tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

ΜονΔΠρΑθ 9722/2021- Ακύρωση πράξεων ταμειακής βεβαίωσης του e ΕΦΚΑ -ΚΕΑΟ λόγω μη προηγούμενης κοινοποίησης των οικείων καταλογιστικών πράξεων

Γράφει ο Στάθης Δημ. Σταματελόπουλος, Νομικός Σύμβουλος Υ.Γ.Ε.ΜΗ. του Ε.Ε.Α.


Μία ακόμα ενδιαφέρουσα απόφαση, που απηχεί την κυρίαρχη επί του θέματος νομολογία των Διοικητικών Δικαστηρίων της χώρας εξέδωσε το Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών (Τμήμα 29ο), με την οποία έγινε δεκτή ανακοπή, που άσκησε ασφαλισμένος του πρώην ΙΚΑ-ΕΤΑΜ και ήδη ΕΦΚΑ, για την ακύρωση πράξεων ταμειακής βεβαίωσης οφειλών του, που αφορούσαν τη μη καταβολή και απόδοση εργοδοτικών και εργατικών εισφορών για εργαζομένους της επιχείρησης του, για τις οποίες είχαν εκδοθεί σε βάρος του Πράξεις Επιβολής Εισφορών (ΠΕΕ) και Πράξεις Επιβάρυνσης Πρόσθετων Εργοδοτικών Εισφορών(ΠΕΠΕΕ), καθώς κρίθηκε ότι, χωρίς προηγούμενη κοινοποίηση στον οφειλέτη των οικείων καταλογιστικών πράξεων δεν μπορεί να γίνει ταμειακή βεβαίωση του χρέους, η δε αρξάμενη κατόπιν αυτού διαδικασία διοικητικής αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του πάσχει ακυρότητα  .

Ειδικότερα και σύμφωνα με τοι σκεπτικό  της υπ. αριθμ. 9722/2021 απόφασης του ως άνω Δικαστηρίου έγιναν δεκτά τα εξής :

Με την ένδικη ανακοπή ζητούνταν η ακύρωση των πράξεων ταμειακής βεβαίωσης του αρμόδιου οργάνου του Κ.Ε.Α.Ο, με τις οποίες βεβαιώθηκαν ταμειακά σε βάρος του ανακόπτοντος διάφορα ποσά που αφορούσαν ασφαλιστικές εισφορές καταλογισθείσες σε βάρος του, με τις πράξεις επιβολής εισφορών (Π.Ε.Ε.) και πρόσθετης επιβάρυνσης εισφορών (Π.Ε.Π.Ε.Ε.) του τοπικού υποκαταστήματος μισθωτών του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ, για την ασφαλιστική τακτοποίηση εργαζομένων της ατομικής επιχείρησης, που ο ανακόπτων διατηρούσε, κατά το έτος 2002.  Τα ανωτέρω ποσά κλήθηκε να καταβάλει ο ανακόπτων με ατομική ειδοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών του Διευθυντή του ΚΕΑΟ, που του κοινοποιήθηκε .

Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 217 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ., ν. 2717/1999 – Φ.Ε.Κ. 97 Α’) ορίζεται ότι: «Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και, ιδίως, κατά: α) της πράξης της ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου, …», ενώ στο άρθρο 219 παρ. 1, όπως η παράγραφος αυτή ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, μετά την αντικατάσταση της με το άρθρο 30 του ν. 3659/2008 (Φ.Ε.Κ. 77 Α’), ορίζεται ότι: «Προς άσκηση ανακοπής νομιμοποιείται εκείνος που έχει άμεσο, προσωπικό και ενεστώς έννομο συμφέρον ή στον οποίο αναγνωρίζεται τέτοιο δικαίωμα από ειδική διάταξη νόμου», και στο άρθρο 224 ορίζεται ότι: «1. Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη πράξη κατά το νόμο και την ουσία, στα όρια της ανακοπής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημα της. 2. Κατ’ εξαίρεση, ο κατά το νόμο έλεγχος της προσβαλλόμενης πράξης χωρεί και αυτεπαγγέλτως, εκτεινόμενος στο σύνολο της, προκειμένου να διακριβωθεί: α) αν η πράξη έχει εκδοθεί από αναρμόδιο όργανο, ή β) αν υπάρχει παράβαση δεδικασμένου. 3. Κατά τον έλεγχο του κύρους των προσβαλλόμενων με την ανακοπή πράξεων της εκτέλεσης, δεν επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας προηγούμενων πράξεων της εκτέλεσης. 4. Στην περίπτωση της ανακοπής κατά της ταμειακής βεβαίωσης, επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος, κατά το νόμο και τα πράγματα, του τίτλου βάσει του οποίου έγινε η βεβαίωση, εφόσον δεν προβλέπεται κατ’ αυτού ένδικο βοήθημα που επιτρέπει τον έλεγχο του κατά το νόμο και την ουσία ή δεν υφίσταται σχετικώς δεδικασμένο.

