίες της §1 το χρονικό διάστημα από την έκδοση της απόφασης σύμφωνα με το άρθρο 966 §§3 και 4ΚΠολΔ μέχρι την ημέρα του πλειστηριασμού που ορίστηκε σύμφωνα με αυτή, ο χρόνος αναστολής εκτέλεσης που χορηγήθηκε με δικαστική απόφαση, ή επήλθε με κοινή συναίνεση επισπεύδοντος και οφειλέτη και πιστοποιείται με συμβολαιογραφική πράξη, καθώς και ο χρόνος από 1 έως 31 Αυγούστου. Για την ταυτότητα του νομικού λόγου, πέραν των ρητώς προβλεπομένων στην §2 του άρθρου 1019 ΚΠολΔ περιπτώσεων, θα πρέπει η διάταξη αυτή να εφαρμόζεται αναλογικώς και σε άλλες περιπτώσεις, κατά τις οποίες ο δανειστής βρίσκεται σε νομική, ή πραγματική αδυναμία συνέχισης της εκτελεστικής διαδικασίας, διότι ο νομοθέτης, κατά τη θέσπιση της §2 της 1019ΚΠολΔ, θέλησε να μην συνυπολογίζονται στις ανωτέρω προθεσμίες εκείνα τα χρονικά διαστήματα απροσδιορίστου χρονικής διάρκειας, κατά τα οποία εκ του Νόμου παρεμποδίζεται και αδρανεί η εκκρεμής διαδικασία του πλειστηριασμού.

Έτσι, μεταξύ άλλων, δεν υπολογίζονται και αφαιρούνται από τις προθεσμίες του έτους και των 6 μηνών και τα διαστήματα, κατά τα οποία ο δανειστής εμποδιζόταν να συνεχίσει την εκτέλεση, για λόγους μη οφειλόμενους σε δική του αδράνεια, όπως ιδίως, όταν αυτό επιβάλλεται από νομικούς λόγους, ή σε περίπτωση νομοθετικής πρόβλεψης αναστολής πλειστηριασμών, όπως πχ με ΠΝΠ  181/16.9.2009,  Ν.3814/2000,  Ν.3858/2010,  ΓΤΝΤΤ 4.1.2011/υπ’ αριθ. 1 τεύχος Α74.1.2011  ΦΕΚ, Ν’ χ 3986/2011, ΠΝΠ 16.12.2011/ΦΕΚ τεύχος Α’ 262/16.12.2011, ΠΝΠ 18.12,2012 τεύχος Α’ 246/18-12- 2012, Ν 4128/2013, ΥΑ 49214/21.7.2015, το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ανεστάλησαν νομοθετικά οι πλειστηριασμοί, λόγω διενέργειας εκλογών, ή περιπτώσεις αναστολής ατομικών διώξεων λόγω κήρυξης του οφειλέτη σε πτώχευση (βλ. Χ. Απαλαγάκη: «Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας – Ερμηνεία κατ’ άρθρο», 311 έκδοση, άρθρο 1019 αριθ. 4. ΕιρΧρυσουπ 5/1995, ΕιρΛαμ 26/2019 δημοσίευση στην ΤΝΠ «Νόμος»).

Με σχετική αίτηση, ο αιτών επικαλούμενος έννομο συμφέρον, ζητεί κατ’ εκτίμηση την ανατροπή της κατάσχεσης που επιβλήθηκε, δυνάμει της έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του Δικαστικού Επιμελητή, σε ακίνητα του, όπως επαρκώς περιγράφεται, με επισπεύδουσα την καθ’ ής εταιρεία, της οποίας οι απαιτήσεις στο μεταξύ μεταβιβάστηκαν στην δεύτερη των καθ’ ων, η οποία αποτελεί εταιρία παροχής υπηρεσιών διαχείρισης απαιτήσεων και έχει καταστεί ειδική διάδοχος της πρώτης, λόγω παρόδου της νόμιμης προθεσμίας από της επιβολής της .

Από τα προσκομιζόμενα έγγραφα και απ’ όλη εν γένει τη διαδικασία, πιθανολογήθηκε ότι, δυνάμει της ένδικης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης του Δικαστικού Επιμελητή επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση στην ακίνητη περιουσία του αιτούντος με επισπεύδουσα αρχικά την πρώτη των καθ’ ών που καταχωρήθηκε νόμιμα στα βιβλία κατασχέσεων του Υποθηκοφυλακείου Λαυρεωτικής, σε ακίνητα -οριζόντιες ιδιοκτησίες του αιτούντος.

Η ως άνω κατάσχεση διενεργήθηκε από τον Δικαστικό Επιμελητή, ο οποίος συνέταξε έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης, σύμφωνα με την οποία, την 7-3-2019 κατέσχεσε τα προπεριγραφόμενα ακίνητα δυνάμει του α’ απογράφου εκτελεστού διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών για το ποσό των 200.000 ευρώ και καταχωρήθηκε νόμιμα στα Βιβλία Κατασχέσεων του Υποθηκοφυλακείου Λαυρίου. Με την ίδια ως άνω κατασχετήρια έκθεση του ίδιου ως άνω δικαστικού επιμελητή, ορίστηκε ημερομηνία ηλεκτρονικού πλειστηριασμού στο διαδικτυακό τόπο μέσω της ιστοσελίδας ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ ενώπιον της πιστοποιημένης για διενέργεια ηλεκτρονικών πλειστηριασμών Συμβολαιογράφου στις 09.10.2019, ημέρα Τετάρτη και ώρα 10.00 -14.00′, έτσι ώστε από το εκπλειστηρίασμα να πληρωθεί η καθ’ ης-επισπεύδουσα.

