tuv-iso-logo tuv-iso-27001-logo

Ολ ΣτΕ 674/2021 – Ευθύνη του παραιτηθέντος από την Διοίκηση Ανώνυμης Εταιρίας για χρέη αυτής από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές που ανάγονται σε χρόνο μετά την παραίτησή του

Γράφει ο Στάθης Δημ. Σταματελόπουλος, Νομικός Συνεργάτης Ε.Ε.Α.


Μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα απόφαση εξέδωσε η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, που αφορά στην διερεύνηση της τυχόν ευθύνης του παραιτηθέντος από την διοίκηση και εκπροσώπηση της ανώνυμης εταιρείας προσώπου (μέλους Διοίκησης), σχετικά με χρέη της εταιρείας από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, που γεννήθηκαν μετά την παραίτηση του από την θέση διοίκησης που κατείχε.

Πρόκειται για την υπ. αριθμ. 674/2021 απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, στην οποία παραπέμφθηκε προς εκδίκαση από την Επταμελή Σύνθεση του ΣΤ Τμήματος του ανωτάτου δικαστηρίου, η αίτηση αναίρεσης του παραιτηθέντος από την διοίκηση και εκπροσώπηση ανώνυμης εταιρείας προσώπου, κατά απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου, με την οποία έγινε δεκτή έφεση του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ κατά απόφασης του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου και με την οποία ακυρώθηκε το πρόγραμμα αναγκαστικού πλειστηριασμού, που είχε επισπεύσει το άνω ασφαλιστικό ταμείο, για την εκποίηση της ακίνητης περιουσίας του παραιτηθέντος μέλους της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας, για όσα χρέη από τον σχετικό κατάλογο χρεών (για τα οποία επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση ) ανάγονταν σε χρόνο μεταγενέστερο της παραίτησης του μέλους της διοίκησης της ανώνυμης εταιρείας – οφειλέτη.

Η απόφαση, καίτοι εξεδόθη επί της βάση του ισχύοντος τότε νομοθετικού πλαισίου, τόσο σχετικά με τον νόμο που διέπει τις ανώνυμες εταιρείες (Ν.2190/1920), όσο και αναφορικά με την αλληλέγγυα ευθύνη των διοικούντων νομικά πρόσωπα (115 παρ. 1 και 3 του ν. 2238/1994, όπως η παρ. 3 προστέθηκε με το άρθρο 22 παρ. 6 του ν. 2648/1998) και 4 παρ. 4 ν. 2556/1997, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 69 παρ. 2 ν. 2676/1999), και τις προϋποθέσεις της απαλλαγής των προσώπων που ασκούν τη διοίκηση και την εκπροσώπηση ανώνυμης εταιρείας από την προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη τους  για χρέη της εταιρείας από φόρο εισοδήματος, ή οφειλόμενες στο Ι.Κ.Α. ασφαλιστικές εισφορές, έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον, καθώς και με βάση τις ισχύουσες διατάξεις απηχεί την ισχύουσα νομολογία για το σημαντικά αυτά ζητήματα.

Ειδικότερα με την αίτηση αναίρεσης ζητούνταν η αναίρεση αποφάσεως Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου, με την οποία έγινε δεκτή έφεση του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. (και ήδη Ε.Φ.Κ.Α.) κατ’ αποφάσεως Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου, εξαφανίσθηκε η τελευταία αυτή απόφαση καθ’ ο μέρος τροποποιούσε πρόγραμμα αναγκαστικού πλειστηριασμού Διευθύντριας Ταμείου Εισπράξεως Εσόδων του Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. και τελικώς απορρίφθηκε ανακοπή του αναιρεσείοντος κατά του ως άνω προγράμματος, με το οποίο ετίθεντο σε δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό  ακίνητά του, λόγω οφειλών προς το Ι.Κ.Α. – Ε.Τ.Α.Μ. από ασφαλιστικές εισφορές ανώνυμης εταιρείας, στην οποία αυτός είχε διατελέσει Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και Διευθύνων Σύμβουλος.

Κρίνοντας την σχετική αίτηση αναίρεσης η Ολομέλεια του Συμβουλίου  της Επικρατείας δέχθηκε ομόφωνα ότι, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, οι οποίες πρέπει να ερμηνεύονται στενά, ως θεσπίζουσες εξαίρεση από την αρχή της αυτοτέλειας του νομικού προσώπου των ανωνύμων εταιρειών, και κατά τρόπο σύμφωνο προς το άρθρο 78 παρ. 1 του Συντάγματος και την απορρέουσα από αυτό αρχή της νομιμότητας του φόρου, τα μνημονευόμενα σε αυτές πρόσωπα ευθύνονται προσωπικώς και αλληλεγγύως για χρέη της ανώνυμης εταιρείας από φόρους, ή από οφειλόμενες στο Ι.Κ.Α. ασφαλιστικές εισφορές, υπό την προϋπόθεση, πάντως, ότι εξακολουθούν, κατά τον εκάστοτε κρίσιμο χρόνο (όπως αυτός ορίζεται στις παραγράφους 1 και 3 του άρθρου 115 του ν. 2238/1994), να έχουν μία από τις ιδιότητες της παραγράφου 1 του άρθρου 115 του ν. 2238/1994 και δεν έχουν αποδεδειγμένως παραιτηθεί, ή με άλλον τρόπο νομίμως παυθεί από αυτές.