Περαιτέρω, στο άρθρο 2 του ν.δ. 356/1974 «Περί Κωδικός Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων» (Κ.Ε.Δ.Ε., Φ.Ε.Κ. 90 Α’), όπως αυτό ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, μετά την τροποποίηση του με το άρθρο 7 του ν. 4224/2013, ορίζεται ότι: ……2. Για την είσπραξη των δημοσίων εσόδων απαιτείται νόμιμος τίτλος. ……..και στο άρθρο 4, όπως αυτό ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, μετά την τροποποίηση του με την παράγραφο 5 του άρθρου 7 του ν. 4224/2013 (Φ.Ε.Κ. Α’ 288/31.12.2013, με έναρξη ισχύος την 1η.1.2014), ότι: «1. Με την εξαίρεση των φόρων και των λοιπών δημοσίων εσόδων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), για τα οποία εφαρμόζονται αποκλειστικά οι διατάξεις του ως άνω Κώδικα, καθώς και των δημοσίων εσόδων της περίπτωσης β’ της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του παρόντος Κώδικα, μετά την καταχώριση του χρέους ως δημοσίου εσόδου κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 παράγραφος 3, η Φορολογική Διοίκηση εκδίδει ατομική ειδοποίηση, την οποία, είτε αποστέλλει ταχυδρομικά στον οφειλέτη και στα συνυπόχρεα πρόσωπα, είτε την κοινοποιεί σε αυτούς σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 4174/2013 …».

Επειδή περαιτέρω, στο άρθρο 120 του Κανονισμού Ασφάλισης του Ι.Κ.Α. (Α.Υ.Ε. 55575/1. 479/15.11.1965, Φ.Ε.Κ. 816 Β’) ορίζεται ότι: «1. Εν περιπτώσει αμφισβητήσεων γεννωμένων εξ αποφάσεως Διευθυντού Υποκαταστήματος επί θέματος εκ των εν τω προηγουμένω άρθρω περιλαμβανομένων και υποβολής της υπό της παρ. 2 στοιχ. ζ του άρθρου 7 του ν.δ. 3710/1957 προβλεπομένης ενστάσεως, επιλαμβάνεται του ελέγχου της ορθότητος της αμφισβητούμενης αποφάσεως η Τοπική Διοικητική Επιτροπή. 2. Η ένστασις υποβάλλεται εντός τριάκοντα ημερών από της κοινοποιήσεως της καθ’ ης αύτη αποφάσεως του Διευθυντού του Υποκαταστήματος. 3. … 4. Η ένστασις δεν έχει ανασταλτικήν δύναμιν, η δε επ’ αυτής εκδιδομένη απόφασις έχει αναδρομικήν δύναμιν, εφ’ όσον είναι ευνοϊκωτέρα δια τον ενιστάμενον. 5. Η υποβολή ενστάσεως λογιζόμενη ως παράλληλος προσφυγή δεν αναστέλλει τας προθεσμίας, ουδέ κωλύει την άσκησιν των τυπικών ενδίκων μέσων».

Εξάλλου, με το άρθρο 101 του ν. 4172/2013 (Φ.Ε.Κ. 167 Α’) ορίσθηκε ότι «1. Στο ΙΚΑ – ΕΤΑΜ ιδρύεται Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (Κ.Ε.Α.Ο) με οικονομική και λογιστική αυτοτέλεια, που έχει ως σκοπό: α) την είσπραξη των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας, ενώ παράλληλα ορίζεται ότι τίτλος εκτελεστός για την αναγκαστική είσπραξη των οφειλών σύμφωνα με το ν.δ. 356/1974 Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ), ως ισχύει, αποτελεί η πράξη βεβαίωσης οφειλής, μετά την απόδοση μοναδικού αριθμού και την ταυτόχρονη ηλεκτρονική εγγραφή της στο ειδικό ηλεκτρονικό μητρώο εσόδων του Κ.Ε.Α.Ο.