Στις 26-9-2019 ο αιτών κατέθεσε αίτηση περί υπαγωγής στις διατάξεις του ν. 3869/2010 (υπερχρεωμένα νοικοκυριά) και ως εκ τούτου ο προγραμματισμένος πλειστηριασμός για τις 9-10-2019 ματαιώθηκε, η αναστολή των καταδιωκτικών μέτρων διατηρήθηκε έως και την 23-10-2019, όπου το αίτημα του αιτούντος για χορήγηση προσωρινής διαταγής μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης επί της ως άνω αιτήσεως, απορρίφθηκε με διάταξη του Ειρηνοδικείου Λαυρίου.

Περαιτέρω την 19-5-2021 επιδόθηκε στον αιτούντα άλλο Α απόγραφο εκτελεστό έτερης διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με επιταγή προς εκτέλεση, της εταιρείας που διαχειρίζεται την απαίτηση του ειδικού διαδόχου της απαιτήσεως και η οποία ενεργεί με την ιδιότητα της ως μη δικαιούχος και μη υπόχρεος διάδικος, διαχειρίστρια και πληρεξούσια των απαιτήσεων των οποίων δικαιούχος τυγχάνει η αλλοδαπήεταιρεία, η οποία κατέστη ειδικός διάδοχος της αιτούσας Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας, Ακολούθως την 31-5-2021 υπεγράφη ενώπιων της υπαλλήλου του πλειστηριασμού δήλωση συνέχισης πλειστηριασμού με προσδιορισμό νέου πλειστηριασμού την 2-9-2021.

Εν προκειμένω από τα προαναφερθέντα προκύπτει ότι, από το χρονικό διάστημα της επομένης της ημερομηνίας κατάσχεσης κατ’ άρθρο 144& 1 ΚΠολΔ από την οποία ξεκινά η δικονομική ετήσια προθεσμία του άρθρου 1019&1 ΚΠολΔ, ήτοι από την 7-3-2019, μέχρι την κατάθεση της ένδικης αίτησης (24-5-2021), πρέπει σύμφωνα με τη νομική σκέψη της παρούσας να αφαιρεθούν τα ακόλουθα χρονικά διαστήματα λόγω νομικής αδυναμίας συνέχισης της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης και δη α) ο μήνας Αύγουστος των ετών 2019 και 2020, β) η αναστολή πράξεων εκτελέσεως και πλειστηριασμών λόγω των επιπτώσεων του covid-19 κατά τα χρονικά διαστήματα από 13-3-2020 έως και 31-7-2020 και από 7-11-2020 έως και 13-5-2021, γ) το χρονικό διάστημα από την κατάθεση της αίτησης στο πλαίσιο του ν. 3869/2010, ήτοι την 26-9-2019 που συνεπάγεται την αυτοδίκαιη προστασία του αιτούντα από τα καταδιωκτικά μέτρα της καθ’ ής, έως και την ημερομηνία απόρριψης του αιτήματος χορήγησης προσωρινής διαταγής στις 23-10-2019.

Κατά συνέπεια μετά την αφαίρεση των ως άνω χρονικών διαστημάτων, κατ’ ευθεία (όσον αφορά το διάστημα του μηνός Αυγούστου) και κατ’ ανάλογη εφαρμογή της παρ. 2 του άρθρου 1019 ΚΠολΔ, προσμετρώνται τα εξής χρονικά διαστήματα : 1. Το χρονικό διάστημα από 7-3-2019 έως 31-7-2019 (4 μήνες και 27 ημέρες) 2. Το χρονικό διάστημα από 1-9-2019 έως και 26-9-2019 (26 ημέρες), 3. Το χρονικό διάστημα από 24-10-2019 έως και 12-3-2020 (4 μήνες και 21 ημέρες, 4. Το χρονικό διάστημα από 1-9-2020 έως και 6-11-2020 (2 μήνες και 6 ημέρες) και 5. το χρονικό διάστημα από 14-5-2021 έως και 20-5-2021 που είναι η επομένη της επίδοσης του πρώτου απογράφου εκτελεστού της διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με επιταγή προς εκτέλεση (6ημέρες).

Επομένως από την ημερομηνία περάτωσης της κατάσχεσης έως και τις 20-5-2021 έχουν διαδράμει 12 μήνες και 26 ημέρες, ήτοι χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του έτους. Τέλος πιθανολογήθηκε ότι, ο αιτών έχει έννομο συμφέρον να ζητήσει την ανατροπή της ως άνω κατάσχεσης σύμφωνα με το αίτημα του, ως κύριος των κατασχεμένων ακινήτων, προκειμένου να ελευθερωθούν αυτά από το βάρος της κατάσχεσης.

Κατόπιν τούτων το Δικαστήριο έκρινε ότι, αφού παρήλθε πλέον του έτους αφότου επιβλήθηκε η ως άνω κατάσχεση, χωρίς να γίνει πλειστηριασμός, πρέπει η αίτηση να γίνει δεκτή ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα και να διαταχθεί η ανατροπή της και διέταξε την αποστολή αντιγράφου της απόφασης, με την επιμέλεια της Γραμματείας του Δικαστηρίου, στην επί του πλειστηριασμού υπάλληλο,  Συμβολαιογράφο Αθηνών, προκειμένου να εγγραφεί η σχετική σημείωση στο οικείο κτηματολογικό φύλλο των τηρουμένων βιβλίων κατασχέσεων του Υποθηκοφυλακείου Λαυρίου, τέλος δε, διέταξε και την διαγραφή από το βιβλίο κατασχέσεων του Υποθηκοφύλακα Λαυρίου της κατάσχεσης στα ακίνητα του αιτούντος- οφειλέτη.