tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

ΙΝΕ ΓΣΕΕ : Μεγάλη αύξηση της ανεργίας την περίοδο της πανδημίας

Έχει περάσει πλέον ένας χρόνος από τότε που ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας κήρυξε τον Covid-19 παγκόσμια πανδημία. Καθώς η Ελλάδα, η Ευρώπη και ο υπόλοιπος κόσμος προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την πανδημία, οι συνέπειές της έχουν αλλάξει σχεδόν κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής.

Σύμφωνα με το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ στη χώρα μας, οι συνέπειες της πανδημικής κρίσης έχουν αναδείξει την ευθραυστότητα και τα διαρθρωτικά μειονεκτήματα του αναπτυξιακού υποδείγματος της οικονομίας, καθώς και τις λανθασμένες επιλογές οικονομικής πολιτικής των τελευταίων δεκαετιών στις σφαίρες του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα στην κατεύθυνση της παραγωγικής αναδόμησης και της ισχυροποίησης των κοινωνικών υπηρεσιών.

Στην Ελλάδα οι ώρες εργασίας μειώθηκαν κατά 12,6%.

Υπολογίζοντας την απώλεια ωρών εργασίας με όρους χαμένων θέσεων πλήρους απασχόλησης, ο ILO εκτιμά ότι το κόστος στην Ελλάδα ήταν το 2020 ίσο με 492,9 χιλ. θέσεις πλήρους απασχόλησης (βλ. Πίνακα 1). Η απώλεια αυτή αντιστοιχεί στην απασχόληση περίπου του 10,7% του εργατικού δυναμικού, η οποία καλύφθηκε είτε μέσω της μείωσης του ωραρίου των μισθωτών είτε μέσω της εφαρμογής του μέτρου της αναστολής των συμβάσεων εργασίας, είτε μέσω της απόλυσής τους. Σε μακροοικονομικό επίπεδο, η απώλεια αυτή των ωρών εργασίας αποκαλύπτει το αναπτυξιακό κόστος και τη χαμένη ευημερία από την πανδημική κρίση. Επίσης, αναδεικνύει την τεράστια πίεση που θα ασκούσε η πανδημική κρίση σε βασικά μεγέθη της αγοράς εργασίας, αν δεν είχαν ληφθεί τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξής της.

Τον Δεκέμβριο του 2020 το επίσημο ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα ήταν το δεύτερο υψηλότερο στην Ευρωζώνη, μετά την Ισπανία, αντιστοιχώντας στο 15,8% του εργατικού δυναμικού, όταν τον ίδιο μήνα του 2019 ήταν ίσο με 16,4%,

 

Όπως προκύπτει από την ανάλυση στο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, η αναγκαστική – λόγω της πανδημίας – μείωση των ωρών εργασίας στην οποία υποβλήθηκαν οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα είναι ισοδύναμη με την απώλεια 492,9 χιλιάδων θέσεων πλήρους απασχόλησης.

Η απώλεια σχεδόν μισού εκατομμυρίου θέσεων πλήρους απασχόλησης αντιστοιχεί με ποσοστό 10,7% του εργατικού δυναμικού και καλύφθηκε είτε μέσω της μείωσης του ωραρίου των μισθωτών, είτε μέσω της εφαρμογής του μέτρου της αναστολής των συμβάσεων εργασίας, είτε μέσω της απόλυσής τους.

Νέοι και γυναίκες πλήττονται περισσότερο

Η πανδημική κρίση δεν είχε την ίδια επίπτωση σε όλες τις ηλικίες. Όπως φαίνεται στο σχετικό διάγραμμα, το οποίο αποτυπώνει το ποσοστό ανεργίας ανά ηλικιακή ομάδα, αυτές που επηρεάστηκαν εντονότερα ήταν οι ηλικίες 15 έως 19 ετών και 25 έως 29 ετών. Ενώ στις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες το ποσοστό ανεργίας παραμένει σχετικά σταθερό, στις δύο αυτές ομάδες αυξάνεται σημαντικά.

Δεν είναι τυχαίο, επίσης, ότι οι νέοι που δεν εργάζονται, δεν βρίσκονται στην εκπαίδευση ή σε κάποιας μορφής επιμόρφωση, παρουσιάζουν μεγάλη αύξηση μετά το β’ τρίμηνο του 2020, χωρίς ιδιαίτερες προοπτικές βελτίωσης. Το γ’ τρίμηνο του 2020 το ποσοστό των ατόμων αυτών ήταν το υψηλότερο στην Ευρώπη (19%).

Μεγάλη ήταν η αύξηση και για τις γυναίκες ηλικίας 25 έως 29 ετών, με το ποσοστό ανεργίας να αυξάνεται από 25% το δ’ τρίμηνο του 2019, σε 33% το δ’ τρίμηνο του 2020.

Λόγω της συγκυρίας, μειώθηκε οριακά η ζήτηση για θέσεις μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης, αφού το 2020 οι νέες θέσεις εργασίας αφορούσαν κατά 51% θέσεις πλήρους απασχόλησης. Σημειώνεται ότι το 2019 το ποσοστό ήταν ίσο με 49%. Η αλλαγή αυτή αφενός είναι πολύ μικρή για να φανερώσει μια μεταβολή στην τάση ενίσχυσης της ελαστικής απασχόλησης τα τελευταία έτη (βλ. ΙΝΕ ΓΣΕΕ 2020) και αφετέρου θα πρέπει να θεωρείται συγκυριακή, αφού κατά τη διάρκεια της πανδημίας επλήγησαν επιχειρήσεις που έχουν υψηλό ποσοστό μερικής απασχόλησης.

Ταυτόχρονα όμως αυξήθηκε το ποσοστό των ατόμων που εργάζονται σε θέσεις μερικής απασχόλησης, αν και θα επιθυμούσαν να εργαστούν με κανονικό ωράριο, αλλά δεν βρήκαν θέση πλήρους απασχόλησης.