Επειδή, η με αριθμό Φ80000/οικ.23795/791/5.8.2013 απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας (Φ.Ε.Κ. 2124 Β’), προβλέπει τα εξής: «Η Πράξη Βεβαίωσης Οφειλής που προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 101 του ν. 4172/2013, περιλαμβάνει υποχρεωτικά τα εξής στοιχεία: Α) Στοιχεία Οφειλής: 1. Την αιτία της οφειλής. 2. Τον ασφαλιστικό οργανισμό, τον Τομέα, ή την Υπηρεσία ή το Υποκατάστημα του ασφαλιστικού Οργανισμού που εκδίδει την Πράξη Βεβαίωσης Οφειλής … 3. Ο αριθμός αναφοράς της Πράξης Βεβαίωσης Οφειλής. 4. Η ημερομηνία έκδοσης της Πράξης Βεβαίωσης Οφειλής. 5. Οι υπογραφές των αρμοδίων οργάνων και η υπερεσιακή σφραγίδα των ασφαλιστικών Οργανισμών. Β) Στοιχεία Περιόδου Οφειλής: 1. … Γ) Στοιχεία Οφειλέτη για φυσικά πρόσωπα: 1. … Δ) ….» , ενώ και η με αριθμό Φ.80000/οικ.25379/312/29-8-2013 απόφαση του ίδιου ως άνω Υπουργού (Φ.Ε.Κ. 2699 Β’), προβλέπει ότι : Οι ασφαλιστικοί οργανισμοί διαβιβάζουν την Πράξη Βεβαίωσης Οφειλής που εκδίδουν στο ΚΕΑΟ, εντός μηνός από τη σύνταξη της. 2. Η διαβίβαση των πράξεων από τους ασφαλιστικούς οργανισμούς στο Κ.Ε.Α.Ο. γίνεται αυτοματοποιημένα, μέσω μηχανογραφικής εφαρμογής. 3. … 4. … 5. Στο ΚΕΑΟ διαβιβάζονται τα στοιχεία που περιλαμβάνει η Πράξη Βεβαίωσης Οφειλής. μετά δε την ολοκλήρωση των ελέγχων από το πληροφοριακό σύστημα του ΚΕΑΟ και την παραλαβή της Πράξης Βεβαίωσης Οφειλής, αποδίδεται, με ηλεκτρονικό τρόπο, μοναδικός αριθμός (Κ.Ε.Α.Ο.), με την απόδοση δε μοναδικού αριθμού Κ.Ε.Α.Ο. στην Πράξη Βεβαίωσης Οφειλής αυτή καθίσταται νόμιμος εκτελεστός τίτλος και εγγράφεται ηλεκτρονικά σε Ειδικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Εσόδων του ΚΕΑΟ. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν ανταποκριθεί εντός προθεσμίας των δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ειδοποίηση του και εντός μηνός από την εγγραφή της Πράξης Βεβαίωσης Οφειλής στο Ειδικό Ηλεκτρονικό Μητρώο Εσόδων του ΚΕΑΟ, αποστέλλεται στον οφειλέτη Ατομική Ειδοποίηση. Στην Ατομική Ειδοποίηση αναγράφονται αναλυτικά το είδος και το ποσό της οφειλής ανά Πράξη Βεβαιώσεις Οφειλής, αναπροσαρμοσμένο στις περιπτώσεις που προβλέπεται από τις διατάξεις των οικείων ασφαλιστικών οργανισμών, με τα αναλογούντα πρόσθετα τέλη, προσαυξήσεις ή άλλες τυχόν επιβαρύνσεις, όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί την ημερομηνία έκδοσης τη Ατομικής Ειδοποίησης. Στον οφειλέτη δίνεται αποκλειστική προθεσμία είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της Ατομικής Ειδοποίησης, προκειμένου να εξοφλήσει, ή να ρυθμίσει την οφειλή του. Η Ατομική Ειδοποίηση αποστέλλεται είτε εγγράφως είτε ηλεκτρονικά. … ».

Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, το δικαστήριο που δικάζει την ανακοπή δεν μπορεί να εξετάσει λόγο ανακοπής που αμφισβητεί το κατ’ ουσία βάσιμο της απαίτησης του επισπεύδοντος τη διοικητική εκτέλεση, στην περίπτωση που ο ανακόπτων έχει δικαίωμα άσκησης προσφυγής ενώπιον Δικαστηρίου, που αποφαίνεται με δύναμη δεδικασμένου, κατά της σχετικής καταλογιστικής πράξης (πρβλ. ΣτΕ 2281/ 2000 Ολ., 4117/2015, 2087/2014, 1958/2013, 324/2012, 4411/2011, 3661/2011, 1825/2010). Εξάλλου, κατά της καταλογιστικής πράξης του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. σε βάρος οφειλέτη του Ιδρύματος, δύναται να ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου διοικητικού πρωτοδικείου, μετά την εξάντληση της προβλεπόμενης από τον νόμο διοικητικής διαδικασίας, ενώ, όπως έχει ήδη κριθεί (πρβλ. ΣτΕ 2281/2000 Ολ., 2982/2007 επταμ., 3322/2010, 1825/2010, 3328/2008), δεν επιτρέπεται ούτε η σύνταξη κατάστασης οφειλέτη, η οποία αποτελεί το νόμιμο τίτλο είσπραξης της προερχομένης από την ανωτέρω αιτία οφειλής, ούτε η έκδοση της πράξης ταμειακής βεβαίωσης της οφειλής αυτής, μη υφισταμένου, συνεπώς, σταδίου έναρξης της διοικητικής εκτέλεσης, στην περίπτωση που δεν έχει έγκυρα κοινοποιηθεί η παραπάνω καταλογιστική πράξη στον οφειλέτη του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. (πρβλ. και ΣτΕ 4117/2015, 3661/2011), με την οποία, μάλιστα, πρέπει να γίνεται ενημέρωση για τη δυνατότητα άσκησης της προαναφερθείσας ενδικοφανούς προσφυγής και για τις συνέπειες από την τυχόν παράλειψη άσκησης της.

Περαιτέρω, όπως, ομοίως, έχει κριθεί (πρβλ. ΣτΕ 2982/2007 επταμ., 3322/2010, 1825/2010, 3328/2008), κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων της παρ. 4 του άρθρου 120 του Κανονισμού Ασφάλισης του Ι.Κ.Α., με την οποία ορίζεται ότι η άσκηση ένστασης κατά καταλογιστικών πράξεων του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ. δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, καθώς και της παρ. 5 του άρθρου 4 του ν. 2256/1997, η οποία εξαρτά το ανασταλτικό αποτέλεσμα της ένστασης από την προηγούμενη καταβολή ποσοστού 50% της οφειλής, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του Κ.Δ.Δ. περί ενδικοφανούς προσφυγής, ερμηνευόμενων  των ως άνω διατάξεων υπό το φως του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, με το οποίο κατοχυρώνεται η αποτελεσματική παροχή δικαστικής προστασίας (βλ. και άρθρο 6 ΕΣΔΑ), και στην περίπτωση που, μετά την άσκηση ένστασης από τον οφειλέτη του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., κατά της ανωτέρω καταλογιστικής πράξης, δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη η διοικητική διαδικασία, είτε με την έκδοση απόφασης της Τ.Δ.Ε. επί της ως άνω ένστασης, είτε με την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας εντός της οποίας οφείλει να αποφανθεί η Τ.Δ.Ε., δεν αναστέλλεται μεν, κατά τις προαναφερθείσες διατάξεις, η σύνταξη κατάστασης οφειλετών είναι, όμως, ανεπίτρεπτη, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, η ταμειακή βεβαίωση της σχετικής οφειλής, η οποία αποτελεί τον νόμιμο τίτλο υπό στενή έννοια για την είσπραξη των εν λόγω απαιτήσεων και δεν είναι, ως εκ τούτου, δυνατή η λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος του οφειλέτη του 1.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ., κατά τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε., περιλαμβανομένης και της αποστολής σε αυτόν ατομικής ειδοποίησης, που αποτελεί την πράξη έναρξης της αναγκαστικής εκτέλεσης, με την οποία αυτός καλείται να καταβάλει την οφειλή του.

Εξάλλου, με τις διατάξεις του άρθρου 101 v. 4172/2013, οι οποίες αφορούν στην αναγκαστική είσπραξη των ληξιπρόθεσμων, κατά την έννοια της παραγράφου 3 του ως άνω άρθρου, ασφαλιστικών οφειλών, που διαβιβάζονται λόγω αρμοδιότητας στο Κ.Ε.Α.Ο., δεν ανατρέπονται τα όσα προαναφέρθηκαν και γίνονται παγίως δεκτά σχετικά με την αποτελεσματική παροχή δικαστικής προστασίας κατά τη διάρκεια της προθεσμίας άσκησης της ένστασης, όπως και στην περίπτωση που, μετά την άσκηση ένστασης από τον οφειλέτη του Ι.Κ.Α.-Ε.ΤΑ.Μ. κατά καταλογιστικής πράξης, δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη η διοικητική διαδικασία, είτε με την έκδοση απόφασης της Τ.Δ.Ε., επί της κατά τα ανωτέρω ένστασης, είτε με την πάροδο άπρακτης της προθεσμίας εντός της οποίας οφείλει να αποφανθεί η Τ.Δ.Ε. και, συνεκδοχικά, διατηρείται η ίδια ανασταλτική δύναμη που απορρέει από την παραπάνω έλλειψη επιδόσεων και εμποδίζει, καταρχάς, τη συγκρότηση εκτελεστού τίτλου με την απόδοση μοναδικού αριθμού στη συνταχθείσα πράξη βεβαίωσης οφειλής και την ταυτόχρονη ηλεκτρονική εγγραφή της στο ειδικό ηλεκτρονικό μητρώο εσόδων του Κ.Ε.Α.Ο..