 

Κατά συνέπεια, τα ως άνω πρόσωπα εξακολουθούν μεν να ευθύνονται για τα γεννηθέντα προ του χρόνου της παραιτήσεώς τους χρέη της εταιρείας, δεν ευθύνονται, όμως, για χρέη τα οποία γεννήθηκαν σε χρόνο μεταγενέστερο της νομίμως αποδεικνυομένης παραιτήσεώς τους.  Και τούτο ανεξαρτήτως, καταρχήν, του εάν έχει  αναλάβει καθήκοντα νέα διοίκηση της εταιρείας, εφόσον τέτοια προϋπόθεση δεν προβλέπεται στις ως άνω εξαιρετικές διατάξεις του Ν. 2238/1994, η αντίθετη δε  εκδοχή θα συνεπαγόταν την, κατά παράβαση των αρχών της ασφάλειας του δικαίου και της αναλογικότητας, επ’ αόριστον και για μη προβλέψιμο χρόνο παράταση της ευθύνης των εν λόγω προσώπων για χρέη της εταιρείας προερχόμενα από ενέργειες, επί των οποίων δεν θα μπορούσαν να ασκήσουν καμία επίδραση.

Αναφορικά δε με το περαιτέρω ζήτημα του εάν, προκειμένου να απαλλαγεί ο παραιτηθείς από την προσωπική και αλληλέγγυα ευθύνη του για τα μεταγενέστερα της παραιτήσεώς του ως άνω χρέη της εταιρείας, απαιτείται και η δημοσιότητα της παραιτήσεως του, κατά τις διατάξεις του Ν. 2190/1920, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε κατ’ αρχάς, ομοφώνως, τη νομολογία του, σύμφωνα με την οποία η παύση για οποιονδήποτε λόγο, όπως η παραίτηση, από τη διοίκηση και εκπροσώπηση ανώνυμης εταιρείας υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας των άρθρων 7α και 7β του ν. 2190/1920 (ήτοι κατά τον χρόνο ισχύος των ως άνω διατάξεων, την καταχώρηση στο μητρώο ανωνύμων εταιρειών και την δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως), η εν λόγω, όμως, δημοσιότητα δεν έχει συστατικό, αλλά βεβαιωτικό – δηλωτικό χαρακτήρα.

Με τα δεδομένα αυτά, το Δικαστήριο δέχθηκε ότι, επί παραιτήσεως των μνημονευομένων στην παράγραφο 1 του άρθρου 115 του ν. 2238/1994 προσώπων από την ως άνω ιδιότητά τους, η μη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των σχετικών πράξεων δεν επιδρά, καθ’ εαυτήν, στο κύρος της  παραιτήσεως, η οποία είναι ισχυρή ανεξαρτήτως της δημοσιεύσεώς της, έχει δε ως συνέπεια, κατά τη ρητή διατύπωση της παραγράφου 13 του άρθρου 7β του ν. 2190/1920, ότι η ανώνυμη εταιρεία δεν δύναται καταρχήν να αντιτάξει την επελθούσα μεταβολή στους τρίτους, εκτός εάν επικαλεσθεί και αποδείξει ότι, αυτοί την γνώριζαν.

 

Στη συνέχεια, το Δικαστήριο δέχθηκε, κατά πλειοψηφία, ότι ως «τρίτος», για την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων, λογίζεται κάθε πρόσωπο με το οποίο η εταιρεία έχει, ή μπορεί εκ του νόμου να έχει οποιαδήποτε έννομη σχέση και, επομένως, στους τρίτους αυτούς περιλαμβάνεται και το Δημόσιο, η δε εν προκειμένω κρίσιμη έννομη σχέση του με την εταιρεία απορρέει από την ειδική διάταξη του νόμου, που καθιερώνει τον κανόνα της προσωπικής και αλληλέγγυας ευθύνης των διευθυνόντων τις εταιρείες φυσικών προσώπων.

 

Δοθέντος δε ότι, ο Ν. 2190/1920 (βλ. ιδίως άρθρο 7β παρ. 1 περ. β΄και παρ. 14) δεν αποκλείει την κίνηση της διαδικασίας δημοσιεύσεως με επιμέλεια οποιουδήποτε ενδιαφερομένου, και ιδίως των διευθυνόντων την εταιρεία φυσικών προσώπων, στα οποία, άλλωστε, λόγω ακριβώς της ιδιότητάς τους αυτής, είναι γνωστή και ευχερής η τήρηση της οικείας νόμιμης διατυπώσεως, το Δικαστήριο, ερμηνεύοντας περαιτέρω τις ανωτέρω διατάξεις σύμφωνα με το Σύνταγμα και τις αρχές της νομιμότητας του φόρου, της ασφάλειας του δικαίου και της αναλογικότητας, έκρινε ότι, σε περίπτωση μη δημοσιεύσεως της πράξεως παραιτήσεως των μνημονευομένων στην παράγραφο 1 του άρθρου 115 του Ν. 2238/1994 προσώπων από την ως άνω ιδιότητά τους, τα  πρόσωπα αυτά απαλλάσσονται από την ευθύνη για τις μεταγενέστερες της παραιτήσεώς τους (κατά τις ειδικότερες διακρίσεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 115 του ν. 2238/1994), οφειλές της εταιρείας από φόρο εισοδήματος και από ασφαλιστικές εισφορές προς το Ι.Κ.Α., εφόσον, επιδεικνύοντας τη δέουσα επιμέλεια, προβούν τα ίδια στη, μνημονευόμενη στο άρθρο 7β παρ. 14 του ν. 2190/1920, γνωστοποίηση της παραιτήσεώς τους στην αρμόδια προς τούτο υπηρεσία της Νομαρχίας, προσκομίζοντας συγχρόνως τα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι, έχουν εγκύρως και σπουδαίως παραιτηθεί.

 

Μετά από την επίλυση των σχετικών εκτεθέντων νομικών ζητημάτων το Δικαστήριο ανέπεμψε την υπόθεση στο Στ´ Τμήμα του ΣτΕ για περαιτέρω κρίση .