Επομένως, σε περίπτωση που δεν έχουν νομίμως επιδοθεί οι καταλογιστικές πράξεις ή που δεν έχει παρέλθει η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς προσφυγής ενώπιον της Τ.Δ.Ε., ή στην περίπτωση έχει ασκηθεί ενώπιον της Τ.Δ.Ε. ένσταση κατά καταλογιστικής πράξης και εκκρεμεί η έκδοση της απόφασης της είναι ανεπίτρεπτη η έκδοση πράξης ταμειακής βεβαίωσης της οφειλής, η οποία αποτελεί τον νόμιμο τίτλο υπό στενή έννοια για την είσπραξη των απαιτήσεων του ασφαλιστικού φορέα.

Στην κρινόμενη περίπτωση, με την κοινοποιηθείσα ατομική ειδοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών του Διευθυντή του οικείου Κ.Ε.Α.Ο. ο ανακόπτων κλήθηκε να καταβάλει το ποσό των 75.702,74 ευρώ που προέρχεται από βεβαιωμένες ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες καταλογίσθηκαν σε βάρος του για την ασφαλιστική τακτοποίηση εργαζομένων της ατομικής επιχείρησης του.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τον ενσωματωμένο στην εν λόγω ατομική ειδοποίηση πίνακα οφειλών, οι εν λόγω ασφαλιστικές εισφορές καταλογίσθηκαν σε βάρος του με τις αναφερόμενες Π.Ε.Ε. και Π.Ε.Π.Ε.Ε. του τοπικού υποκαταστήματος μισθωτών του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.) και βεβαιώθηκαν ταμειακά σε βάρος του με τις αναφερόμενες στην ατομική ειδοποίηση πράξεις ταμειακής βεβαίωσης του αρμόδιου οργάνου του Κ.Ε.Α.Ο. .

Με την ανακοπή, ο ανακόπτων ζητάει την ακύρωση των ανωτέρω  πράξεων ταμειακής βεβαίωσης υποστηρίζοντας ότι είναι μη νόμιμες, μεταξύ άλλων, επειδή εκδόθηκαν χωρίς να του έχουν κοινοποιηθεί προηγουμένως οι οικείες καταλογιστικές πράξεις, (ΠΕΕ και ΠΕΠΕΕ), με αποτέλεσμα να μην έχει ξεκινήσει η προθεσμία άσκησης ένστασης κατά των τελευταίων.

Επειδή, από τα στοιχεία της δικογραφίας δεν προέκυψε ότι οι σχετικές Π.Ε.Ε. και Π.Ε.Π.Ε.Ε. του τοπικού υποκαταστήματος μισθωτών του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.), με τις οποίες καταλογίσθηκαν σε βάρος του ανακόπτοντος οι ανωτέρω οφειλές, κοινοποιήθηκαν σε αυτόν πριν από την έκδοση των επίδικων πράξεων ταμειακής βεβαίωσης του Κ.Ε.Α.Ο., ούτε ότι ο ίδιος έλαβε με οποιοδήποτε τρόπο γνώση αυτών πριν από την έκδοση των ως άνω πράξεων ταμειακής βεβαίωσης, με τα δεδομένα αυτά το Δικαστήριο έκρινε ότι, μη νόμιμα χώρησε η ταμειακή βεβαίωση των ένδικων οφειλών πριν από την κοινοποίηση των σχετικών καταλογιστικών πράξεων στον ανακόπτοντα, ενόσω δεν είχε ξεκινήσει η προθεσμία άσκησης ένστασης κατά των τελευταίων και για τον λόγο αυτό έκρινε ότι, οι σχετικές πράξεις ταμειακής βεβαίωσης είναι μη νόμιμες και πρέπει να ακυρωθούν, δεκτής γενομένης της ανακοπής.